Αν η αρχή είναι το ήμισυ του παντός το ξεκίνημα της περιόδου δημοσίευσης των αποτελεσμάτων του 2023 δείχνει ότι θα πάμε σε μια μεγάλη χρονιά κερδοφορίας για τις εισηγμένες εταιρείες.
Μετά την ολοκλήρωση της δημοσίευσης των αποτελεσμάτων του 2023 υπήρχε ένας προβληματισμός στην επενδυτική κοινότητα στο κατά πόσο είναι ικανές οι εισηγμένες, όχι να ξεπεράσουν, αλλά απλώς να επαναλάβουν ανάλογες επιδόσεις. Οι πρώτες πέντε ανακοινώσεις μεγεθών (Μυτιληναίος, ΟΤΕ, Τιτάν, Τράπεζα Πειραιώς και Coca Cola) για τη χρήση του 2023 φέρνουν πολύ κοντά πλέον το ενδεχόμενο να δούμε μια ιστορικά υψηλή χρονιά.
Για τις πέντε εταιρείες που έχουμε δημοσιευμένα στοιχεία η αύξηση στον κύκλο εργασιών είναι 2,1%, τα λειτουργικά κέρδη είναι αυξημένα 13,4% και η καθαρή κερδοφορία αυξημένη κατά 19,5%. Σε απόλυτα μεγέθη τα λειτουργικά κέρδη βρίσκονται στα 4,4 δισ. ευρώ και τα καθαρά κέρδη στα 2,95 δισ. ευρώ.
Για τη συνέχεια «βαρόμετρο» στην κερδοφορία θα είναι οι επιδόσεις των διυλιστηρίων και των τραπεζών. Φαίνεται ότι παρά την υψηλή βάση σύγκρισης και το έτος ρεκόρ για τον κλάδο διύλισης στο δ' τρίμηνο καλύφθηκε πολύ από το χαμένο έδαφος λόγω των υψηλών περιθωρίων διύλισης, αλλά και των καλύτερων επιδόσεων από τις επενδύσεις στις ΑΠΕ.
Στον τραπεζικό κλάδο αν δεν υιοθετηθούν συντηρητικές πολιτικές προβλέψεων στο δ’ τρίμηνο (εν μέρει το είδαμε στην Πειραιώς) τα προ - προβλέψεων αποτελέσματα αναμένεται να αυξηθούν 10%. Με βάση το χρονοδιάγραμμα των ανακοινώσεων των εισηγμένων εταιριών θα είμαστε σε θέση να έχουμε μια πιο καθαρή εικόνα το απόγευμα της 13ης Μαρτίου.
Συνδυαστικά, το μίγμα των δημοσιευμένων στοιχείων μαζί με τις συγκλίνουσες εκτιμήσεις των αναλυτών δίνει μέση αύξηση λειτουργικών κερδών 6%, ενώ σε όρους καθαρής κερδοφορίας το 2023 υπολείπεται κατά 5% από το 2022. Με δεδομένο ότι οι εκτιμήσεις των αναλυτών είναι πιο συντηρητικές η απόκλιση αυτή εύκολα μπορεί να γεφυρωθεί και οι εισηγμένες να ξεπεράσουν για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά το όριο των 10 δισ. ευρώ.
Ανάλογα καλή εικόνα έχουμε και στα μερίσματα τα οποία πάνε ολοταχώς να ξεπεράσουν τα 3,2 δισ. ευρώ. Εκτός του ότι αναμένεται αυξημένη συμμετοχή στο πλήθος των εταιριών που θα μοιράσουν μέρισμα (διαπιστώνεται και από τις σχετικές ανακοινώσεις των εταιρικών πράξεων των ημερομηνιών αποκοπής) οι έως τώρα προτεινόμενες διανομές είναι υψηλότερες από πέρυσι. Σημείο αναφοράς θα είναι βέβαια ο τραπεζικός κλάδος, οι τελικές αποφάσεις θα απαιτήσουν την έγκριση του SSM και η συνεισφορά με βάση τα εκτιμώμενα ποσοστά διανομής θα κινηθεί κοντά στα 800 εκατ. ευρώ.
Όλα τα παραπάνω είναι υποστηρικτικά στις αποτιμήσεις οι οποίες διαπραγματεύονται με ένα εκτιμώμενο ΡΕ 12,4 φορές για το 2023 και 10,1 φορές για το 2024. Το κυριότερο είναι πως αυτές οι επιδόσεις δεν έχουν τη φόρτιση από έκτακτες εγγραφές σε βαθμό που να τα καθιστούν στο σύνολο τους μη επαναλαμβανόμενα.
Σαφώς και θα υπάρξουν χρηματοοικονομικές εγγραφές, αυτό συμβαίνει ανελλιπώς, όμως η όλη προσπάθεια υποστηρίζεται από παράλληλες ισχυρές λειτουργικές επιδόσεις που συνοδεύονται από ταμειακές ροές. Και αυτή η ποιοτική παράμετρος είναι ο λόγος που η διόρθωση της αγοράς - όταν συμβεί - θα έχει μικρή διάρκεια και σχετικά περιορισμένο καθοδικό εύρος.