Της Αγγελικής Κώττη
Επί έναν αιώνα σκάβει στον Κεραμεικό των Αθηνών το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο, με μια μικρή διακοπή λόγω Β ' Παγκοσμίου Πολέμου. Η Γιούτα Στρότσεκ έχει αφιερώσει μεγάλο μέρος της επαγγελματικής ικμάδας της και του αρχαιολογικού πάθους στον αρχαιολογικό αυτόν χώρο. Ποιος θα ήταν, λοιπόν, καταλληλότερος να γράψει ένα βιβλίο για τον Κεραμεικό από τη διευθύντρια της ανασκαφής του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου; Η κυρία Στρότσεκ παρουσιάζει στην πραγματικά πολύτιμη έκδοση (Bibliopolis) με συνοπτικό τρόπο τα ανασκαφικά και ερευνητικά αποτελέσματα των τελευταίων 25 ετών στο βιβλίο με τίτλο «Ο Κεραμεικός των Αθηνών - Ιστορία και μνημεία εντός του αρχαιολογικού χώρου».
Το αρχαιολογικό πάρκο του Κεραμεικού περιλαμβάνει μια έκταση 38.500 τ.μ. Η περιοχή ορίζεται από δύο μεγάλους δρόμους, την οδό Πειραιώς στα δυτικά και την οδό Ερμού στα νότια. Στα βορειοανατολικά συνορεύει με τις μικρότερες οδούς Σαλαμίνος, Ασωμάτων και Μελιδόνη. Ο αρχαιολογικός χώρος, που έχει ανασκαφεί μέχρι το αρχαίο επίπεδο της κλασικής περιόδου, φθάνει σε βάθος μέχρι και 7 μ. κάτω από τη σημερινή επιφάνεια των δρόμων που τον περιβάλλουν.
Εργο ζωής
Εκτός από κορυφαίος αρχαιολογικός χώρος, ο Κεραμεικός είναι επίσης σπάνιος βιότυπος, και ο Ηριδανός που τον διασχίζει ακάλυπτος σε κάποια σημεία συμβάλλει ιδιαιτέρως σε αυτό. Η συγγραφέας παρουσιάζει και την ιστορία του ποταμού, με αναφορές από την προϊστορική και τη μυκηναϊκή κοίτη, και με την κτιστή κοίτη από το 479 π.Χ., οπότε ο ποταμός παροχετεύθηκε κοντά στις πύλες για να κτιστεί το τείχος της πόλης. Σήμερα, το μοναδικό παροχετευμένο τμήμα που είναι προσβάσιμο, βρίσκεται εκεί. Τα νερά του χρησιμοποιούνταν, εκτός των άλλων, και για εργαστήρια που υπήρχαν εκεί. Εργαστήρια κυρίως κεραμέων, εξ ου και το όνομα της περιοχής. Επίσης, είχε γέφυρες.
Ανάμεσα στις μικρές και μεγάλες οδικές μαρτυρίες που διανοίχτηκαν, ήταν και η Ιερά Οδός, η οποία οδηγούσε από το Ελευσίνιο στους πρόποδες της Ακρόπολης, προς το ιερό της Ελευσίνας και ακολουθούσε τη νότια όχθη του Ηριδανού.
Οσοι τον ταυτίζουν αποκλειστικά με το αρχαίο νεκροταφείο, δεν έχουν δίκιο, καθώς ο Κεραμεικός κατά την αρχαιότητα είχε επίσης οικίες, εργαστήρια και ήταν ο τόπος από όπου ξεκινούσε η πομπή για την Ελευσίνα στο πλαίσιο των Ελευσινίων Μυστηρίων. Η διαπρεπής αρχαιολόγος παρουσιάζει συστηματικά και ανά είδος και τοπογραφική θεώρηση τα ευρήματα, τα οποία έχουν πολλαπλασιαστεί κατά τα 25 χρόνια στα οποία αναφέρεται.
Εως και τον πρώιμο 19ο αιώνα, η έρευνα για τον Κεραμεικό περιοριζόταν, κατά κύριο λόγο, στη μελέτη των αρχαίων πηγών που αναφέρονταν στην ομώνυμη οδό προς την Ακαδημία, ονομασία που συμπεριλάμβανε και την γύρω της οδού περιοχή με τα παρόδια μνημεία, σύμφωνα με την συγγραφέα. Το 1688 ο Φρ. Μοροζίνι (αυτός που ανατίναξε τον Παρθενώνα) πήρε ένα μαρμάρινο λιοντάρι από εκεί και το πήγε στη Βενετία, όπου βρίσκεται μέχρι σήμερα (μπροστά από το Αρσενάλε). Προφανώς και δεν ήταν η μοναδική κλοπή. Ακολούθησαν, στις αρχές του 19ου αιώνα, ανασκαφές υπό τον Γάλλο πρέσβη Λ.Φ.Σ. Φοβέλ, ο οποίος μεταξύ 1807 και 1813 έψαχνε το Δίπυλο. Μέρος των ευρημάτων του κατέληξε στο Παρίσι.
Στον 18ο αιώνα
Κατά τον 18ο αιώνα εντάθηκε το ενδιαφέρον για την τοπογραφία της κλασικής Αθήνας και καταβλήθηκαν προσπάθειες να ταυτιστεί η περιοχή σύμφωνα με όσα έλεγαν οι αρχαίες πηγές, σημειώνει η Γιούτα Στρότσεκ. Γενικώς, πάντως, η περιοχή γύρω από τον ναό της Αγίας Τριάδας, όπου τότε εικαζόταν ότι βρίσκεται το Δίπυλο, προσέλκυε ερασιτέχνες ανασκαφείς πολύ πριν αρχίσουν οι συστηματικές έρευνες του 1863. Τις οποίες διενήργησε η Αρχαιολογική Εταιρεία, με πρώτους υπεύθυνους τον Κυριακό Πιττάκη και τον Α. Σ. Ρουσόπουλο. Η πρώτη ανάγλυφη επιτύμβια στήλη που βρέθηκε ήταν των αδελφών Αγάθωνος και Σωσικράτους από την Ηράκλεια, εντοπίσθηκε πριν ξεκινήσει η δική τους ανασκαφή, η οποία συνεχίστηκε με την αποκάλυψη του συνόλου των μνημείων στις παρυφές της Οδού των Τάφων, από το γωνιακό άνδηρο και τον περίβολο του Δεξίλεω μέχρι το ανάγλυφο του Χάροντα. Από τότε ήδη, τονίζει η Γ. Στρότσεκ, λήφθηκαν μέτρα αποκατάστασης, συντήρησης και προστασίας των μνημείων, με την τοποθέτηση, για πρώτη φορά τον Μάιο του 1863 φυλακίου στον χώρο.
Εδώ υπάρχει ένα σημαντικό αξιομνημόνευτο γεγονός. Τα μνημεία της κλασικής περιόδου στον χώρο αυτόν είχαν παραμείνει στο σημείο που είχαν τοποθετηθεί αρχικά. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει το μνημείο του Δεξίλεω, για τον οποίο έχει γράψει και ποίημα ο Κωστής Παλαμάς.( ?μ? Δεξίλεο μ? λέν, παιδ? ε?μαι τ?ς ?θήνας,/ πολέμησα κα? νίκησα κ? ?γ? γι? τ?ν πατρίδα./ Σ? λίγο ? θάνατος ?ρμάει κι ?λύπητα κ? ?μένα/ μ? παίρνει ?π? τ?ν γ?ν α?τή, μ? φέρνει σ? ?λλον κόσμο.)
Ο Δεξίλεως ήταν ένας εικοσάχρονος ιππέας, που έπεσε μαχόμενος για την πόλη της Αθήνας. Είχε ενταφιαστεί τιμητικά σε Πολυάνδριο, όμως είχε τιμηθεί και με ακόμα ένα μνημείο, στον οικογενειακό του περίβολο.
Οι ανασκαφές συνεχίστηκαν το 1870 υπό τη διεύθυνση του Σ. Α. Κουμανούδη και εκείνη την περίοδο εντοπίστηκαν όντως η Ιερά Πύλη και το Δίπυλο, το ρωμαϊκό Πομπείον και το προτείχισμα. Το 1913, με διακρατική συμφωνία, η διεξαγωγή των ανασκαφών ανατέθηκε στο Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο. Οι δύο πρώτοι διευθυντές είχαν συνεργαστεί στην έρευνα του χώρου με Ελληνες συναδέλφους τους. Λόγω του Β'' Παγκοσμίου Πολέμου, οι έρευνες διακόπηκαν από το 1943 έως το 1955, δίνοντας πλήθος πολύ σημαντικών ευρημάτων. Ας προσθέσουμε επίσης ότι κατά τη δεκαετία του ''90 έξω από τον οργανωμένο αρχαιολογικό χώρο, και συγκεκριμένα σε οικόπεδο επί της οδού Σαλαμίνας, βρέθηκε πολυάνδριο με νεκρούς του Πελοποννησιακού Πολέμου από την αρχαιολόγο Χάρη Στούπα, της τότε Γ'' Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Αθηνών. Ετσι, εντοπίσθηκε η συνέχεια του Δημοσίου Σήματος, του μεγάλου δρόμου με τα παρόδια νεκροταφεία στα οποία υπήρχαν τάφοι επιφανών νεκρών, που οι αρχαιολόγοι αναζητούσαν δεκαετίες.
Υπέροχα γλυπτά εμφανίζονται σε τάφους κατά την αρχαϊκή εποχή. Κούροι, σειρήνες, σφίγγες (θεότητες που σχετίζονται με τον Κάτω Κόσμο) και άλλα δαπανηρά μνημειακά γλυπτά ξεχωρίζουν και πολλά φυλάσσονται στο μουσείο. Κατόπιν, ανάγλυφες επιτύμβιες στήλες μεγάλης ομορφιάς και σπουδαιότητας καλύπτουν τον χώρο.
Στο θαυμαστό βιβλίο της, η επιφανής αρχαιολόγος αναφέρεται διεξοδικά και στα άλλα στοιχεία του Κεραμεικού: σε μνημεία όπως το Δίπυλο και το Πομπείον, σε άλλα δημόσια κτίρια, σε κατοικίες, σε εργαστήρια, στο τείχος της αρχαίας πόλης. Σε όλα τα κεφάλαια και υποκεφάλαια οι πληροφορίες είναι χρονολογικά ταξινομημένες, ούτως ώστε να βλέπουμε τη μεταμόρφωση κάθε σημείου διαχρονικά.
Εν ολίγοις, πρόκειται για μία έκδοση που ενώ έχει καθαρά επιστημονικό χαρακτήρα, μπορεί να ενημερώσει και να κατευθύνει οποιονδήποτε ενδιαφερόμενο να καταλάβει τον χαρακτήρα, την Ιστορία και την εξέλιξη του Κεραμεικού, ενός από τα εμβληματικότερα τοπόσημα της αρχαίας Αθήνας. Ο αναγνώστης θα αποκτήσει πολλές και ενδιαφέρουσες πληροφορίες, που όλες έχουν ελεγχθεί επιστημονικά μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια. Πραγματικά, ένα έργο ζωής!