Θετικά ήταν για την Ελλάδα, σε γενικές γραμμές, τα αποτελέσματα του χθεσινού Eurogroup στο Λουξεμβούργο, σύμφωνα με τα δημοσιεύματα του βελγικού, αλλά και του εξειδικευμένου στα ευρωπαϊκά θέματα Τύπου.
Το πράσινο φως για την εκταμίευση της υποδόσης, ύψους 1,1 δισ. ευρώ έδωσε χτες το Eurogroup, καθώς οι Ευρωπαίοι υπουργοί Οικονομικών διαπίστωσαν, με ικανοποίηση, ότι εκπληρώθηκαν τα 15 προαπαιτούμενα που είχαν θέσει, επισημαίνει η εφημερίδα De Morgen, σε δημοσίευμα υπό τον τίτλο: «Η Ελλάδα λαμβάνει εκ νέου βοήθεια 1,1 δισ. ευρώ». Σημειώνεται, ότι τον περασμένο μήνα, η ελληνική κρίση φάνηκε να αναζωπυρώνεται εξαιτίας της καθυστέρησης στην υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων, από την πλευρά της Ελλάδας. Ωστόσο, συνεχίζει το δημοσίευμα, ενάμιση μήνα αργότερα, οι νέες ρυθμίσεις για το ασφαλιστικό/συνταξιοδοτικό, την αγορά ενέργειας και την εποπτεία του χρηματοπιστωτικού τομέα, υπερψηφίστηκαν από το ελληνικό Κοινοβούλιο, με αποτέλεσμα να δοθεί τελικά το πράσινο φως για την εκταμίευση των 1,1 δισ. ευρώ. Το υπόλοιπο 1,7 δισ. ευρώ, προσθέτει το δημοσίευμα, μπορεί να δοθεί στην Ελλάδα μέχρι τα τέλη του μήνα, υπό τον όρο ότι θα έχει σημειωθεί πρόοδος σε ό,τι αφορά την αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου προς τους ιδιώτες.
Επισημαίνεται ότι με το πράσινο φως του Eurogroup, την Δευτέρα, ολοκληρώθηκε η πρώτη αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος διάσωσης και λίγες μέρες αργότερα θα ξεκινήσει ο δεύτερος έλεγχος, προκειμένου να εξακριβωθεί εάν πράγματι οι μεταρρυθμίσεις εφαρμόζονται στην πράξη. Όταν ολοκληρωθεί και η δεύτερη αξιολόγηση, μπορεί να ανοίξει ο δρόμος για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους και την συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα, καταλήγει το δημοσίευμα.
Στο ίδιο μήκος κύματος και το ρεπορτάζ της De Tijd, υπό τον τίτλο «Η Ευρωζώνη καταβάλλει στην Αθήνα τα χρήματα της δόσης», το οποίο επικεντρώνεται στις δηλώσεις Νταϊζεμπλούμ μετά το πέρας των εργασιών της συνόδου Eurogroup. Σημειώνεται ειδικότερα, ότι σύμφωνα με τον πρόεδρο του Eurogroup, η Αθήνα έχει τηρήσει τις σημαντικότερες δεσμεύσεις που είχε αναλάβει και για τον λόγο αυτό δικαιούται να λάβει τα χρήματα της δόσης.
«Σχέδιο διάσωσης της Ελλάδας: Με ή χωρίς το ΔΝΤ;» είναι εξάλλου ο τίτλος δημοσιεύματος στην ιστοσελίδα του κρατικού τηλεοπτικού σταθμού RTBF, το οποίο αναφέρεται στην απόφαση του χθεσινού Eurogroup, σχολιάζοντας ότι στην υπόθεση αυτή, το πραγματικό ερώτημα αφορά τη συμμετοχή ή όχι του ΔΝΤ στο ελληνικό σχέδιο διάσωσης.
Εν συνεχεία, το δημοσίευμα κάνει μία αναδρομή στις συνθήκες υπό τις οποίες και τους λόγους για τους οποίους το ΔΝΤ δέχθηκε να συμμετάσχει στα προηγούμενα δύο ελληνικά προγράμματα διάσωσης, αντιβαίνοντας στην ουσία τους ίδιους τους κανονισμούς του, αφού το ελληνικό χρέος δεν ήταν βιώσιμο. Ο κύριος λόγος, σημειώνει, ήταν η επιμονή της Γερμανίας, η οποία, υιοθετώντας από την αρχή της ελληνικής κρίσης μια πολύ σκληρή γραμμή απέναντι στην Αθήνα, ήθελε πάση θυσία το ΔΝΤ, θεωρώντας ότι αυτό θα ήταν σύμμαχός της στην προσπάθεια άσκησης πίεσης στην Ελλάδα. Επιπλέον, οι Ευρωπαίοι χρειάζονταν την τεχνογνωσία του ΔΝΤ, δεδομένου ότι οι ίδιοι δεν είχαν καμία ιδέα για το πώς να καταρτίσουν ένα σχέδιο διάσωσης, μια και κάτι τέτοιο απαγορευόταν από τις συνθήκες.
Σήμερα, συνεχίζει το δημοσίευμα, το ΔΝΤ διστάζει να παραμείνει σε αυτό το σχέδιο διάσωσης, ενώ πολύ γρήγορα έκαναν την εμφάνισή τους οι διαφορετικές αναλύσεις σε σχέση με την ελληνική περίπτωση, μεταξύ του Ταμείου και των άλλων πιστωτών, διαφορές οι οποίες αποκρυσταλλώθηκαν πάνω στο ζήτημα του χρέους.
Ο EUOBSERVER τέλος, σε δημοσίευμα με τίτλο «Το Eurogroup δίνει σε μικρές δόσεις τη βοήθεια στην Ελλάδα», σημειώνει τις δηλώσεις του επιτρόπου Moσκοβισί περί εκπλήρωσης των 15 προαπαιτούμενων, καθώς και περί της προόδου που έχει σημειώσει η χώρα, στο πλαίσιο του προγράμματος. Ο EUOBSERVER παραθέτει επίσης την άποψη «ευρωπαϊκών πηγών», σύμφωνα με τις οποίες, η δεύτερη αξιολόγηση αναμένεται να είναι ευκολότερη από την πρώτη και να έχει ολοκληρωθεί ως τα τέλη του έτους. Παρατίθεται επίσης η γνωστή προβληματική, σχετικά με τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα, καθώς και οι ανησυχίες που εκφράζονται από ευρωπαϊκές πηγές, σχετικά με τις προοπτικές ανάπτυξης της χώρας, καθώς το ζήτημα αυτό συναρτάται με τη ροή ξένων επενδύσεων, η οποία προς το παρόν κρίνεται ως «απογοητευτική».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ