Η Νότια Κορέα ανακοίνωσε σήμερα ότι θα ξαναρχίσει την προπαγανδιστική της εκστρατεία στα σύνορα με τη Βόρεια Κορέα, όπως είχε κάνει και τον περασμένο Αύγουστο, προκαλώντας τότε απειλές για στρατιωτικά αντίποινα από την Πιονγκγιάνγκ.
Η απόφαση να τεθούν ξανά σε λειτουργία τα ισχυρά μεγάφωνα, που βρίσκονται στη νοτιοκορεατική πλευρά της έντονα στρατιωτικοποιημένης μεθορίου μεταξύ των δύο χωρών, ελήφθη μετά τη χθεσινή ανακοίνωση της Πιονγκγιάνγκ ότι προχώρησε σε μια τέταρτη πυρηνική δοκιμή, δήλωσε εκπρόσωπος της νοτιοκορεατικής προεδρίας.
"Η τέταρτη πυρηνική δοκιμή του Βορρά συνιστά κατάφορη παραβίαση των διεθνών της δεσμεύσεων (...) και μια σοβαρή παραβίαση της συμφωνίας της 25ης Αυγούστου" μεταξύ της Νότιας και της Βόρειας Κορέας, πρόσθεσε.
"Η νοτιοκορεατική κυβέρνηση αποφάσισε ως εκ τούτου να ξαναρχίσει την μετάδοση μηνυμάτων στα σύνορα με τη Βόρεια Κορέα από το μεσημέρι (05:00 ώρα Ελλάδος)" της Παρασκευής, διευκρίνισε.
Η συμφωνία που είχε συναφθεί στα τέλη του Αυγούστου ανάμεσα στα δύο κράτη είχε επιτρέψει να δοθεί τέλος σε μια επικίνδυνη κλιμάκωση η οποία υπήρχε κίνδυνος να γενικευτεί σε ένοπλη σύγκρουση.
Οι στρατοί των δύο χωρών είχαν τεθεί για πολλές ημέρες σε κατάσταση ύψιστου συναγερμού. Το βαρύ πυροβολικό της Βόρειας Κορέας είχε αναπτυχθεί κατά μήκος των συνόρων, την ώρα που νοτιοκορεατικά και αμερικανικά καταδιωκτικά πραγματοποιούσαν ασκήσεις προσομοίωσης βομβαρδισμών.
Βάσει της συμφωνίας του Αυγούστου, η Νότια Κορέα δεσμευόταν να σιγήσουν τα μεγάφωνά της στα σύνορα, αφού η Βόρεια Κορέα εξέφρασε τη λύπη της για την έκρηξη μιας νάρκης κατά προσωπικού στα σύνορα στις αρχές του ιδίου μήνα, η οποία είχε προκαλέσει τον ακρωτηριασμό δύο Νοτιοκορεατών στρατιωτών.
Στην συμφωνία αναφερόταν επίσης ότι τα μεγάφωνα θα συνεχίσουν να σιωπούν "εκτός κι αν συμβεί κάτι που δεν είναι φυσιολογικό".
Η Βόρεια Κορέα ανακοίνωσε χθες ότι πραγματοποίησε με επιτυχία την πρώτη της δοκιμή μιας βόμβας υδρογόνου, το οποίο προκάλεσε την καταδίκη της διεθνούς κοινότητας και την απειλή της επιβολής σκληρότερων κυρώσεων από αυτές από τις οποίες υποφέρει ήδη η Πιονγκγιάνγκ.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ