Είμαι βέβαιος ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα διαβάσει με ενδιαφέρον τα στοιχεία της έκθεσης Ντράγκι.
Εξίσου βέβαιος είμαι ότι είχε διαβάσει με το ίδιο ενδιαφέρον την έκθεση Πισσαρίδη, την οποία άλλωστε είχε ο ίδιος παραγγείλει, μόλις ανέλαβε το 2019.
Ότι κάποιος στο Μαξίμου σκέφτηκε να δώσει μια ανάσα στη «χρυσή βίζα» εφόσον οι ενδιαφερόμενοι βάλουν τα χρήματά τους σε εκκινούσες μονάδες τεχνολογίας είναι καλό σημάδι. Αλλά ανεπαρκές, όταν δεν υπάρχει συνολικό σχέδιο.
Θα πρότεινα να κοιτάξει προσωπικά ο πρωθυπουργός τι γίνεται με τις τεχνολογικές επενδύσεις στην Ελλάδα, επί των ημερών του, να ζητήσει μια αντικειμενική εξωτερική έκθεση και να διαπιστώσει πόσο έχει και ο ίδιος και η χώρα εξαπατηθεί στις ελπίδες που είχαμε να διακριθούμε σε κάτι τόσο σημαντικό.
Αφιερώνω, σε μετάφραση, το συμπερασματικό απόσπασμα Ντράγκι για την προσπάθεια που πρέπει να κάνει η Ευρώπη. Η Ελλάδα πρέπει να το κάνει «επί δέκα». Μπορεί. Αρκεί να αντιληφθεί ότι χρειαζόμαστε Βιομηχανική Πολιτική (που δεν έχει τίποτε το «σοσιαλιστικό»), με παρουσία του Κράτους, συνένωση ιδιωτικών κεφαλαίων και δέσμευση των Τραπεζών.
Διαβάστε το απόσπασμα:
«Η Ευρώπη έχει βαλτώσει σε μια στατική βιομηχανική δομή με λίγες νέες εταιρείες να αναδύονται για να ταράξουν τα νερά των εγκατεστημένων εταιρειών ή να αναπτύξουν νέους μηχανισμούς ανάπτυξης. Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει εταιρεία της ΕΕ με χρηματιστηριακή αξία άνω των 100 δισεκατομμυρίων ευρώ που να έχει συσταθεί από το μηδέν τα τελευταία πενήντα χρόνια, ενώ και οι έξι εταιρείες των ΗΠΑ με αποτίμηση άνω του 1 τρισεκατομμυρίου ευρώ έχουν δημιουργηθεί κατά την περίοδο αυτή.
Αυτή η έλλειψη δυναμισμού ανατροφοδοτεί τη στασιμότητα.
Δεδομένου ότι οι εταιρείες της ΕΕ ειδικεύονται σε ώριμες (παλαιές) τεχνολογίες όπου οι δυνατότητες για νεωτεριστικές ανακαλύψεις είναι περιορισμένες, δαπανούν λιγότερα για την Έρευνα και Καινοτομία (Ε&Κ) – 270 δισεκατομμύρια EUR λιγότερα από τους ομολόγους τους στις ΗΠΑ το 2021. Οι 3 κορυφαίοι επενδυτές στην Ε&Κ στην Ευρώπη, τα τελευταία είκοσι χρόνια, είναι κυρίως αυτοκινητοβιομηχανίες. Συνέβαινε το ίδιο στις ΗΠΑ στις αρχές της δεκαετίας του 2000, με τα αυτοκίνητα και τα φαρμακευτικά προϊόντα, αλλά τώρα οι κορυφαίοι 3 είναι όλοι στην τεχνολογία.
Το πρόβλημα δεν είναι ότι η Ευρώπη στερείται ιδεών ή φιλοδοξιών. Έχουμε πολλούς ταλαντούχους ερευνητές και επιχειρηματίες που καταθέτουν διπλώματα ευρεσιτεχνίας. Αλλά η καινοτομία εμποδίζεται στο επόμενο στάδιο: αποτυγχάνουμε να μεταφράσουμε την καινοτομία σε εμπορικές επιτυχίες, και οι καινοτόμες εταιρείες που επιθυμούν να επεκταθούν στην Ευρώπη παρεμποδίζονται σε κάθε στάδιο από αντιφατικούς και περιοριστικούς κανονισμούς.
Ως αποτέλεσμα, πολλοί Ευρωπαίοι επιχειρηματίες επιλέγουν να βρουν χρηματοδότηση από αμερικανικούς επενδυτές επιχειρηματικών κεφαλαίων αυξημένου κινδύνου και να αναπτυχθούν στηριζόμενοι στην αγορά των ΗΠΑ. Μεταξύ 2008 και 2021, σχεδόν το 30% των «μονόκερων» που ιδρύθηκαν στην Ευρώπη – νεοσύστατες επιχειρήσεις αξίας άνω του 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων – μετέφεραν την έδρα τους στο εξωτερικό, με τη συντριπτική πλειοψηφία να μετακομίζει στις ΗΠΑ.
Με τον Κόσμο να βρίσκεται στα πρόθυρα μιας επανάστασης που στηρίζεται στην Τεχνητή Νοημοσύνη (ΑΙ), η Ευρώπη δεν έχει την πολυτέλεια να παραμείνει προσκολλημένη στις «μεσαίες τεχνολογίες και βιομηχανίες» του προηγούμενου αιώνα. Πρέπει να απελευθερώσουμε το δικό μας δυναμικό καινοτομίας. Αυτό θα είναι καίριας σημασίας όχι μόνο για την πρωτοπορία στις νέες τεχνολογίες, αλλά και για την ενσωμάτωση της Τεχνητής Νοημοσύνης στις υφιστάμενες βιομηχανίες μας, ώστε να μπορούν να παραμείνουν στην πρώτη γραμμή.
Κεντρικό μέρος αυτής της ατζέντας θα είναι να εξασφαλίσουμε στους Ευρωπαίους τις δεξιότητες που χρειάζονται για να επωφεληθούν από τις νέες τεχνολογίες, έτσι ώστε τεχνολογία και κοινωνική ενσωμάτωση να συμβαδίζουν. Ενώ η Ευρώπη θα πρέπει να έχει ως στόχο να ανταγωνιστεί τις ΗΠΑ όσον αφορά την καινοτομία, θα πρέπει να στοχεύσουμε να ξεπεράσουμε τις ΗΠΑ στη δημιουργία ευκαιριών για εκπαίδευση και μετεκπαίδευση ενηλίκων, σε καλές θέσεις εργασίας για όλους καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής τους».
Αν όλα τούτα σας φαίνονται πολύ μακρινά, είναι γιατί πράγματι είναι πολύ αδιάφορα για τους πολιτικούς μας.