Τη σημαντική αύξηση της παραγωγής λιγνίτη κατά 50% την επόμενη διετία, ώστε να ενισχυθεί η ενεργειακή άμυνα της χώρας και να μειωθεί όσο το δυνατόν η εξάρτηση από το φυσικό αέριο, προανήγγειλε από την Κοζάνη ο πρωθυπουργός.
Αν και το βασικό ενεργειακό δόγμα της χώρας παραμένει προσανατολισμένο στις ΑΠΕ, εντούτοις οι έκτακτες συνθήκες, η θωράκιση που απαιτεί η απειλή Πούτιν για διακοπή των ροών αερίου, απαιτεί έκτακτες λύσεις, όπως είπε ο Κυρ. Μητσοτάκης.
«Στην τρέχουσα συγκυρία η πολιτική μας οφείλει να είναι ευέλικτη. Για την επόμενη διετία είναι λογικό να αυξήσουμε την παραγωγή ενέργειας από λιγνίτη, αυξάνοντας κατά 50% την εξόρυξη, για να μειώσουμε την εξάρτηση από το φυσικό αέριο. Η νέα μονάδα της ΔΕΗ Πτολεμαίδα 5 πιθανόν θα λειτουργήσει ως λιγνιτική μέχρι το 2028 και αν χρειαστεί θα παραμείνουν σε λειτουργία μονάδες όπως η Μελίτη και ο Άγιος Δημήτριος 5. Θα αξιολογηθεί ανάλογα με τις ανάγκες, τη διαμόρφωση των τιμών και τη διαθεσιμότητα του φυσικού αερίου», ανέφερε συγκεκριμένα ο πρωθυπουργός.
Ο κ. Μητσοτάκης έκανε λόγο για προσωρινό μέτρο, σημειώνοντας πως όλες οι ευρωπαϊκές χώρες προχωρούν σε μικρές τροποποιήσεις του ενεργειακού τους σχεδιασμού για να εξασφαλιστούν απέναντι στα χειρότερα πιθανά σενάρια σε σχέση με την ασφάλεια τροφοδοσίας από φυσικό αέριο.
Επανέλαβε ότι η απόφαση για μείωση της λιγνιτικής παραγωγής ήταν και είναι σωστό μέτρο για περιβαλλοντικούς αλλά και για οικονομικούς λόγους. Ο λιγνίτης όπως είπε, υπό κανονικές συνθήκες είναι πολύ ακριβότερος από το φυσικό αέριο λόγω των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.
«Έπρεπε να συμβεί ένας πόλεμος που οδήγησε το φυσικό αέριο σε δεκαπλάσια τιμή για να γίνει προσωρινά πιο φθηνή η παραγωγή ενέργειας από το λιγνίτη. Ο λιγνίτης είναι λύση ανάγκης που έρχεται να υποκαταστήσει το συγκυριακά ακριβότερο και όχι εν αφθονία πλέον φυσικό αέριο. Οι φιλόδοξοι στόχοι για μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα κατά 55 % ως το 2030 και κλιματική ουδετερότητα το 2050 δεν τίθενται σε αμφισβήτηση», ανέφερε ο πρωθυπουργός.
Η ενεργειακή μας θωράκιση πρέπει να είναι εξασφαλισμένη και σίγουρη σε μόνιμη βάση και αυτό μας το προσφέρουν ο αέρας, ο ήλιος, τα νερά μας σε συνδυασμό με την τεχνολογία, ανέφερε ο πρωθυπουργός επισημαίνοντας ότι το να μπορούμε να καλύπτουμε τα κενά στην ημερήσια κατανομή έχει ξεχωριστή σημασία.
Παράλληλα, τόνισε ότι η Ελλάδα θα έχει σύντομα τον πρώτο κλιματικό νόμο και θα τεθούν οι στόχοι μέχρι το 2030.
Ο κ. Μητσοτάκης κατηγόρησε την αξιωματική αντιπολίτευση για υποκρισία και κροκοδείλια δάκρυα για τον λιγνίτη, θυμίζοντας ότι η απολιγνιτοποίηση δρομολογήθηκε εδώ και 10 χρόνια με σταδιακή απόσυρση των παλιών μονάδων ηλεκτροπαραγωγής χωρίς να υπάρχει προετοιμασία για την μετά το λιγνίτη εποχή. Είναι μύθος, ανέφερε χαρακτηριστικά, η δήθεν βίαιη απολιγνιτοποίηση και ο διαθέσιμος φθηνός λιγνίτης.
Υπογράμμισε πάντως ότι η προσαρμογή του ενεργειακού σχεδιασμού δεν καθυστερεί, δεν αναβάλει και δεν μειώνει τις δράσεις του προγράμματος για δίκαιη μετάβαση των λιγνιτικών περιοχών. «Είναι αδιαπραγμάτευτη στρατηγική επιλογή, είναι ένα προσωπικό δικό μου στοίχημα, το μέλλον της Δυτικής Μακεδονίας την επόμενη ημέρα να είναι καλύτερο από το παρόν και το παρελθόν», επεσήμανε. Σημείωσε, δε, ότι υπάρχει ενδιαφέρον από επενδυτές που αποκτούν εκτάσεις στην περιοχή για επενδύσεις που θα αναπληρώσουν τις απώλειες θέσεων εργασίας από το λιγνίτη.
O πρωθυπουργός χαρακτήρισε ξεχωριστή τη σημερινή μέρα για τη δυτική Μακεδονία, που αποκτά το πρώτο μεγάλο έργο ορόσημο για τον οικονομικό και ενεργειακό μετασχηματισμό της. Το έργο, όπως είπε, συμβολίζει τη συνολική αλλαγή στο παραγωγικό υπόδειγμα της χώρας και αποτυπώνονται οι εθνικοί στόχοι για φθηνή και καθαρή ενέργεια και νέες δουλειές για νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
To φωτοβολταϊκό πάρκο στην Κοζάνη είναι το μεγαλύτερο ενιαίο έργο ΑΠΕ που έχει υλοποιηθεί μέχρι σήμερα και θα αποτελέσει ένα από τα μεγαλύτερα πάρκα με πλαίσια διπλής όψεως στην Ευρώπη.
Έχει χωροθετηθεί σε μία έκταση 4.400 στρεμμάτων και περιλαμβάνει τη κατασκευή συνολικά 18 φωτοβολταϊκών εγκαταστάσεων με ηλιακούς συλλέκτες, που συνδέονται σε υπό κατασκευή υποσταθμό υψηλής τάσης εντός του έργου και διασυνδετική γραμμή υψηλής τάσης περίπου 12 χιλιομέτρων από του υποσταθμό μέχρι το ΚΥΤ Καρδιάς.
Η ετήσια παραγωγή του φτάνει στις 350 γιγαβατώρες. Η συνολική επένδυση ανέρχεται σε 130 εκατ. ευρώ, με περίπου 40% ελληνική συμμετοχή σε υλικά, εξοπλισμό και εργασία. Η παραγόμενη ισχύ θα εξασφαλίσει την παροχή καθαρής ενέργειας σε 75.000 νοικοκυριά, με το ετήσιο όφελος σε επίπεδο εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα να υπολογίζεται σε 320.000 τόνους.
Ολόκληρη η ομιλία του Πρωθυπουργού
«Κύριε Περιφερειάρχα, κύριοι Δήμαρχοι, κυρία και κύριοι Βουλευτές, κύριοι Υπουργοί, αγαπητά στελέχη της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, κύριε Διευθύνοντα Σύμβουλε των ΕΛΠΕ, κυρίες και κύριοι.
Σήμερα, είναι πραγματικά μία ξεχωριστή μέρα για τη Δυτική Μακεδονία, που αποκτά το πρώτο μεγάλο έργο-ορόσημο για τον οικονομικό αλλά και για τον ενεργειακό μετασχηματισμό της. Είναι, όμως, και μια μέρα-ορόσημο για τη χώρα συνολικά, καθώς το έργο το οποίο σήμερα εγκαινιάζουμε συμβολίζει μια συνολική αλλαγή στο ενεργειακό και στο παραγωγικό υπόδειγμα της χώρας.
Γιατί, εδώ, σε αυτό το φωτοβολταϊκό πάρκο της Κοζάνης αποτυπώνονται οι εθνικοί μας στόχοι για φθηνή και καθαρή ενέργεια από τον ήλιο, από τους ανέμους μας, από τα νερά μας, από τη γεωθερμία μας. Ένα μέλλον το οποίο δημιουργεί νέες δουλειές, αλλά τροφοδοτεί όχι απλά με πιο καθαρή αλλά με φθηνότερη ενέργεια τα νοικοκυριά μας, τις επιχειρήσεις μας, τον πρωτογενή μας τομέα, τη μεταποίησή μας, κάνοντας πιο ανταγωνιστική, πιο εξωστρεφή συνολικά την οικονομία μας.
Θυμάμαι ότι πριν από δύο χρόνια ακριβώς, δύο χρόνια και ένα μήνα για την ακρίβεια -αν δεν κάνω λάθος ήταν ή 8 ή 9 Μαρτίου- είχα βρεθεί τότε στο Βερολίνο μαζί με την τότε Καγκελάριο, την κα Merkel, σε ένα πολύ επιτυχημένο forum Ελληνογερμανικής Συνεργασίας και είχαμε εξαγγείλει ως ένα από τα μεγάλα εμβληματικά έργα που αποτύπωναν αυτή τη συνεργασία, το έργο το οποίο εγκαινιάζουμε σήμερα.
Δύο μέρες μετά πήρα την απόφαση να κλείσω τη χώρα και βιώσαμε το πρώτο επώδυνο και τραυματικό κεφάλαιο της πανδημίας του Covid. Κι όμως, δύο χρόνια μετά, σε εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες, το έργο αυτό δεν είναι απλά ένα σχέδιο, δεν είναι μια μακέτα, είναι ένα υλοποιημένο έργο, το οποίο είναι έτοιμο να παράγει φθηνή και καθαρή ενέργεια, η οποία θα μπει στο σύστημά μας εντός των επόμενων εβδομάδων. Αξίζουν λοιπόν πραγματικά θερμά συγχαρητήρια στη διοίκηση αλλά κυρίως στα στελέχη των Ελληνικών Πετρελαίων, στους συνεργάτες της από τη Juwi αλλά και στην τοπική κοινωνία κ. Περιφερειάρχα, κ. Δήμαρχε, γιατί στηρίξατε αυτή την πρωτοβουλία και μπορούμε, σήμερα, να μιλάμε και να παρουσιάζουμε μία πραγματικά εντυπωσιακή επένδυση.
Πιστεύω ότι πρέπει κάποιος να έρθει εδώ να δει το πάρκο αυτό για να αντιληφθεί το μέγεθος της επένδυσης. Μια επένδυση η οποία στοίχισε 130 εκατομμύρια ευρώ. Το 35% -είναι σημαντικό αυτό να το τονίσουμε- ελληνική προστιθέμενη αξία. Δυστυχώς, όπως είπατε κ. Αλεξόπουλε, δεν παράγουμε πάνελ φωτοβολταϊκών στην Ελλάδα, δεν παράγουμε στην Ευρώπη, οπότε αναγκαζόμαστε ακόμα να τα εισάγουμε.
Στην κατασκευή όμως του πάρκου απασχολήθηκαν 350 εργαζόμενοι, ακόμα 40 θα το λειτουργήσουν σε μόνιμη βάση. Οι επιχειρήσεις, οι Δήμοι, τα νοικοκυριά της περιοχής θα έχουν σημαντικό οικονομικό όφελος από τη λειτουργία αυτού του πάρκου.
Και βέβαια μιλάμε για ένα έργο το οποίο συμβολίζει την πράσινη μετάβαση εντός αλλά και εκτός συνόρων. Είναι το μεγαλύτερο φωτοβολταϊκό πάρκο στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, ένα από τα μεγαλύτερα στην Ευρώπη συνολικά. Παράγει ενέργεια -όπως ειπώθηκε και από τους προλαλήσαντες- που καλύπτει τις ανάγκες 75.000 νοικοκυριών. Απαλλάσσει τον πλανήτη από 300.000 τόνους διοξειδίου του άνθρακα. Ενώ θέλω να χαιρετίσω και το γεγονός ότι τελικά η εταιρία κατάφερε και αξιοποίησε καλύτερα τη μισθωμένη έκταση έτσι ώστε, κύριε Περιφερειάρχα, να μπορέσει να αποδώσει πίσω στην περιοχή και στους κτηνοτρόφους της 1.500 στρέμματα τα οποία, τελικά, δεν χρειάστηκαν προκειμένου να αναπτυχθεί το έργο αυτό.
Το τονίζω αυτό διότι είναι πάρα πολύ σημαντικό, καθώς σχεδιάζουμε και υλοποιούμε την πράσινη μετάβαση, να υπάρχει η σύμπνοια και η συνεννόηση με τις τοπικές κοινωνίες ώστε να μην μπούμε σε έναν ατελείωτο ανταγωνισμό ως προς τις χρήσεις γης. Αποδεικνύεται εδώ, σε αυτή την πολύ όμορφη περιοχή, ότι ένα υπερσύγχρονο φωτοβολταϊκό πάρκο μπορεί να συνδυαστεί πολύ καλά με την κτηνοτροφία, με τις παραδόσεις του τόπου, χωρίς η μία χρήση να ανταγωνίζεται την άλλη.
Θέλω επίσης να τονίσω ότι στα πλαίσια των σχεδίων μας για τη δίκαιη μετάβαση -στα οποία θα επανέλθω σε λίγο- ειδικά προγράμματα του ΟΑΕΔ στηρίζουν τοπικές επιχειρήσεις. Είναι προγράμματα ύψους 60 εκατομμυρίων ευρώ για να προσλάβουν 5.500 εργαζόμενους.
Και ξέρω, γιατί είχα βρεθεί στην Κοζάνη πριν από κάποιους μήνες σε μια πολύ εκτενή -πεντάωρη αν θυμάμαι καλά- συζήτηση με όλους τους τοπικούς φορείς, ότι οι κάτοικοι της Δυτικής Μακεδονίας αντιμετωπίζουν πιστεύω καλόπιστα το σχέδιό μας για τη δίκαιη μετάβαση. Έχουν, όμως, ακόμα δισταγμούς και εύλογα ερωτήματα. Και πιστεύω, κ. Περιφερειάρχα, ότι έχετε δίκιο να είστε καχύποπτοι και επιφυλακτικοί διότι αυτό το οποίο θέλετε να δείτε είναι νέα έργα και νέες επενδύσεις στην πράξη, όχι στα λόγια και σίγουρα όχι στα χαρτιά.
Και επειδή εμείς είμαστε μια κυβέρνηση που ό,τι λέμε θέλουμε και να το κάνουμε, έχω ζητήσει από τον αρμόδιο Αναπληρωτή Υπουργό, τον κ. Παπαθανάση, ο οποίος έχει και τη συνολική εποπτεία του Σχεδίου Δίκαιης Μετάβασης, τη μέγιστη δυνατή επιτάχυνση όλων των διαδικασιών ώστε τα πολύ φιλόδοξα σχέδια τα οποία έχουμε αυτή τη στιγμή αποτυπωμένα στο χαρτί να μπορούν να υλοποιηθούν και στην πράξη.
Πρέπει να σας πω ότι στα πλαίσια όλων των κινήτρων τα οποία δρομολογούνται από όλα τα πιθανά χρηματοδοτικά εργαλεία -να ευχαριστήσω και τον Κωστή Μουσουρούλη ξεχωριστά για τη δουλειά που έκανε προετοιμάζοντας το σχέδιο αυτό- είναι πια εξαιρετικά ελκυστικό για έναν επενδυτή να εγκατασταθεί και να δημιουργήσει παραγωγική δραστηριότητα στην Δυτική Μακεδονία. Και αυτός ήταν εξαρχής ο στόχος. Και πρέπει να σας πω ότι υπάρχει ήδη πολύ μεγάλο, απτό ενδιαφέρον από επενδυτές, οι οποίοι ήδη αποκτούν εκτάσεις γης για νέες παραγωγικές επενδύσεις. Μιλάμε για τις επενδύσεις εκείνες, αγαπητέ Γιώργο, που θα δημιουργήσουν πολλές θέσεις εργασίας και θα μπορέσουν να αναπληρώσουν την απώλεια των θέσεων εργασίας από το λιγνίτη.
Αλλά μιας και είμαστε εδώ και μιλάμε για μια νέα μεγάλη επένδυση, θεωρώ ότι είναι μία ευκαιρία, κυρίες και κύριοι, να αποδομήσουμε ξανά δύο ευρέως διακινούμενους μύθους: πρώτα τον μύθο της δήθεν βίαιης απολιγνιτοποίησης και δεύτερον τον μύθο του για πάντα διαθέσιμου «φτηνού» λιγνίτη.
Νομίζω ότι ξέρετε πολύ καλύτερα από εμένα ότι η απολιγνιτοποίηση είναι μία διαδικασία η οποία έχει δρομολογηθεί εδώ και μία δεκαετία. Ξεκίνησε ουσιαστικά το 2010 με μία σταδιακή απόσυρση παλιών λιγνιτικών μονάδων. Και βέβαια η αξιωματική αντιπολίτευση, η οποία μας ασκεί σήμερα κριτική, θα πρέπει να της θυμίσουμε ότι όσα χρόνια κυβερνούσε η παραγωγή ρεύματος από λιγνίτη μειώθηκε κατά 50%. Επαναλαμβάνω, κατά 50%. Από 19,5 τεραβατώρες ετησίως σε 10 τεραβατώρες ετησίως.
Είναι, λοιπόν, τουλάχιστον προκλητικό να χύνουν κάποιοι κροκοδείλια δάκρυα. Κάποιοι κλαίνε για τον λιγνίτη όταν δεν έκαναν ουσιαστικά τίποτα για να προετοιμάσουν την περιοχή για τη μέρα μετά το λιγνίτη. Διότι αυτό το οποίο γίνεται σήμερα στη Δυτική Μακεδονία ήταν μία διαδικασία προδιαγεγραμμένη, διότι η απόφαση της σταδιακής μείωσης της συμμετοχής του λιγνίτη στην ηλεκτροπαραγωγή ήταν σωστή, παραμένει σωστή και επιβεβλημένη. Όχι μόνο για περιβαλλοντικούς λόγους, αλλά και για οικονομικούς λόγους.
Ο λιγνίτης είναι ακριβός και ρυπογόνος. Υπό κανονικές συνθήκες πολύ ακριβότερος από το φυσικό αέριο. Πάντα ακριβότερος από τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας λόγω των πολύ υψηλών δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων. Και έπρεπε να συμβεί ένας πόλεμος αυτού του μεγέθους που οδήγησε το φυσικό αέριο σχεδόν σε δεκαπλάσια τιμή για να γίνει προσωρινά -το τονίζω- προσωρινά πιο φθηνή η παραγωγή ενέργειας από λιγνίτη.
Αποτελεί, λοιπόν, ο λιγνίτης μια λύση ανάγκης σε δεδομένη χρονική στιγμή, η οποία έρχεται να υποκαταστήσει το συγκυριακά ακριβότερο και όχι εν αφθονία πλέον -λόγω του αποκλεισμού της ρωσικής οικονομίας- φυσικό αέριο. Και το πρόβλημα αυτό είναι κοινό για όλη την Ευρώπη, όχι μόνο για την Ελλάδα.
Γι’ αυτό και όλες οι Ευρωπαϊκές χώρες προχωρούν σε κάποιες μικρές τροποποιήσεις των σχεδίων που έχουν δρομολογήσει για την ενεργειακή τους μετάβαση, με σκοπό να βρουν ενδιάμεσες -το τονίζω- ενδιάμεσες εναλλακτικές πηγές παραγωγής ενέργειας, να καλύψουν τις ανάγκες τους και να εξασφαλιστούν και για τα πιθανά χειρότερα σενάρια ως προς την ασφάλεια της τροφοδοσίας τους.
Σε μία αχαρτογράφητη, λοιπόν, συγκυρία η πολιτική μας οφείλει να είναι ευέλικτη. Να προσαρμόζεται δηλαδή στις πρόσκαιρες απαιτήσεις, χωρίς όμως σε καμία περίπτωση να χάνει τον κεντρικό της προσανατολισμό. Και οι όποιες μικρές, διορθωτικές παρεμβάσεις γίνουν στο Εθνικό Σχέδιο Ενέργειας και Κλίματος, αγαπητέ μου Υπουργέ, σε καμία περίπτωση -θα το τονίσω αυτό- δεν θα θέσουν σε αμφισβήτηση τους φιλόδοξους στόχους που έχουμε θέσει για τη μείωση των εκπομπών του αερίου του θερμοκηπίου κατά 55% το 2030 και βέβαια την κλιματική ουδετερότητα έως το 2050.
Ναι, για την επόμενη διετία σίγουρα είναι λογικό να αυξήσουμε την παραγωγή ενέργειας από λιγνίτη, μεγιστοποιώντας, αυξάνοντας κατά 50% την εξόρυξή του ώστε να μειώσουμε βραχυπρόθεσμα την εξάρτησή μας από το φυσικό αέριο. Αυτό είναι ένα προσωρινό μέτρο και σε αυτό το νέο περιβάλλον, είναι επίσης βέβαιο ότι η νέα μονάδα την οποία κατασκευάζει η ΔΕΗ, Πτολεμαΐδα 5, θα λειτουργήσει ως λιγνιτική μονάδα για τα επόμενα χρόνια. Εκτιμώ, το πιο πιθανό, ως το 2028. Και αν χρειάζεται να παραμείνουν σε λειτουργία κάποιες από τις πιο σύγχρονες παλιές μονάδες της ΔΕΗ, όπως η Μελίτη, ο Άγιος Δημήτριος 5, αυτό είναι κάτι το οποίο θα αξιολογηθεί ανάλογα με τις ανάγκες της στιγμής, αλλά και ανάλογα φυσικά με τη διαμόρφωση των τιμών και τη διαθεσιμότητα του φυσικού αερίου.
Αυτό το οποίο θέλω να επαναλάβω είναι ότι αυτή η προσαρμογή του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα δεν καθυστερεί, δεν αναβάλλει και δεν μειώνει σε καμία περίπτωση όλες τις δράσεις του προγράμματος για τη δίκαιη μετάβαση που συνοδεύει την πολιτική της απολιγνιτοποίησης. Διότι αυτή είναι μία στρατηγική επιλογή, είναι μία επιλογή αδιαπραγμάτευτη. Όπως σας έχω πει πολλές φορές, είναι ένα προσωπικό δικό μου στοίχημα και αυτές τις πολιτικές μας θα τις υλοποιήσουμε και το μέλλον της Δυτικής Μακεδονίας την επόμενη θα είναι καλύτερο από το παρελθόν της και καλύτερο από το παρόν της.
Είναι, όμως, επίσης φανερό ότι καμία παγκόσμια πυρκαγιά αυτής της έκτασης δεν μπορεί να σβήσει, κυρίες και κύριοι, μόνο με εθνικά μέσα. Γι’ αυτό και η Ελλάδα πρωτοστατεί στη διαμόρφωση μιας ευρωπαϊκής πολιτικής, αφενός για την ενιαία προμήθεια και αποθήκευση φυσικού αερίου, αλλά και από την άλλη για τον καθορισμό μιας ανώτατης τιμής στη χονδρεμπορική αγορά του φυσικού αερίου. Καθώς -όπως ξέρετε καλά- το μεγαλύτερο πρόβλημα το οποίο αντιμετωπίζουμε σήμερα είναι η σύνδεση της πολύ υψηλής τιμής του φυσικού αερίου με τις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας. Αυτή η σύνδεση είναι που συμπαρασύρει τις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας προς τα πάνω και δυστυχώς οδηγεί στην επιβάρυνση λογαριασμών για νοικοκυριά και επιχειρήσεις σε όλη την Ευρώπη. Όλη η Ευρώπη αντιμετωπίζει σήμερα τα ίδια προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα μας.
Όμως εμείς έχουμε χαράξει τις δικές μας εθνικές γραμμές άμυνας. Γνωρίζετε ότι κάθε μήνα επιδοτούμε λογαριασμούς ηλεκτρικής ενέργειας, φυσικού αερίου και θα εξακολουθούμε να το κάνουμε για να μειώσουμε, όσο είναι δυνατόν και όσο μας το επιτρέπουν τα δημοσιονομικά μας περιθώρια, τη σημαντική αυτή επίπτωση στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών μας. Ταυτόχρονα, βέβαια, φροντίζουμε και για την επόμενη και τη μεθεπόμενη μέρα. Ανοιγόμαστε σε άλλες πηγές υγροποιημένου αερίου, μελετάμε και είμαστε έτοιμοι -εφόσον χρειαστεί- να προσθέσουμε μία νέα πλωτή δεξαμενή αποθήκευσης φυσικού αερίου στη Ρεβυθούσα.
Και ταυτόχρονα -και αυτή είναι, ίσως, η πιο σημαντική πτυχή της πολιτικής μας, για να επιστρέψω από εκεί που ξεκίνησα- επιταχύνουμε όσο μπορούμε περισσότερο την αδειοδότηση και την εγκατάσταση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στη χώρα μας.
Έχουμε αυτή τη στιγμή υποδεχθεί πολλά περισσότερα σχέδια ισχύος ΑΠΕ από αυτά που έχουμε ανάγκη ως χώρα. Αυτό το οποίο οφείλουμε να κάνουμε αυτή τη στιγμή -και αυτή είναι η κατεύθυνση που έχω δώσει στο Υπουργείο- είναι ταχύτατα να προχωρήσουμε σε νομοθετικές παρεμβάσεις που να αφορούν την αδειοδοτική επιτάχυνση, αλλά και τη χωροταξική τακτοποίηση όλων αυτών των σχεδίων ώστε να προχωρήσουν με τη μέγιστη δυνατή ταχύτητα.
Θα το ξαναπώ ακόμα μια φορά: οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, είτε μιλάμε για την αιολική ενέργεια, είτε μιλάμε πρωτίστως για την ηλιακή ενέργεια, είναι σήμερα η φτηνότερη και η ασφαλέστερη μορφή ενέργειας την οποία μπορούμε να παράγουμε. Ο Θεός μας τη χάρισε χωρίς να τσιγκουνεύεται. Το διαπιστώνουμε εξάλλου και σήμερα. Και η Ελλάδα θα γίνει πρωταγωνίστρια στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Θα υιοθετήσει νέες καινοτόμες τεχνολογίες, όπως τα αιολικά στη θάλασσα. Είμαστε έτοιμοι να καταθέσουμε το σχετικό νομικό πλαίσιο που θα προσδιορίζουμε τον τρόπο αδειοδότησης και υλοποίησης έργων μεγάλης κλίμακας ως προς τα αιολικά στη θάλασσα.
Ταυτόχρονα, όμως, θα εξασφαλίσουμε ότι τα έργα αυτά ΑΠΕ θα γίνουν σε περιοχές όπου δεν θα έχουμε έντονες συγκρούσεις με τοπικές κοινωνίες, γιατί τα έργα αυτά δεν μπορούν να ανταγωνίζονται άλλες χρήσεις γης ή να παρεμβαίνουν με τρόπο υπερβολικό στο φυσικό μας τοπίο. Αυτή είναι η άσκηση, αυτή είναι η εξίσωση την οποία καλούμαστε να λύσουμε και είμαστε σε θέση να το κάνουμε.
Και, βέβαια, όταν θα σκεφτούμε την μεθεπόμενη μέρα θα αντιληφθούμε ότι χρειαζόμαστε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και για να παράγουμε πράσινο υδρογόνο. Εδώ θέλω πραγματικά να συγχαρώ τον Περιφερειάρχη, τον Γιώργο Κασαπίδη, ο οποίος από την πρώτη στιγμή αναγνώρισε τη μεγάλη σημασία της οικονομίας του υδρογόνου και έχει ένα πολύ φιλόδοξο σχέδιο για τη Δυτική Μακεδονία: το ονομάζουμε «Λευκό Δράκο», «White Dragon», που κινητοποιεί πολλές εταιρείες ώστε να γίνει η Δυτική Μακεδονία κέντρο παραγωγής και διανομής πράσινου υδρογόνου αλλά και κέντρο ανάπτυξης τεχνογνωσίας γύρω από το πράσινο υδρογόνο. Θέλω να ξέρεις, Γιώργο, ότι αυτή την πρωτοβουλία θα τη στηρίξω προσωπικά σε ευρωπαϊκό επίπεδο και ότι υπάρχει πάρα πολύ μεγάλο ενδιαφέρον σήμερα από την Ευρώπη για τέτοια μεγάλα εμβληματικά έργα τα οποία αφορούν το πράσινο υδρογόνο.
Ταυτόχρονα, για να κλείσω αυτή τη σύντομη θεώρηση του πώς διαμορφώνεται η νέα μας ενεργειακή πολιτική, έχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία να μπορούμε να διασυνδέουμε τις αγορές ενέργειας με τους γείτονές μας. Να μην είμαστε δηλαδή μια αδύναμη ενεργειακή νησίδα. Και προς αυτή την κατεύθυνση κινούνται και οι συμφωνίες με τους γείτονές μας αλλά και η προοπτική διασύνδεσης του συστήματος ηλεκτρικής ενέργειας με την Αίγυπτο.
Όπως ξέρετε, μελετάμε και θα υλοποιήσουμε ένα καλώδιο μεγάλης χωρητικότητας το οποίο θα έχει τη δυνατότητα να μεταφέρει ενέργεια από την Αίγυπτο προς την Ελλάδα ή από την Ελλάδα προς την Αίγυπτο. Ένα σχέδιο ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος το οποίο και αυτό πιστεύω ότι θα έχει την αμέριστη στήριξη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Όμως, η ενεργειακή μας θωράκιση -και να κλείσω με αυτό- πρέπει να είναι εξασφαλισμένη και σίγουρη σε μόνιμη βάση. Kαι αυτό -θα το ξαναπώ- μας το προσφέρουν ο αέρας, ο ήλιος, τα νερά μας, η γεωθερμία μας, σε συνδυασμό με νέα έξυπνα συστήματα αποθήκευσης και με έξυπνο λογισμικό διαχείρισης των αναγκών του δικτύου, θα μπορέσουν να μας κάνουν πραγματικά ανεξάρτητους.
Και άκουσα με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον ότι τα Ελληνικά Πετρέλαια προτίθενται να συμπληρώσουν αυτή την εντυπωσιακή επένδυση με μία νέα εγκατάσταση αποθήκευσης ενέργειας, μπαταρίες δηλαδή, μεγάλες μπαταρίες, οι οποίες θα μπορούν για τουλάχιστον τρεις ώρες να προσθέτουν ενέργεια στο δίκτυο όταν πια ο ήλιος θα δύει και το φωτοβολταϊκό δεν θα μπορεί να παράγει ενέργεια. Προσέξτε, γιατί αυτό έχει ξεχωριστή σημασία διότι τις μέρες το καλοκαίρι που δεν φυσάει, η μεγάλη πίεση στο σύστημά μας είναι συνήθως από τις 20:00 έως τις 23:00 το βράδυ, όταν υπάρχουν δηλαδή ανάγκες στα νοικοκυριά αλλά τα φωτοβολταϊκά δεν μπορούν να λειτουργήσουν. Άρα το να μπορούμε να καλύπτουμε αυτά τα κενά στην ημερήσια κατανομή της ζήτησης της ηλεκτρικής ενέργειας, αυτό έχει μία ξεχωριστή σημασία.
Και βέβαια η κυβέρνηση θα καταθέσει και η χώρα θα έχει σύντομα τον πρώτο της κλιματικό νόμο, στον οποίο θα θέσουμε δεσμευτικούς όρους για το πώς θα πετύχουμε τους στόχους μας για το 2030, για το 2040, για το 2050. Και πιστεύω ότι θα είμαστε έτοιμοι και τον επόμενο μήνα, σε συνεργασία με εξαιρετικούς συμβούλους τους οποίους χρησιμοποιούμε, να εξαγγείλουμε και να παρουσιάσουμε πώς αντιλαμβανόμαστε αυτή την πορεία της μείωσης των εκπομπών μας, όχι μόνο μέχρι το 2030 αλλά και μετά. Και, κυρίως, ποιες είναι οι ευκαιρίες οι οποίες γεννιούνται από αυτή την μετάβαση.
Να κλείσω ενθυμούμενος μία επίσκεψη την οποία είχα κάνει στην περιοχή σας, στην Κοζάνη, το 2008, όταν ήμουν τότε Πρόεδρος της Επιτροπής Περιβάλλοντος. Είχα επισκεφτεί την Ακρινή, έχουμε μαζί μας και εκπροσώπους της τοπικής κοινωνίας. Ήταν πολύ φορτισμένη τότε η συζήτηση, όπου αρχίζαμε να βλέπουμε από τότε ότι ο λιγνίτης δεν μπορεί να μας πάει πάρα πολύ μακριά. Αλλά δεν ήμασταν καθόλου σίγουροι τότε, δεν γνωρίζαμε αρκετά για το πώς θα μπορέσουμε να κάνουμε τη μετάβαση.
Σήμερα είμαστε έτοιμοι να μπορούμε να κάνουμε αυτή τη μετάβαση και οι κάτοικοι περιοχών, Δήμων, οικισμών που έχουν ταλαιπωρηθεί από τον λιγνίτη να μπορούν επιτέλους να έχουν το όφελος από τη φθηνή πράσινη ενέργεια την οποία μπορούμε να παράγουμε.
Αυτού του είδους τις συνεννοήσεις επιθυμώ να έχω με τις τοπικές κοινωνίες σε ολόκληρη την Ελλάδα ώστε να μετατρέψουμε την πράσινη ενέργεια από ένα θεωρητικό σχέδιο σε μία πραγματική αναπτυξιακή ευκαιρία για τη χώρα μας. Να πετύχουμε, επιτέλους, την ενεργειακή ανεξαρτησία, αλλά να συμβάλουμε κι εμείς -στο βαθμό που μας αναλογεί- σε αυτήν την παγκόσμια προσπάθεια την οποία όλοι πρέπει να κάνουμε, να περιορίσουμε τις εκπομπές του αερίου του θερμοκηπίου, ώστε να μπορούμε να παραδώσουμε με ασφάλεια στα παιδιά μας έναν πλανήτη ο οποίος δεν θα κινδυνεύει από κλιματικό αφανισμό.
Αυτή είναι η υποχρέωσή μας και νομίζω αγαπητέ κ. Σιάμισιη, ότι το έργο το οποίο εγκαινιάζουμε σήμερα είναι ένα σημαντικό βήμα σε αυτήν την κατεύθυνση.
Σας ευχαριστώ πολύ και εύχομαι πάντα επιτυχίες»