Έμφαση σε αποθήκες φυσικού αερίου, όπου ως Ελλάδα, έχουμε τεράστιο πρόβλημα, αλλά παρ' όλα αυτά η εγκατάσταση της Ν. Καβάλας μετρά μια δεκαετία καθυστερήσεων, αξιοποίηση των εθνικών κοιτασμάτων υδρογονανθράκων σε Ιόνιο και Κρήτη, όπως κάνουν Δανία, Ολλανδία και άλλες ευρωπαϊκές χώρες, μαζί με επιτάχυνση των πράσινων επενδύσεων, πρέπει να είναι το νέο ενεργειακό δόγμα της Ελλάδας, σύμφωνα με τον πρώην υπ. Ενέργειας Γιάννη Μανιάτη. Μιλά για τις σκιές των κίτρινων γιλέκων πάνω από την «πράσινη» Ευρώπη, εκτιμά ότι κάθε 5-7 χρόνια θα ξεσπά και από μια ενεργειακή κρίση και εξηγεί γιατί η ΕΕ πυροβολεί τα πόδια της.
Από την συνεχιζόμενη εξάρτηση της τιμολόγησης της ηλεκτρικής ενέργειας στην αγορά χονδρικής από το φυσικό αέριο, έως τις πρόσφατες αποφάσεις που θέτουν εμπόδια στην δημιουργία μονάδων ηλεκτρισμού με αέριο, η Ευρώπη πρέπει να ξεκαθαρίσει με τον εαυτό της τι θέλει. «Σκεφτείτε ότι οι μελέτες λένε πως έως το 2050 θα χρειαστούμε διπλάσια ισχύ εργοστασίων ηλεκτρισμού με καύσιμο φυσικό αέριο. Από που θα βρεθούν;», διερωτάται ο πρώην υπουργός.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
Ζούμε μια κρίση με ημερομηνία λήξης σε 3-4 μήνες ή μια κρίση που με διαλείμματα, παραλλαγές και άλλη μορφή, μπορεί να φτάσει μέχρι το 2030 ή και πιο πέρα;
Όλοι ελπίζουμε ότι η τρέχουσα κρίση θα διαρκέσει μόνο ακόμη μερικούς μήνες. Αλλά ακόμη και αν η ελπίδα αποδειχθεί πραγματική, να έχουμε στο μυαλό μας ότι μέχρι το 2050, οπότε και ο στόχος της ΕΕ για πλήρη απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, θα ζήσουμε δυστυχώς κι άλλες τέτοιες κρίσεις.
Αναφορικά με τη τρέχουσα δεκαετία και για το μεσοδιάστημα έως το 2030, έχοντας υπόψιν το ιστορικό των ενεργειακών κρίσεων τα τελευταία 70 χρόνια, οι αναλυτές συμφωνούν ότι περίπου ανά 5-7ετία, θα ξεσπά και από μια τέτοια κρίση, καθώς βιώνουμε δύο παράλληλες περιόδους μετάβασης.
Αφενός την απεξάρτηση από τον άνθρακα και το πετρέλαιο με μεταβατικό καύσιμο το φυσικό αέριο, αφετέρου την μετάβαση στην πράσινη και ψηφιακή οικονομία. Κάθε ιστορική περίοδος στο παρελθόν έχει δείξει ότι όταν η ανθρωπότητα βιώνει δύο ταυτόχρονες μεταβάσεις σε κάτι καινούργιο, οι κρίσεις είναι συχνές, γι’ αυτό και απαιτείται σωστή προετοιμασία. Η Ευρώπη δεν την έχει, όπως φάνηκε από την τρέχουσα κρίση.
Ποια είναι λοιπόν η στρατηγική που πρέπει να ακολουθήσει η Ε.Ε. και η χώρα τα επόμενα χρόνια, σε επίπεδο πολιτικών και νέων υποδομών, όταν ουδείς αμφισβητεί ότι το φυσικό αέριο θα είναι το μεταβατικό καύσιμο προς τη πράσινη μετάβαση, τουλάχιστον έως το 2030;
Στο φυσικό αέριο, είναι βέβαιο ότι η σχεδόν ολοκληρωτική μετάβαση από σταθερά συμβόλαια, εξαρτημένα από το πετρέλαιο (oil indexed), όπως ήταν οι παλιές συμβάσεις, σε συμβάσεις που προσδιορίζονται κάθε φορά από την αγορά, μπορεί τα προηγούμενα χρόνια να είχαν οφέλη για τους Ευρωπαίους, πλέον όμως αποδεικνύονται ότι δεν μπορεί να είναι η πανάκεια σε εποχές κρίσης.
Χρειάζεται λοιπόν να επανεξεταστούν όλοι οι συντελεστές εξάρτησης της τιμολόγησης της ηλεκτρικής ενέργειας στην αγορά χονδρικής από την αγορά του φυσικού αερίου. Σε κάθε περίπτωση, επειδή η αγορά επηρεάζεται από την επάρκεια των υποδομών και των διαθέσιμων ποσοτήτων φυσικού αερίου, πρέπει επιτέλους η Ευρώπη να πάψει να πυροβολεί τα πόδια της, εξοβελίζοντας το φυσικό αέριο ως μια κατηγορία επενδύσεων στην οποία δεν πρέπει να δίνεται ουσιαστικά κανένα βάρος.
Αφενός μιλώ για την ανόητη και αντιπεριβαλλοντική απόφαση της Ευρωπαικής Τράπεζας Επενδύσεων να πάψει να χρηματοδοτεί επενδύσεις φυσικού αερίου το 2019. Αφετέρου αναφέρομαι στις προ ημερών προτάσεις της Κομισιόν για την Ταξονομία, που θέτουν μεγάλα εμπόδια στην δημιουργία νέων μονάδων ηλεκτροπαραγωγής με φυσικό αέριο, αφού τα όρια των εκπομπών ρύπων που αυτές θα πρέπει να εκλύουν, προκειμένου να χαρακτηριστούν ως πράσινες, είναι σχεδόν απαγορευτικά και δεν μπορεί να τα ικανοποιήσει καμία υφιστάμενη τεχνολογία.
Η Ευρώπη πρέπει να ξεκαθαρίσει με τον εαυτό της τι θέλει. Είτε, τα επόμενα 30 χρόνια η πράσινη μετάβαση θα συμβαδίζει με την παρουσία του φυσικού αερίου σε ποσότητες πιθανώς και περισσότερες από τις σημερινές, είτε θα ζήσουμε ακόμη περισσότερες κρίσεις από τη σημερινή.
Σκεφτείτε ότι οι μελέτες λένε πως έως το 2050, με τον εξηλεκτρισμό όλων των τομέων, εκτός από πολλαπλάσιες Ανανεώσιμες Πηγές, θα χρειαστούμε σε παγκόσμιο επίπεδο διπλάσια ισχύ εργοστασίων ηλεκτρισμού με καύσιμο φυσικό αέριο. Από που θα βρεθούν αυτές;
Σε επίπεδο υποδομών αποθήκευσης φυσικού αερίου, τι διδάγματα πρέπει να αντλήσει από τη κρίση η Ευρώπη; Μεσούσης της κρίσης οι ευρωπαικές αποθήκες βρέθηκαν μισογεμάτες, ενώ ένα θέμα στη δημόσια συζήτηση είναι κατά πόσο επαρκούν αυτές που έχουμε ή πρέπει να γίνουν κι άλλες…
Προτού σας απαντήσω σε αυτό, και μια και με ρωτάτε για υποδομές, θεωρώ δυσάρεστα ανεξήγητη την αφωνία, σε επίπεδο τόσο ΕΕ, όσο και ελληνικής κυβέρνησης, όπως και των άλλων κυβερνήσεων, για τις εξελίξεις με τον αγωγό East Med. Ενα έργο που με χωρητικότητα 20 bcm (δισεκατομμυρίων κυβικών μέτρων) ετησίως, θα μπορούσε να μειώσει κατά 50% τις αρνητικές επιπτώσεις της έλλειψης φυσικού αερίου από τρίτες πηγές, πέραν των αγωγών, που πυροδότησαν και τη κρίση. Τα φορτία αερίου που έλειψαν το 2021 στην Ε.Ε., ήταν, σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας, της τάξης των 40 bcm. Εδώ ακριβώς υπεισέρχεται η μεγάλη, εκτός από εθνική, και ευρωπαϊκή αναγκαιότητα του αγωγού EastMed. Βεβαίως, ήταν αναμενόμενοι οι πανηγυρισμοί Ερντογάν και η πρότασή του, το αέριο της περιοχής αντί για τον EastMed, να χρησιμοποιήσει νέο αγωγό, που θα περάσει από Τουρκία.
Αναφορικά με τις αποθήκες φυσικού αερίου στην Ευρώπη, φαίνεται ότι είναι αρκετά επαρκείς σε αριθμό και χωρητικότητα. Αλλά η επάρκεια αυτή σε αριθμό των αποθηκών, έχει νόημα, όταν έχει προβλεφθεί, προτού ξεσπάσει μια κρίση, να είναι γεμάτες. Για άλλη μια φορά η ΕΕ πιάστηκε αδιάβαστη και στο ξέσπασμα της κρίσης, αντί να έχουν πληρότητα με 90%-95%, το 2021 η στάθμη τους δεν ξεπερνούσε το 60%-65%, με όλα τα ζητήματα ενεργειακής ασφάλειας που αυτό συνεπάγεται.
Τραγική εδώ η ελληνική περίπτωση με το σίριαλ της Υπόγειας Αποθήκης Φυσικού Αερίου στην Ν. Καβάλα. Σκεφτείτε ότι η πρώτη μελέτη αξιοποίησης της υποδομής παρουσιάστηκε από εμάς στην Βουλή το 2011, ενώ δύο χρόνια μετά, το 2013, το project εντάχθηκε για χρηματοδότηση στα Ευρωπαικά Εργα Κοινού Ενδιαφέροντος (PCI’s), καθώς και στις εθνικές στρατηγικές επενδύσεις. Από το 2015 μέχρι και σήμερα δεν έχει γίνει απολύτως τίποτα για μια επένδυση που είχε προγραμματιστεί να έχει ολοκληρωθεί το 2018, αλλά σήμερα που μιλάμε δεν έχει καν ουσιαστικά προκηρυχθεί ο διαγωνισμός. Απορίας άξιον ένα τόσο σημαντικό έργο, σε μια χώρα που δεν διαθέτει αποθηκευτικούς χώρους φυσικού αερίου, παρά μόνο την Ρεβυθούσα, να συνεχίζει να κολλάει, ΡΑΕ και ΔΕΣΦΑ να διαφωνούν στο πως πρέπει να γίνει η επένδυση, το ΥΠΕΝ να μην παίρνει θέση και το θέμα να διαιωνίζεται.
Συνοψίζοντας τα παραπάνω, προκύπτει μια πρόταση για ένα νέο δόγμα στρατηγικής από πλευράς ΕΕ. Αναιρεί αυτό το δόγμα της πράσινης μετάβασης και της ανάγκης αλλαγής των στόχων για το 2030 και το 2050;
Η Ευρώπη πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι η πράσινη μετάβαση από μόνη της δεν αρκεί ως ενεργειακό δόγμα της Ενωσης στους σημερινούς καιρούς. Απαιτείται να υλοποιηθεί ένα Ισόπλευρο Τρίγωνο Αειφόρου Ενέργειας. Τρεις πυλώνες, ισότιμοι, αλληλοεμπλεκόμενοι και αλληλοσυμπληρούμενοι, δηλαδή ΚΑΙ πράσινη μετάβαση ΚΑΙ ενεργειακή ασφάλεια ΚΑΙ καταπολέμηση της ενεργειακής φτώχειας.
Η Ευρώπη δυστυχώς εφαρμόζει μόνο τη μία από τις τρεις παραπάνω αρχές της αειφόρου ενέργειας. Απόρροια, αφενός οι ελλείψεις εναλλακτικών πηγών, αφετέρου η εκτόξευση του ενεργειακού κόστους για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις. Αδυνατώ να καταλάβω για ποιον λόγο αδιαφορούμε προκλητικά στην Ελλάδα για την αξιοποίηση των ελληνικών κοιτασμάτων φυσικού αερίου σε Ιόνιο και Κρήτη. Ακούω το επιχείρημα ότι η αξιοποίηση υδρογονανθράκων απαιτεί μια 10ετία και πλέον. Η απάντηση σε τέτοια επιχειρήματα είναι ότι έχουν ήδη περάσει επτά χρόνια από το 2014, οπότε και προκηρύχθηκαν τα 20 θαλάσσια οικόπεδα.
Σκεφτείτε ότι η Αίγυπτος κατάφερε να αξιοποιήσει μέσα σε 2,5 χρόνια το κοίτασμα Ζορ, το μεγαλύτερο της Μεσογείου που έχει εντοπιστεί μέχρι σήμερα. Δεν είναι ντροπή για την Ελλάδα να θεωρεί στην δημόσια συζήτηση ότι δεν μπορεί να λειτουργήσει με ρυθμούς Αιγύπτου; Πάρτε για παράδειγμα τις έρευνες για υδρογονάνθρακες νότια της Κρήτης, όπου πρόσφατα δόθηκε και τέταρτη αναβολή στο Συμβούλιο της Επικρατείας για την εκδίκαση των προσφυγών.
Το κεφάλαιο υδρογονάνθρακες πάντως δεν θεωρείται πλέον προτεραιότητα για την ενεργειακή μας στρατηγική στο πλαίσιο της πράσινης μετάβασης. Τι δείχνουν οι κινήσεις άλλων ευρωπαϊκών χωρών;
Η Νορβηγία έχει ανακοινώσει ότι προκηρύσσει νέο γύρο παραχωρήσεων σε άλλα εννέα θαλάσσια οικόπεδα στον Αρκτικό, η Δανία έχει δηλώσει ότι θα εκμεταλλεύεται μέχρι το 2050 τα δικά της πετρελαϊκά κοιτάσματα, ενώ η κυβέρνηση της Μεγάλης Βρετανίας έχει ανακοινώσει ότι θα εξαντλήσει κάθε ποσότητα δικών της κοιτασμάτων, που είναι οικονομικά αξιοποιήσιμες.
Επίσης, η Ολλανδία συνεχίζει να εκμεταλλεύεται μέχρις εξαντλήσεως το μεγάλο κοίτασμα φυσικού αερίου Γκρόνιγκεν, η Ιταλία εξασφαλίζει τα νώτα της με τα λιβυκά κοιτάσματα μέσω του ενεργειακού κολοσσού ΕΝΙ, ενώ το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα όλων είναι η Γερμανία, η οποία δεν δίστασε να συγκρουστεί με όλη την ΕΕ και τις ΗΠΑ για την κατασκευή του Nord Stream 2, προκειμένου να προασπιστεί τα δικά της συμφέροντα.
Με άλλα λόγια, τίθεται ένα κορυφαίο υπαρξιακό θέμα για τη χώρα: Ποιες είναι οι εθνικές προτεραιότητες που πρέπει να προχωρούν ταυτόχρονα με τις στρατηγικές της πράσινης μετάβασης.
Όσο για πρωτοβουλίες, όπως οι κοινές προμήθειες φυσικού αερίου, πρόταση που έχει πέσει εδώ και καιρό στο τραπέζι, φαίνεται εξαιρετικά δύσκολο να ευοδωθεί, αφού δύσκολα θα συμφωνήσουν οι 27 σε κάτι τέτοιο. Διαφορετική η δομή των αγορών και οι τιμές των μεγάλων καταναλωτών της Ευρώπης, όπως η Γερμανία, και διαφορετική των μικρότερων.
Στον αντίποδα, κορυφαία στρατηγική της Ένωσης, την οποία οφείλουν και οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να προωθήσουν, πρέπει να είναι ένα Ταμείο Εξομάλυνσης Τιμών, όπως η πρόταση που είχαμε καταθέσει από το 2014, το οποίο σε εποχές κρίσης των spot τιμών φυσικού αερίου, όπως αυτή που ζούμε, θα παρεμβαίνει ενιαία, αποτελεσματικά και γρήγορα, ώστε να υπερασπίζεται τα ευρωπαϊκά νοικοκυριά και την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων.
Δεδομένης της ενεργειακής κρίσης και των επόμενων που έρχονται, θεωρείτε ότι θα πρέπει να αναθεωρηθούν οι στόχοι της πράσινης μετάβασης για το 2030 και το 2050;
Και βέβαια όχι. Πιστεύω ότι θα πρέπει να προχωρήσουμε ακόμη ταχύτερα και να ενισχύουμε τις προσπάθειές μας για μεγαλύτερη συμμετοχή των πράσινων μορφών στο ενεργειακό μας ισοζύγιο, διασφαλίζοντας όμως, ότι δεν θα υπάρξει καταστροφή των οικονομιών και του βιοτικού επιπέδου των ευρωπαίων καταναλωτών. Προσοχή, τα κίτρινα γιλέκα καιροφυλακτούν σε πολλές ευρωπαικές χώρες. Η ενεργειακή κρίση και οι επόμενες που θα έρθουν, θα τα ενεργοποιήσει. Οι σκιές των κίτρινων γιλέκων πάνω από την «πράσινη» Ευρώπη υπάρχουν ήδη. Αν δεν προσέξουμε, ελλοχεύει ο κίνδυνος να γυρίσουμε πολλά χρόνια πίσω.
Σκεφτείτε ότι στην διάρκεια της παρούσας κρίσης ζήσαμε μια τρομακτική μεταφορά πλούτου από την ΕΕ προς τις παραγωγές χώρες φυσικού αερίου. Οι αναλυτές το υπολογίζουν στο 1 τρισεκατομμύριο ευρώ. Τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις πληρώνουν τους παραγωγούς φυσικού αερίου και οι κρατικές επιδοτήσεις καλύπτουν ένα μικρό μόνο ποσοστό.