Η Novartis ανακοίνωσε σήμερα Πέμπτη ότι πρόκειται να προχωρήσει στην αποκοπή της θυγατρικής της Sandoz για να την εισαγάγει στο ελβετικό χρηματιστήριο και να δημιουργήσει τη Νο. 1 ευρωπαϊκή εταιρεία γενόσημων προϊόντων.
«Η εξέλιξη θα επιτρέψει την ενίσχυση της Sandoz, καθώς και την ανάπτυξη ανεξάρτητων στρατηγικών από την εταιρεία, τόσο σε ό,τι αφορά στα καινοτόμα φάρμακα που παρασκευάζει όσο και στις άλλες δραστηριότητές της», τόνισε ο ελβετικός φαρμακευτικός όμιλος.
Σύμφωνα με το Reuters, η Novartis ξεκίνησε αναθεώρηση της στρατηγικής της τον περασμένο Οκτώβριο, καθώς οι πιέσεις στις τιμές των φαρμάκων χωρίς δίπλωμα ευρεσιτεχνίας εντάθηκαν.
Η εταιρεία δεν έχει λάβει επίσημες δεσμευτικές προσφορές για τη Sandoz - αλλά αν προκύψουν «ιδιαίτερα ελκυστικές» προσφορές, η Novartis θα τις εξέταζε πλήρως, δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος Βας Ναρασίμχαν στη διάρκεια ενημέρωσης την Πέμπτη.
Η αυτόνομη Sandoz αναμένεται να έχει την έδρα της στην Ελβετία και να εισαχθεί στο SIX Swiss Exchange, με πρόγραμμα American Depositary Receipt στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο Richard Saynor θα παραμείνει Διευθύνων Σύμβουλος μετά το spin-off.
Η συναλλαγή, η οποία αναμένεται να είναι γενικά φορολογικά ουδέτερη για τη Novartis, αναμένεται να ολοκληρωθεί το δεύτερο εξάμηνο του επόμενου έτους, με την επιφύλαξη των συνθηκών της αγοράς, των φορολογικών αποφάσεων και γνωμοδοτήσεων, της τελικής έγκρισης του διοικητικού συμβουλίου και των εγκρίσεων των μετόχων αναφέρει η εταιρεία.
Η Novartis έχει ήδη από το 2019 εγκαταλείψει τις δραστηριότητες της Alcon, εταιρείας οφθαλμικής φροντίδας και τον περασμένο Νοέμβριο συμφώνησε να πουλήσει σχεδόν το ένα τρίτο των μετοχών της Roche με ψήφους.
Προσπάθησε να εκχωρήσει μέρος της Sandoz και το 2018, αλλά συμφωνία 900 εκατ. δολ. με την ινδική Aurobindo Pharma δεν ήταν σύμφωνη με τους αντιμονοπωλιακούς κανόνες.
Τώρα, ο Διευθύνων Σύμβουλος έκανε ένα βήμα παραπέρα με το spin-off του τμήματος, το οποίο αντιπροσώπευε σχεδόν το ένα πέμπτο των συνολικών πωλήσεων της Novartis, που ανήλθαν σε 51,6 δισ. δολ. πέρυσι.
Η Novartis εκτελεί επίσης πρόγραμμα αναδιάρθρωσης που περιλαμβάνει περικοπή έως και 8.000 θέσεων εργασίας ή περίπου το 7,4% του παγκόσμιου εργατικού δυναμικού της.