H κυβέρνηση των ΗΠΑ θα αρχίσει να επιβάλλει την υποχρέωση εμβολιασμού κατά της COVID-19 ή υποβολής σε διαγνωστικό τεστ μία φορά την εβδομάδα για τους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα από τις 4 Ιανουαρίου.
Αμερικανοί αξιωματούχοι δήλωσαν επίσης σήμερα πως η απαίτηση για εμβολιασμό εργολάβων της ομοσπονδιακής κυβέρνησης μετατέθηκε ένα μήνα, για την ίδια ημερομηνία. Εκατομμύρια εργαζόμενοι σε εγκαταστάσεις υγειονομικής περίθαλψης και οίκους ευγηρίας που συμμετέχουν στο Medicare και το Medicaid θα πρέπει να έχουν εμβολιαστεί επίσης μέχρι τις 4 Ιανουαρίου.
Ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν απαίτησε τον υποχρεωτικό εμβολιασμό προκειμένου να αυξηθούν τα ποσοστά εμβολιασμού και περισσότεροι άνθρωποι να επιστρέψουν στις δουλειές τους. Όμως σε πολλές συναντήσεις με εταιρίες και οργανώσεις της βιομηχανίας που εκπροσωπούν το λιανεμπόριο, εταιρίες υλικοτεχνικής υποστήριξης, εργαζόμενους στον τομέα των κατασκευών, εκτελεστικά στελέχη ζήτησαν από την κυβέρνηση να καθυστερήσει την εφαρμογή του για μετά την Πρωτοχρονιά, επικαλούμενοι ανησυχίες για ελλείψεις εργαζομένων.
Οι εργοδότες δε θα είναι υποχρεωμένοι να παρέχουν ή να πληρώνουν για τα τεστ και υπάρχουν ιατρικές και θρησκευτικές εξαιρέσεις από τον κανόνα.
Η μη συμμόρφωση θα έχει ως αποτέλεσμα πρόστιμα περίπου 14.000 δολαρίων για κάθε παραβίαση με μια κλίμακα που αυξάνει για τις πολλές παραβιάσεις, δήλωσαν υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι.
«Είναι σημαντικό να καταλάβουμε πως υπάρχουν ακόμη πάρα πολλοί εργαζόμενοι που δεν είναι προστατευμένοι και εξακολουθούν να διατρέχουν κίνδυνο να νοσήσουν σοβαρά ή να πεθάνουν από την COVID-19», δήλωσε υψηλόβαθμος αξιωματούχος.
Οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι μίλησαν υπό τον όρο της ανωνυμίας.
Ο Μπάιντεν είχε πει αρχικά ότι το 70% του ενήλικου πληθυσμού των ΗΠΑ θα έπρεπε να έχει λάβει τουλάχιστον μία δόση εμβολίου έως τις 4 Ιουλίου, όμως ο Λευκός Οίκος έχασε την προθεσμία αυτή καθώς υποτίμησε το αυξανόμενο αντιεμβολιαστικό κίνημα στη χώρα που πυροδοτήθηκε από ακροδεξιούς οικοδεσπότες τηλεοπτικών τοκ σόου, αντιεμβολιαστές, διαδικτυακές εκστρατείες παραπληροφόρησης και την αντίσταση από Ρεπουμπλικανούς νομοθέτες.
Ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού αρνήθηκε να εμβολιαστεί παρά τη μεγάλη εκστρατεία της κυβέρνησης που περιελάμβανε 42.000 φαρμακεία, δεκάδες σημεία μαζικού εμβολιασμού, ευκολίες και δωρεάν μπίρα.
Σε πολλά τμήματα των ΗΠΑ το μέτρο είχε αποτέλεσμα. Εκατομμύρια άνθρωποι στήθηκαν στην ουρά για να εμβολιαστούν και τα ποσοστά εμβολιασμού αυξήθηκαν σε όλη τη χώρα με τα τελευταία στοιχεία να δείχνουν ότι το 70% των Αμερικανών ενηλίκων έχουν εμβολιαστεί πλήρως και το 80% έχουν λάβει τουλάχιστον μία δόση.
Η υποχρέωση εμβολιασμού θα εφαρμοστεί σε επιχειρήσεις με τουλάχιστον 100 εργαζόμενους και μπορεί να επηρεάσει περίπου 84 εκατ. εργαζόμενους σε όλη τη χώρα, εκτιμά ο Λευκός Οίκος.
Μαζί με την εκτελεστική εντολή του Μπάιντεν που απαιτεί από όλους τους εργαζόμενους και εργολάβους της ομοσπονδιακής κυβέρνησης να εμβολιαστούν, οι κανονισμοί καλύπτουν 100 εκατομμύρια ανθρώπους, περίπου τα δύο τρίτα του εργατικού δυναμικού των ΗΠΑ, σύμφωνα με υπολογισμούς του Λευκού Οίκου.
Ο κανονισμός για τους εργαζομένους σε υπηρεσίες ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης καλύπτει 17 εκατομμύρια υπαλλήλους σε 76.000 εγκαταστάσεις υγειονομικής περίθαλψης, αν και η πλειονότητα από αυτούς έχουν ήδη εμβολιαστεί, σύμφωνα με στοιχεία από τα Κέντρα για τις Υπηρεσίες Medicare και Medicaid (CMC).