Ανασχηματισμός και Αναβάθμιση

Προφανώς, η σύνθεση μιας κυβέρνησης έχει ειδική σημασία. Όχι, όμως οποτεδήποτε. Κυρίως η πρώτη μετά την αρχική εκλογική νίκη και η τελευταία πριν μιαν αμφίρροπη εκλογική μάχη.

Καλό είναι όμως να κρίνουμε παρόμοιες πολιτικές ρυθμίσεις υπό το φως των πραγματικών κινδύνων που αντιμετωπίζει η χώρα, το κράτος και η οικονομία. Αυτούς τους κινδύνους που αξιολόγησε η Moody’s για να μας δώσει -με τα χίλια «ζόρια»- την πολυπόθητη και υπό όρους πρώτη βαθμίδα επενδυτικής εμπιστοσύνης.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης στοίχισε μια κυβέρνηση για τα «μάτια του κόσμου». Καθόλου υποτιμητικό. Είναι πολύ πιο σημαντικό από όσο νομίζουμε οι παλαιότεροι στη συγκυρία με την οποία διαμορφώνεται η εμπιστοσύνη. Είναι σημαντικό να εγγράφεται η πεποίθηση πως η νεότερη γενιά της ΝΔ μπορεί να τα καταφέρει εξίσου καλά ή καλύτερα.

Ο ορίζοντας της κυβέρνησης αυτής είναι ενάμιση έτος. Το αργότερο μέχρι τον Σεπτέμβριο 2026, θα πρέπει να έχει φανεί αν η σημερινή κοινοβουλευτική πλειοψηφία θα μπορέσει να διεκδικήσει μια αυτοδύναμη τρίτη θητεία διακυβέρνησης. Είναι αρκετός χρόνος για να δρομολογηθούν συγκεκριμένες πρωτοβουλίες και λύσεις σε σειρά εμποδίων και καθυστερήσεων. Κυρίως ως προς εκείνα που θα έπειθαν τα «μάτια του κόσμου» ότι η κυβέρνηση έχει τον τρόπο να ελαφρύνει το βάρος του βαρέος κράτους στις ήδη ταλαιπωρημένες πλάτες των πολιτών.

Ας συσχετίσουμε τώρα τον ανασχηματισμό με την επενδυτική βαθμίδα της Moody’s. Πολλοί είπαν: «καλά όλα αυτά, αλλά δε βελτιώνουν την κατάσταση του πολίτη». Οσο «λογικός» ακούγεται ο σχολιασμός αυτός άλλο τόσο είναι απλοϊκός και, υπό ορισμένες συνθήκες, μπορεί να αποβεί επικίνδυνος. Τον χρησιμοποιούν κυρίως από όσοι δεν αντιλαμβάνοινται τη διαφορά μεταξύ της ασφάλειας που προσφέρει η επενδυτική βαθμίδα και της ανασφάλειας που θα επέφερε η απώλειά της.

Πράγματι, τι θα συνέβαινε αν η Moody’s αφαιρούσε έναν βαθμό, αντί να τον προσθέσει; Από την τελευταία, έστω, θέση αξιοπιστίας στην οποία βρεθήκαμε τώρα, θα εκπίπταμε σε θέση αναξιόχρεου, δηλαδή επικίνδυνου, κράτους. Αυτό θα συνέβαινε σε δύο περιπτώσεις. Είτε γιατί τα οικονομικά πράγματα θα είχαν ήδη πάρει την κάτω βόλτα, είτε γιατί μια νέα οικονομική πολιτική θα έδειχνε πορεία προς επικίνδυνη κατεύθυνση.

Το εξηγεί η ίδια η Moody’s στην έκθεσή της. Υποβιβασμός της Ελλάδας, λέει, μπορεί να προκύψει σε τέσσερις συν μία περιστάσεις.

Πρώτον, «εάν η πορεία της ακολουθούμενης τα τελευταία χρόνια πολιτικής επρόκειτο να αντιστραφεί».

Δεύτερον, «εάν υπήρχαν ενδείξεις ότι οι προηγούμενες μεταρρυθμίσεις δεν αποφέρουν τα αναπτυξιακά και δημοσιονομικά οφέλη που αναμένουμε σήμερα».

Τρίτον εάν υπάρξουν «ενδείξεις παρατεταμένης και ουσιώδους επιδείνωσης της δημοσιονομικής κατάστασης, σε συνδυασμό με την επιδείνωση της υγείας του τραπεζικού τομέα».

Τέταρτον, εάν διαπιστωθεί «οπισθοδρόμηση στις διαρθρωτικές μακροοικονομικές ή δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις».

Πέμπτον (σημειωμένο ξεχωριστά): Αν υπάρξει «επιδείνωση των γεωπολιτικών κινδύνων στην Ευρώπη, (σε συνδυασμό) με αποδυνάμωση της υποστήριξης από βασικούς συμμάχους, ιδίως από τις Ηνωμένες Πολιτείες, χωρίς στο μεταξύ να έχουν ληφθεί ισχυρά μέτρα μετριασμού αυτού του κινδύνου σε εθνικό και/ή ενωσιακό επίπεδο».

Δείτε, παρακαλώ, αυτές τις σημειώσεις κινδύνων ως ισάριθμες ερωτήσεις στις οποίες πρέπει να απαντήσει η νέα κυβέρνηση. Χρησιμοποιείστε τις ίδιες επισημάνσεις όταν αξιολογείτε τις αντιδράσεις και τις υποσχέσεις των αντιπολιτεύσεων.

Καθήκον του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι, χωρίς καμία έμφαση κινδυνολογίας, αλλά και απαλλαγμένος από το άγχος επιβεβαίωσης, να εξηγήσει ρεαλιστικά στους πολίτες ποιοι είναι οι κίνδυνοι. Πολύ πριν φτάσουμε στην κάλπη.

Η προχθεσινή κυβερνητική αναδιάταξη πρέπει οπωσδήποτε να συσπειρώσει τους πολίτες σε μια θετική φυγή προς τα εμπρός, αντί της τόσο επιπόλαια καλλιεργούμενης (επι)στροφής προς μια νέα (αυτό)καταστροφική οπισθοχώρηση.