Ο Γενικός Γραμματέας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών Αντόνιο Γκουτέρες καταδίκασε, με μια ανακοίνωση που έδωσαν στη δημοσιότητα οι υπηρεσίες του την Τετάρτη, τη νέα «σθεναρή κλιμάκωση της σύρραξης στην Υεμένη», αναφερόμενος στις αεροπορικές επιδρομές που έπληξαν τη Δευτέρα τη Σαναά και στις εκτοξεύσεις βαλλιστικών πυραύλων εναντίον της Σαουδικής Αραβίας σε αντίποινα.
Οι αεροπορικές επιδρομές της αραβικής συμμαχίας υπό την ηγεσία του Ριάντ στοχοθέτησαν κυβερνητικό κτίριο σε πυκνοκατοικημένη συνοικία της πρωτεύουσας της Υεμένης.
Την Τετάρτη, δύο βαλλιστικοί πύραυλοι εκτοξεύθηκαν από τους σιίτες αντάρτες Χούθι της Υεμένης, οι οποίοι υποστηρίζονται από το Ιράν, εναντίον της σαουδαραβικής πρωτεύουσας Ριάντ.
Ο ΓΓ «είναι βαθιά ανήσυχος» για τις εξελίξεις αυτές, ανέφερε η ανακοίνωση που διένειμε στα ΜΜΕ ο εκπρόσωπός του Στεφάν Ντουζαρίτς, και «προτρέπει τα μέρη να απόσχουν από οποιαδήποτε νέα κλιμάκωση» προκειμένου να μην εξαλειφθούν «οι πιθανότητες να υπάρξει ειρήνη».
Ο Αντόνιο Γκουτέρες υπενθύμισε παράλληλα σε όλα τα μέρη στη σύγκρουση ότι οφείλουν «να λαμβάνουν μέτρα για να προστατεύονται οι άμαχοι».
Από τον Νοέμβριο, οι Χούθι έχουν κλιμακώσει τις εκτοξεύσεις βαλλιστικών πυραύλων εναντίον της Σαουδικής Αραβίας, στοχοθετώντας σε πολλές περιπτώσεις το Ριάντ.
Η Σαουδική Αραβία επενέβη τον Μάρτιο του 2015 στον πόλεμο στην Υεμένη, επικεφαλής μιας στρατιωτικής συμμαχίας κυρίως αραβικών κρατών, στο πλευρό της διεθνώς αναγνωρισμένης κυβέρνησης, που αναγκάστηκε να μεταφέρει την έδρα της στο Άντεν, στον νότο.
Οι Χούθι, οι αντάρτες που ανήκουν στη μειονότητα των ζαϊδιτών, ενός παρακλαδιού του σιισμού, ελέγχουν την πρωτεύουσα Σαναά, το βόρειο και μεγάλο μέρος του δυτικού τμήματος της Υεμένης.
Ο πόλεμος στην Υεμένη έχει στοιχίσει τη ζωή σε τουλάχιστον 10.000 ανθρώπους, έχει τραυματίσει πάνω από 54.000 άλλους κι έχει προκαλέσει τη «χειρότερη ανθρωπιστική κρίση στον κόσμο», σύμφωνα με τον ΟΗΕ.