Της Νάσιας Καλαμάκη
Η χθεσινή μέρα σηματοδότησε μια μεγάλη απώλεια για την ελληνική τέχνη: ο σπουδαίος Έλληνας καλλιτέχνης Δημήτρης Μυταράς έφυγε σε ηλικία 83 ετών, αφήνοντας πίσω του ένα τεράστια αποτύπωμα στην τέχνη της χώρας μας.
Ο Δημήτρης Μυταράς, χαρισματικός δημιουργός και παθιασμένος δάσκαλος, γεννήθηκε στη Χαλκίδα τον Ιούνιο του 1934 και σπούδασε ζωγραφική στη Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (1953-1958), έχοντας καθηγητές το Γιάννη Μόραλη και το Σπύρο Παπαλουκά.
Στη συνέχεια, πήγε στο Παρίσι, για να σπουδάσει σκηνογραφία, καθώς και εσωτερική διακόσμηση στην Ecole Superieure des Arts Decoratifs κα Ecole des Arts et Metiers (1961-1964), με υποτροφία του ΙΚΥ. Από αυτές τις σπουδές «γεννήθηκαν» οι τοιχογραφίες στο Astir Palace της Βουλιαγμένης, αλλά και τα σκηνικά πολλών παραστάσεων έργων κλασσικών και άλλων δραματουργών.
Στα έργα που παρουσιάστηκαν στην πρώτη του ατομική έκθεση στην γκαλερί Ζυγός το 1961, διακρίνεται μια τάση για κριτικό ρεαλισμό από τη χρήση φωτογραφικών ντοκουμέντων, την περιορισμένη χρήση των χρωμάτων και το πολιτικό περιεχόμενο των έργων. Στη συνέχεια της καλλιτεχνικής του πορείας, στα έργα του κυριάρχησαν οι ανθρώπινες μορφές και οι προσωπογραφίες με έντονα χρώματα και κάπως πιο εξπρεσιονιστικά στοιχεία.
Διετέλεσε καθηγητής της ΑΣΚΤ από το 1975 και πρύτανης από το 1982 έως το 1985. Εκεί εκπαίδευσε μεγάλο αριθμό σπουδαστών και συνεργάστηκε με καλλιτέχνες, οι οποίοι διοργάνωσαν έκθεση προς τιμήν της καλλιτεχνικής του πορείας το 2015, στο Μουσείο Μπενάκη. Βέβαια, είχαν προηγηθεί αρκετές αναδρομικές εκθέσεις του έργου του: το 1989 στην Πινακοθήκη Πιερίδη και Βελλίδειο Πολιτιστικό Κέντρο Θεσσαλονίκης, το 1992 στο ChateaudeChenonceau στη Loire της Γαλλίας, το 1993 στην Expo 93 στο Τόκυο, το 1995 στην Εθνική Πινακοθήκη, το 1998 στο Milles garden Museum στη Στοκχόλμη, το 2001 στο PalazzoVecchio στη Φλωρεντία και το 2006 στη Δημοτική Πινακοθήκη της Θεσσαλονίκης.
'Εργα του Δημήτρη Μυταρά έχουν, επίσης, εκτεθεί σε ατομικές και ομαδικές εκθέσεις σε γκαλερί στην Ελλάδα, όπως η Αίθουσα Τέχνης Αθηνών Χίλτον, η Ζουμπουλάκη, η Ειρμός, το Ίδρυμα Εικαστικών Τεχνών και Μουσικής Βασίλη και Μαρίνας Θεοχαράκη (2008), αλλά και στο εξωτερικό σε μουσεία και γκαλερί, όπως στο Ataturk Kultur Merkezi στην Τουρκία, στο Capital Museum of China στην Κίνα και στην Γκαλερί Manege στην Αγία Πετρούπολη της Ρωσίας.
Βραβεύτηκε για τη συμμετοχή του στην Έκθεση Νέων Ζωγράφων (Ζυγός, 1958) και στην Πανελλαδική Έκθεση Νέων (1961) και είχε συμμετάσχει στις Μπιενάλε της Αλεξάνδρειας (1958, 1966), Μπιενάλε Νέων (Παρίσι, 1960), Μπιενάλε Sao Paulo (1966) και στην Μπιενάλε Βενετίας (1972). Σε όλη του τη δημιουργία, η έμφαση στις εικαστικές ποιότητες φανερώνει τη βαθύτερη σχέση του με τις παραδοσιακές αξίες της ζωγραφικής.
Το 2008 εξελέγη μέλος στην Ακαδημία Αθηνών και τιμήθηκε με τον Ταξιάρχη του Τάγματος του Φοίνικα. Λίγο μετά την εκλογή του στην Ακαδημία Αθηνών, άρχισε να γίνεται γνωστό ότι ο μεγάλος ζωγράφος υπέφερε από μια σοβαρή οπτική νευροπάθεια, η οποία τελικώς του στέρησε την πολυτιμότερη των αισθήσεων για ένα ζωγράφο: την όραση. Λόγω του προβλήματος υγείας που αντιμετώπιζε, δεν μπορούσε να παρακολουθεί τις συνεδριάσεις της Ακαδημίας.
Ο ίδιος είχε αναφερθεί σε κείμενα του για το πρόβλημα που αντιμετώπιζε και για τη συμπεριφορά της Ακαδημίας προς το πρόσωπό του. Συγκεκριμένα ανέφερε: « …ότι σύμφωνα με τον κανονισμό της Ακαδημίας, θα πρέπει να διαγραφώ, γιατί δεν ήμουν εκεί. Εγώ δεν έλειπα, αλλά ήμουν άρρωστος. Αυτό δεν το έλαβαν ποτέ υπόψιν τους, με αποτέλεσμα να μου κόψουν και το μισθό.» Παρά την αφοσίωσή του στα εικαστικά, αποπέμφθηκε για γραφειοκρατικούς και ντροπιαστικούς λόγους από την Ακαδημία Αθηνών.
Δε δίστασε, όμως, να μιλήσει γι'' αυτό δημοσίως, καυτηριάζοντας τη στάση της Ακαδημίας: «...μου ζήτησαν πίσω και τους τρεις μισθούς που είχα εισπράξει μέχρι εκείνη τη στιγμή. Έτσι λοιπόν διεκόπη οποιαδήποτε παροχή είχα εγώ από την Ακαδημία. Εκείνο που ρώτησα επανειλημμένα ήταν να μου απαντήσουν στο αν αποβάλλεται όποιος αρρωσταίνει. Απάντηση δεν πήρα ποτέ. Αυτό που μου στοίχισε περισσότερο ήταν ότι την επόμενη χρονιά δεν υπήρχε το όνομά μου ούτε στην επετηρίδα. Έτσι απλά με πέταξαν έξω σαν να ήμουν ένα τίποτα.»
Ο Δημήτρης Μυταράς, ο μεγάλος ζωγράφος, σκηνογράφος, εικαστικός αλλά και ένας σπουδαίος παιδαγωγός με τη διδασκαλία και τη συγγραφή του, δυστυχώς έφυγε μετά από αυτά τα προβλήματα υγείας χτες το βράδυ. Αφήνει, όμως, παρακαταθήκη το Εργαστήρι Τέχνης, του οποίου κινητήριος δύναμη είναι η σύντροφός του Χαρίκλεια Μυταρά στη γενέτειρά του, την αγαπημένη του Χαλκίδα, ενώ τα έργα του είναι μια πολύτιμη κληρονομιά για τους νεότερους.
«Καλύτερα να φωνάζεις παρά να ζωγραφίζεις» είχε πει, για να προσθέσει: «Βέβαια ο Γκόγια ήταν διαμαρτυρόμενος καλλιτέχνης. Αλλά ο Γκόγια δεν πέρασε για το μήνυμα, το μήνυμα χάθηκε, πέρασε για τη ζωγραφική του, επειδή ήταν καλός ζωγράφος. Υπήρχαν και άλλοι με μηνύματα, όμως η τέχνη τους ήταν λίγη».
Η κηδεία του Δημήτρη Μυταρά θα τελεστεί δημοσία δαπάνη τη Δευτέρα 20 Φεβρουαρίου 2017 και ώρα 12:00 μ.μ. στο Α'' Νεκροταφείο Αθηνών. Σε ένδειξη πένθους, η Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών ανακοίνωσε ότι θα είναι κλειστή εκείνη την ημέρα.