Το τελευταίο διάστημα ο κυβερνητικός συνασπισμός του Κόντε στην Ιταλία έδειχνε όλο και πιο εύθραυστος. Βασική αιτία οι καυγάδες γύρω από το πώς να ξοδευτούν τα χρήματα από το ευρωπαϊκό πακέτο ανάκαμψης από την πανδημία. Οι διαφωνίες εντείνονταν, μέχρι που η κυβερνητική κρίση που ξέσπασε επανέφερε στην επιφάνεια την ιταλική παράδοση της πολιτικής αστάθειας, δημιούργησε αμφιβολίες για την ικανότητα της ηγεσίας στη Ρώμη και (ξανα)πυροδότησε τα παιχνίδια για την εξουσία.
Η κυβέρνηση στην Ιταλία, ένας ασταθής συνασπισμός μεταξύ λαϊκιστών και κεντροαριστεράς, σιγόβραζε για καιρό μέσα σε ιδεολογικές διαφορές για τα ευρωπαϊκά κεφάλαια διάσωσης αλλά αυτή τη φορά η πολιτική αβεβαιότητα είναι πολύ πιο επικίνδυνη λόγω της πανδημίας.
Η κυβερνητική κρίση ήρθε σε μια χρονική περίοδο που η χώρα, η πρώτη ευρωπαϊκή που χτυπήθηκε σφοδρά από τον ιό, ξεκινά ένα πρόγραμμα εμβολιασμού που πάνω του έχουν βασιστεί όλες οι ελπίδες των Ιταλών. Οι πολίτες, που σε μεγάλο βαθμό δεν ενδιαφέρονται για τους τακτικισμούς των πολιτικών αρχηγών, φοβούνται ότι η κατάρρευση μπορεί να εκτροχιάσει την διαχείριση της πανδημίας και να καθυστερήσει την επιστροφή σε μια ομαλότητα. Το 70% του κόσμου λέει σε δημοσκόπηση της Ipsos ότι τώρα δεν είναι η ώρα για πολιτικές κρίσεις.
Οι εντάσεις μεταξύ Κόντε και Ρέντσι ξεκίνησαν ουσιαστικά τον Δεκέμβριο όταν ο Κόντε ανακοίνωσε την σύσταση μιας - ακόμα - ομάδας εργασίας για να αποφασίσει πώς να δαπανηθούν τα πάνω από 200 δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης της ΕΕ. Η Ιταλία λαμβάνει 85 δισ. ευρώ ως επιχορήγηση και 124 δισ. ευρώ με την μορφή δανείων χαμηλού επιτοκίου.
Οι ιδέες του Κόντε για το τι πρέπει να κάνουν με αυτά τα λεφτά δεν έβρισκαν σύμφωνο τον Ρέντσι, ο οποίος είχε προειδοποιήσει ότι αν δεν διοχετευτούν αρκετά χρήματα σε έργα καινοτομίας θα αποχωρούσε από τον κυβερνητικό συνασπισμό.
Εκτός αυτού, ο Ρέντσι ζητά από την κυβέρνηση να αποδεχτεί ένα ξεχωριστό ποσό 36 δισ. ευρώ που διατίθεται από την ΕΕ, σε μορφή δανείου από τον ESM, και προορίζεται για το σύστημα υγείας της Ιταλίας. Το Κίνημα Πέντε Αστέρων, που ανελίχθηκε στην εξουσία με σημαία την ρητορική κατά των Βρυξελλών, απέρριψε ως ανάθεμα την πηγή αυτής της χρηματοδότησης, τον ESM.
Ο Ρέντσι, με την δημοφιλία του στα Τάρταρα και με το κόμμα που έχει δημιουργήσει, το Italia Viva να προσελκύει λιγότερο από 3% των ψηφοφόρων στις δημοσκοπήσεις, δεν έχει να πολυαναλογιστεί το κόστος, αφού είναι ήδη αντιδημοφιλής. Μη έχοντας κάτι να χάσει, κράτησε περισσότερο αποφασιστική στάση στην διαμάχη με τον Κόντε, ο οποίος είχε ήδη δεχθεί πολλές από τις απαιτήσεις του Ρέντσι. Αλλά ο πρωθυπουργός επέμεινε στην άρνησή του να πάρει τα λεφτά του ESM.
Στο μεταξύ Γερμανία και Βρυξέλλες παρακολουθούν τον αγώνα μεταξύ των διαφόρων ομάδων συμφερόντων στην Ιταλία για το ποιος θα παρουσιάσει το καταλληλότερο πρόγραμμα δαπανών με ανησυχία. «Υπάρχει μεγάλος κίνδυνος ότι το μόνο που θα καταφέρει το ιταλικό πρόγραμμα ανοικοδόμησης θα είναι να διογκώσει τον κρατικό τομέα και τα κοινωνικά επιδόματα χωρίς πραγματικά να εξελίξει τη χώρα», δήλωσε ο Φρίντριχ Χάινμαν, ειδικός ευρωπαϊκών θεμάτων στο Ινστιτούτο Οικονομικής Έρευνας ZEW στη Γερμανία.
Η Ιταλία «κάθεται» πάνω σε ένα βουνό χρέους 2.5 τρισ. ευρώ. Σύμφωνα με την ιταλική κεντρική τράπεζα, το ΑΕΠ της χώρας έπεσε το 2020 στα επίπεδα του 1998.
Τα χρήματα που παίρνει η Ιταλία σε επιχορηγήσεις από το ευρωπαϊκό πακέτο ανάκαμψης είναι, σε σημερινά λεφτά, πάνω από πέντε φορές απ’ όσα πήρε από το Σχέδιο Μάρσαλ μετά τον πόλεμο. Η χώρα δεν έχει το περιθώριο να αφήσει την μεγαλύτερη ευκαιρία της εδώ και 70 χρόνια. «Είναι ένα τρένο που θα περάσει μόνο μια φορά», όπως είχε δηλώσει χαρακτηριστικά η ιταλίδα υπ. Τεχνολογικής Καινοτομίας.
Η Ιταλία κατατάσσεται στην πέμπτη χειρότερη θέση, ανάμεσα στις χώρες της ΕΕ, στην τελευταία έρευνα της Παγκόσμιας Τράπεζας για τα εμπόδια στην επιχειρηματικότητα. Όπως έγραφε το καλοκαίρι η Corriere della Sera, για να ανοίξει κανείς ένα συνεργείο αυτοκινήτων στην Ιταλία χρειάζεται 86 διαφορετικές άδειες. Αν θέλει να ανοίξει ένα μαγαζί που θα πουλάει πίτσα θα υπόκειται σε ελέγχους από 21 διαφορετικές κυβερνητικές υπηρεσίες. Αν εμπλακεί σε κάποια εμπορική διαμάχη, τότε θα «τραβιέται» για τρία χρόνια κατά μέσο όρο.
Σε κάποιο βαθμό, οι προτεραιότητες των δαπανών στην Ιταλία θα υπαγορευτούν από τις Βρυξέλλες. Στο πακέτο ανάκαμψης, άλλωστε, υπάρχει πρόβλεψη για φρένο στις εκταμιεύσεις αν τα πράγματα πάνε στραβά. Η Ιταλία, όμως, επί χρόνια πασχίζει να μην προχωράει σε αντιδημοφιλείς μεταρρυθμίσεις.
Σε συνέντευξή του στα μέσα Δεκεμβρίου στο liberal.gr, ο Αλέξανδρος Κρητικός, Διευθυντής Ερευνών του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών (DIW) με έδρα το Βερολίνο, είχε προειδοποιήσει για τον ιταλικό «κίνδυνο», σχετικά με τα χρήματα από το Ταμείο Ανάκαμψης: «Άλλες χώρες δεν έχουν κάνει κάποιο σχέδιο. Όπως, κυρίως, η Ιταλία. Που θα πάρει, μάλιστα, το πιο μεγάλο πακέτο. Θα μπορούσε με αυτά τα λεφτά να αλλάξει το πρόσωπο της χώρας. Ακριβώς εκεί, όμως, βλέπουμε μηδέν σχέδιο. Στην πραγματικότητα η ιταλική κυβέρνηση τσακώνεται για το που θα πάνε τα κεφάλαια και το πιο μεγάλο μέρος από αυτά θα κατευθυνθεί σε έξοδα κι ενισχύσεις, όχι σε επενδύσεις. Πάει να πει ότι αυτά τα λεφτά τα χάνουμε».
Για να εφαρμοστούν οι μεταρρυθμίσεις που απαιτεί το Ταμείο Ανάκαμψης χρειάζονται ισχυρές κυβερνήσεις και η Ιταλία δεν δείχνει ότι θα μπορέσει να αποκτήσει μια ισχυρή κυβέρνηση σε κανένα από τα πιθανά σενάρια του τι θα συμβεί στο εξής. Αν μάλιστα δεν βρεθεί λύση για έναν στέρεο κυβερνητικό συνασπισμό, η πολιτική κρίση θα οδηγήσει στο τέλος σε εκλογές, ανοίγοντας έτσι την πόρτα διάπλατα για τους εθνικιστές. Οι εκλογές θα μπορούσαν κάλλιστα να οδηγήσουν σε μια ακροδεξιά κυβέρνηση συνασπισμού που θα αποτελείται από την Λέγκα του Σαλβίνι και το FDI (Αδέλφια της Ιταλίας).
Στο μεταξύ, πολλοί από τους κορυφαίους ιταλούς επιδημιολόγους είναι αγανακτισμένοι με τις πολιτικές εξελίξεις εν μέσω έκτακτης υγειονομικής ανάγκης. «Η ορχήστρα παίζει ενώ ο Τιτανικός βυθίζεται», δήλωσε ο Μάσιμο Γκάλι, διευθυντής του τμήματος μολυσματικών ασθενειών στο νοσοκομείο Luigi Sacco στο Μιλάνο…