Οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης αναμένεται να εγκρίνουν σήμερα τις μεταρρυθμίσεις και η τρίτη αξιολόγηση δείχνει να ολοκληρώνεται ταχύτερα από κάθε άλλη στα χρόνια των μνημονίων. Η ελληνική κυβέρνηση σημειώνει πρόοδο σε ότι αφορά τη δημιουργία ταμειακού αποθέματος το οποίο ενδεχομένως θα της επιτρέψει να βγει από το μνημόνιο τον Αύγουστο του 2018.
Όμως όλα αυτά, σε συνδυασμό με την αναιμική ανάπτυξη, δεν επαρκούν για να μπορέσει η Ελλάδα να σταθεί στα πόδια της. Όπως αναφέρει σε σημερινή της έκθεση η Capital Economics, οι αγορές είναι σχεδόν απίθανο να «αναλάβουν» το τεράστιο ελληνικό χρέος των 309 δισ. ευρώ που έχουν στην κατοχή τους οι επίσημοι πιστωτές.
«Συνεπώς, η Ελλάδα θα παραμείνει σε σφικτή δημοσιονομική θηλιά και ο κίνδυνος μιας άτακτης χρεοκοπίας θα συνεχίσει να υφίσταται εκτός και αν οι Αρχές της Ευρωζώνης αλλάξουν σημαντικά τη στάση τους αναφορικά με την ελάφρυνση του χρέους», αναφέρει ο οίκος.
Όσο για τα σημερινά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, η Capital Economics τονίζει ότι η μικρή ενίσχυση του ΑΕΠ στο γ'' τρίμηνο αντανακλά την αύξηση των εξαγωγών, την ώρα που η εγχώρια οικονομία παραμένει πολύ αδύναμη. «Κατά συνέπεια, οι χρηματαγορές θα συνεχίσουν να είναι δύσπιστες στο να δανείσουν την ελληνική κυβέρνηση και φαίνεται πολύ πιθανό ότι θα χρειαστεί σημαντική οικονομική στήριξη ακόμα και αν επισήμως βγει από το μνημόνιο τον ερχόμενο Αύγουστο».
Όπως αναφέρει ο οίκος, η τριμηνιαία αύξηση του ΑΕΠ κατά 0,3% ήταν η τρίτη διαδοχική, σηματοδοτώντας τη μεγαλύτερη περίοδο διαρκούς ανάπτυξης από το 2006. Ήταν, όμως χειρότερη από το 0,7% του β'' τριμήνου και από τις προβλέψεις για 1%.
Στα επί μέρους στοιχεία, οι εξαγωγές ενισχύθηκαν κατά 0,5% ενώ οι εισαγωγές μόλις κατά 0,4%. Αυτό εν μέρει οφείλεται στην ισχυρή τουριστική περίοδο. Παρ'' όλα αυτά, τα υπόλοιπα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ είναι ανησυχητικά. Η καταναλωτική δαπάνη υποχώρησε κατά 0,3% σε τριμηνιαία βάση καθώς τα νοικοκυριά συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν πολύ υψηλή ανεργία και οι περικοπές στις συντάξεις έχουν επιφέρει πλήγμα στα οικογενειακά εισοδήματα.
Οι επενδύσεις μειώθηκαν κατά το εντυπωσιακό 6,1% στο γ'' τρίμηνο, μετά το 5,2% του β'' τριμήνου. Το γεγονός αυτό δείχνει να επιβεβαιώνει ότι οι επιχειρήσεις συνεχίζουν να έχουν πολύ περιορισμένη εμπιστοσύνη στην ανάκαμψη, ενώ ακόμη και αυτές που θέλουν να επενδύσουν δεν μπορούν να δανειστούν από τις ελληνικές τράπεζες, οι οποίες αντιμετωπίζουν προβλήματα.
Η Capital Economics εκτιμά δε, ότι οι στόχοι της κυβέρνησης για ανάπτυξη 1,6% φέτος και 2,5% το 2018 είναι υπερβολικά αισιόδοξοι. Είναι, επίσης, απίθανο να επιτύχει τους δημοσιονομικούς στόχους.