Η πρόσφατη υπογραφή της ελληνοαμερικανικής Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας (MDCA) έχει προκαλέσει μια δημόσια συζήτηση σχετικά με τα θετικά και αρνητικά σημεία της. Η αναπόφευκτη σύγκριση με την ελληνογαλλική συμφωνία περιπλέκει την κατάσταση, αφού δημιουργεί σύγχυση και προβληματισμό. Υπάρχουν πέντε ερωτήσεις που χρήζουν απαντήσεων.
1. Γιατί έπρεπε η Ελλάδα να υπογράψει μια νέα συμφωνία με τις ΗΠΑ;
Η προηγούμενη συμφωνία έχει υπογραφεί το 1990 και δεν εξυπηρετούσε πλέον τις ανάγκες δυό πλευρών. Σε μια εποχή που η προσοχή της Αμερικής στρέφεται προς την περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού, οι ευρωπαϊκές χώρες καλούνται να αναλάβουν το μερίδιο που τους αναλογεί στην υπόθεση της κοινής άμυνας. Η Ελλάδα είναι μια από τις ελάχιστες ευρωπαϊκές χώρες όπου η αμερικανική στρατιωτική παρουσία αναβαθμίζεται. Η σύμπλευση μας με τις ΗΠΑ είναι μια στρατηγική επιλογή που ξεκίνησε με το Δόγμα Τρούμαν το 1947 και συνεχίζεται ανελλιπώς μέχρι σήμερα. Σε έναν κόσμο γεμάτο ανασφάλεια και συγκρούσεις δεν υπάρχουν περιθώρια για «ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική». Αν δεν είμαστε με τους Αμερικανούς, τότε με ποιον; Τη Ρωσία, την Κίνα ή μήπως την Κούβα;
2. Καλά όλα αυτά, αλλά τι κερδίζει πραγματικά η Ελλάδα;
Η συμφωνία επιτρέπει στην αμερικανική πλευρά να εντάξει τον ελλαδικό χώρο στους μακροχρόνιους γεωστρατηγικούς σχεδιασμούς της. Συνιστά μια μεγάλη αναβάθμιση της Ελλάδας που την καθιστά προπύργιο της Δύσης στην Ανατολή. Η χώρα μας γίνεται front state απέναντι σε αναθεωρητικές δυνάμεις, όπως είναι η Ρωσία και η Τουρκία. Αυτή η αναβάθμιση θα ενισχύσει τον ρόλο της Ελλάδας μέσα στην ΕΕ στα πλαίσια της συζήτησης για τη στρατηγική αυτονομία.
Ταυτόχρονα, η δημιουργία αμερικανικής βάσης στην Αλεξανδρούπολη αλλάζει τα δεδομένα στο μέτωπο της Δυτικής Θράκης. Αν και οι προβλέψεις στις διεθνείς σχέσεις είναι παρακινδυνευμένη υπόθεση, η «μάχη του Έβρου» δεν πρόκειται να επαναληφθεί. Η Άγκυρα πολύ δύσκολα θα ξαναστείλει τους εγκάθετους της να παραβιάσουν τα ελληνικά σύνορα.
3. Μόνο αυτά είναι τα οφέλη μας από τη συμφωνία δηλαδή;
Η συμφωνία συμβάλλει στη βελτίωση της εικόνας της Ελλάδας στην Αμερική. Η χώρα μας μπαίνει πάλι στο επίκεντρο του αμερικανικού οικονομικού ενδιαφέροντος, όπως δείχνουν οι επενδύσεις της Microsoft και άλλων αμερικανικών εταιρειών. Επιτέλους, η Ελλάδα αναγνωρίζεται ως μια ισχυρή φιλελεύθερη δημοκρατία που ξέρει που πατά και που βρίσκεται. Η επιστολή του Αμερικανού ΥΠΕΞ Μπλίνκεν μπορεί να μην έχει νομική ισχύ, αλλά αντανακλά το κλίμα που δημιουργείται για την Ελλάδα στις ΗΠΑ. Το γεγονός ότι η επιστολή αναφέρεται σε κοινές αξίες που συνδέουν τις δύο χώρες δεσμεύει πολιτικά τη διοίκηση Μπάιντεν έναντι της Αθήνας. Στο χέρι μας είναι να αξιοποιήσουμε τη δυναμική που αναπτύσσεται στις διμερείς σχέσεις για να αποκομίσουμε επιπρόσθετα οφέλη.
4. Όλα αυτά ακούγονται κάπως θεωρητικά. Θα πολεμήσουν μαζί μας οι Αμερικανοί αν χρειαστεί;
Οι δύο χώρες το έκαναν πολλές φορές στο παρελθόν. Αμερικανοί φιλέλληνες πολέμησαν για την ελευθερία του τόπου μας, ενώ επιτροπές πολιτών έστειλαν βοήθεια στους επαναστατημένους Έλληνες. Το Δόγμα Τρούμαν έσωσε την Ελλάδα από τη λαίλαπα του κομμουνισμού και το Σχέδιο Μάρσαλ έβγαλε από τη φτώχεια την κατεστραμμένη ελληνική κοινωνία. Επίσης, Αμερικανοί και Έλληνες πολέμησαν μαζί στην Κορέα. Πάντα η Ελλάδα ήταν μαζί με την Αμερική. Όλα αυτά δεν ξεχνιούνται σε μια χώρα που έχει θεσμική μνήμη.
Η ερώτηση είναι όμως προβληματική στη βάση της. Επίσημα, η στρατιωτική εμπλοκή της Αμερικής, σε περίπτωση ενός ελληνοτουρκικού πολέμου, δεν συνιστά νομική δέσμευση. Όποιος θέλει να πολεμήσει μαζί μας θα το κάνει, διότι αυτό θα εξυπηρετεί τα δικά του συμφέροντα και μόνο. Σε κάθε περίπτωση, είναι προσβλητικό να υπονοείται, έστω στο ελάχιστο, ότι δεν μπορούμε μόνοι μας να προστατεύσουμε τη χώρα. Οι Έλληνες φορολογούμενοι έχουν κάνει πολλές οικονομικές θυσίες για να διατηρηθεί το αξιόμαχο των Ενόπλων Δυνάμεων. Χιλιάδες Έλληνες άντρες κάθε χρόνο κάνουν τη στρατιωτική τους θητεία χωρίς καμία οικονομική απολαβή, ενώ χιλιάδες πολίτες στελεχώνουν εθελοντικά την Εθνοφυλακή. Δικιά μας είναι η χώρα, δικιά μας και η ευθύνη να την προστατεύσουμε από κάθε επιβουλέα.
5. Μήπως η συμφωνία με την Αμερική δεν είναι τόσο καλή όσο εκείνη με τη Γαλλία;
Μιλάμε για διαφορετικές χώρες με διαφορετικά συμφέροντα έναντι της Τουρκίας. Η συμφωνία με την Αμερική θα μπορούσε να ήταν καλύτερη, αν η Ουάσινγκτον δεχόταν να τοποθετήσει δυνάμεις σε ένα νησί του Κεντρικού ή Ανατολικού Αιγαίου. Είναι προφανές ότι οι Αμερικανοί δεν θέλουν να δημιουργήσουν νέες εντάσεις με την Άγκυρα. Ένα κομμάτι του αμερικανικού κατεστημένου ελπίζει ότι η απομάκρυνση του Ερντογάν από την εξουσία μπορεί να οδηγήσει σε βελτίωση των διμερών σχέσεων. Πρέπει, λοιπόν, η Αθήνα να ενισχύσει τη φωνή της στα κέντρα λήψης αποφάσεων της Αμερικής. Δεν είναι ώρα για προσωπικές δημόσιες σχέσεις, αλλά για μια σοβαρή προσπάθεια να ενισχύσουμε το δικό μας αφήγημα. Δεν μπορούμε να τα περιμένουμε όλα από το ελληνοαμερικανικό λόμπι και τους φίλους της Ελλάδας στο Κογκρέσο.
* Ο Μάνος Καραγιάννης είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Διεθνούς Ασφάλειας στο King's College London και στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας