Τι και αν οι τιμές των ακινήτων επιστρέφουν με ταχύτητα στα επίπεδα που ήταν το 2007 («ένδοξο» έτος για την κτηματαγορά καθώς καταγράφηκε ιστορικό ρεκόρ επενδύσεων σε κατοικίες, ιστορικό ρεκόρ σε τιμές αλλά και ιστορικό ρεκόρ σε αριθμό μεταβιβάσεων).
Οι επενδύσεις - σύμφωνα τουλάχιστον με τα επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ δεν αντιπροσωπεύουν ακόμη παρά ένα πολύ μικρό κομμάτι των αντίστοιχων επενδύσεων που γίνονταν το 2007. Αν μην τι άλλο, αυτό δείχνει μια επιφυλακτικότητα των επενδυτών.
Φταίει η άνοδος - και μάλιστα κατακόρυφη - στις τιμές των οικοδομικών υλικών; Φταίει η ταχύτερη αύξηση επιτοκίων στην ιστορία της Ευρωζώνης; Όπως και να έχει οι επενδύσεις στις κατοικίες δεν ξεπέρασαν το 2022 τα 3,4 δις. ευρώ όταν προ κρίσης έφταναν στα 20 και στα 25 δις. ευρώ ετησίως.
Είναι ένα ερώτημα το αν αυτή η συγκράτηση στις επενδύσεις σε κατοικίες, «ευθύνεται» σε έναν βαθμό και για την άνοδο των τιμών. Επενδύσεις δεν είναι μόνο οι αγοραπωλησίες αλλά και η ανέγερση νέων οικοδομών. Όσο οι ανεγέρσεις παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα, τόσο η προσφορά είναι δύσκολο να καλύψει τη ζήτηση και αυτό οδηγεί στην αύξηση των τιμών. Το θέμα είναι ως πότε μπορεί να συνεχιστεί αυτό.
Η Τράπεζα της Ελλάδας, εκτίμησε ότι οι τιμές των νεόδμητων ακινήτων έχουν φτάσει πλέον μια ανάσα από τα επίπεδα του 2006. Τότε ο σχετικός δείκτης της ΤτΕ ήταν στις 93,3 μονάδες και τώρα, στο πρώτο τρίμηνο του 2023 έχει φτάσει στις 91,3 μονάδες. Ουσιαστικά αυτό σημαίνει ότι για τα νεόδμητα ακίνητα, απέχουμε μόλις 2% από τα επίπεδα του 2006 και λιγότερο από 9% από τα επίπεδα του 2007.
Το αν η κτηματαγορά «αντέχει» αυτές τις τιμές - δηλαδή το αν τα ζητούμενα ποσά επιτρέπουν την πραγματοποίηση συναλλαγών - είναι κάτι που θα φανεί στην πράξη και μάλιστα πολύ σύντομα. Όσοι ελέγχουν τα νεόδμητα ακίνητα είναι λογικό να αυξάνουν τις απαιτήσεις τους καθώς βλέπουν το κόστος κατασκευής να καλπάζει αλλά και τις… απαιτήσεις να πολλαπλασιάζονται.
Τα νεόδμητα ακίνητα πρέπει πλέον να πληρούν συγκεκριμένες περιβαλλοντικές προδιαγραφές για να απορροφούν λιγότερη ενέργεια και αυτό σημαίνει πρόσθετο κόστος.
Όσο μάλιστα θα περνάει ο καιρός, τόσο πιο απαιτητική θα γίνεται η νομοθεσία για τα νεόδμητα: θα μπαίνει κόφτης στη θέρμανση με πετρέλαιο (άρα θα πρέπει οι κατασκευαστές να στρέφονται σε άλλες πηγές θέρμανσης), θα λαμβάνεται μέριμνα για τοποθέτηση φωτοβολταϊκών, φορτιστών οχημάτων κλπ και αυτό θα αυξάνει το κόστος άρα και τις ζητούμενες τιμές.
Το τι θα ζητάει όμως ο πωλητής αποτελεί τη μια πλευρά της εξίσωσης. Η άλλη έχει να κάνει με το αν θα μπορούν οι αγοραστές να εξασφαλίσουν την απαιτούμενη ποσότητα χρήματος για να καλύψουν το ζητούμενο ποσό.