Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Σε υφεσιακό κλοιό βρίσκεται η γερμανική οικονομία όμως η Άνγκελα Μέρκελ αντιστέκεται σθεναρά σε όσους της ζητούν να αυξήσει τις δαπάνες για να μην εγκλωβιστεί σε μόνιμη οικονομική στασιμότητα η Ευρωζώνη. Αφού το γερμανικό ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά 0,2% στο τρίτο τρίμηνο του 2018 και εμφάνισε μηδενική μεγέθυνση στο τέταρτο τρίμηνο, χθες η γερμανική κυβέρνηση προχώρησε σε νέα υποβάθμιση των εκτιμήσεων για το 2019 προβλέποντας ανάπτυξη μόλις 0,5%.
Η εξέλιξη είναι ιδιαίτερα ανησυχητική για ολόκληρη την Ευρώπη και βέβαια για την Ελλάδα. Όσο χαμηλότερη είναι η ανάπτυξη της γερμανικής οικονομίας, τόσο περιορίζεται και ο ρυθμός μεγέθυνσης του ΑΕΠ της Ευρωζώνης. Η Ευρωζώνη όμως απορροφά το 35% των εξαγωγών της Ελλάδας. Επομένως, αν συνεχίσουν να αναθεωρούνται προς τα κάτω οι προβλέψεις για την ανάπτυξη, η ελληνική οικονομία θα πρέπει να ξεπεράσει ένα ακόμη – και σε μεγάλο βαθμό αξεπέραστο - εμπόδιο στο δρόμο προς την ανάκαμψη και την έξοδο από την κρίση.
Το απότομο «φρενάρισμα» της Γερμανίας υποδεικνύει, επίσης, ότι οι συνθήκες επιδεινώνονται πολύ πιο βίαια από ότι αναμενόταν κυρίως εξαιτίας του εμπορικού πολέμου και της αβεβαιότητας γύρω από το Brexit και αν δεν υπάρξει θετική έκβαση στις δύο αυτές υποθέσεις τότε ο κίνδυνος της ύφεσης θα είναι κάτι παραπάνω από ορατός για τη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης.
Πέρσι τέτοια εποχή η γερμανική κυβέρνηση προέβλεπε ότι ανάπτυξη της τάξης του 2,1% για το 2019 στη Γερμανία, ωστόσο οι εντάσεις στο διεθνές εμπόριο και το κακό κλίμα στις αγορές την ανάγκασαν να υποβαθμίσει τις προβλέψεις το φθινόπωρο σε 1,8%. Στη συνέχεια οι συνθήκες αντί να βελτιωθούν επιδεινώθηκαν και ο περασμένος Δεκέμβριος ήταν από τους χειρότερους των τελευταίων δεκαετιών, με αποτέλεσμα να υποβαθμιστεί περαιτέρω η πρόβλεψη για την ανάπτυξη στο αμελητέο 1%.
Η χθεσινή ανακοίνωση του υπουργού Οικονομίας της Γερμανίας, Πέτερ Αλτμάγιερ, προκάλεσε αίσθηση αλλά όχι και σεισμό στις αγορές. Βλέπετε, οι επενδυτές έχουν μάθει τα τελευταία χρόνια να… ζουν με μηδενικά επιτόκια και άπλετη διοχέτευση ρευστότητας από τις κεντρικές τράπεζες και η σχεδόν μηδενική ανάπτυξη της Γερμανίας συνεπάγεται ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν θα βιαστεί να αυξήσει τα επιτόκια.
Σύμφωνα, μάλιστα, με όσα αναφέρει σε χθεσινή της έκθεση η Capital Economics, είναι τόσο δραματικές οι συνθήκες στην Ευρώπη που ο διάδοχος του Μάριο Ντράγκι θα αναγκαστεί να επαναφέρει το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Μία τέτοια εξέλιξη θα ήταν ιδανική για την επόμενη ελληνική κυβέρνηση αφού αν καταφέρει να αναβαθμιστεί το ελληνικό αξιόχρεο σε «επενδυτική βαθμίδα» τότε θα δούμε τρομακτική αποκλιμάκωση των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων αφού αυτά θα συμπεριληφθούν στο QE.
Σε καμία περίπτωση αυτό δεν σημαίνει ότι η Ελλάδα πρέπει να… εύχεται να μην αναπτυχθεί η Γερμανία αφού όσο καλύτερες είναι οι συνθήκες στην Ευρώπη τόσο πιο γρήγορα θα επιτύχουμε και υψηλότερους ρυθμούς – αν βέβαια εφαρμόσουμε φιλικές προς τις επενδύσεις πολιτικές και συνεχίσουμε μεταρρυθμίσεις και ιδιωτικοποιήσεις.
Όμως οι οιωνοί δεν είναι καλοί. Η γερμανική οικονομία εκτιμάται ότι θα αναπτυχθεί με ρυθμό 0,8% το 2020 και 1,2% το 2021, πολύ χαμηλότερα από τις προβλέψεις του ΔΝΤ παρά την αισιοδοξία που είναι στην παρούσα συγκυρία διάχυτη κυρίως για τις εξελίξεις στο διεθνές εμπόριο. Η Capital Economics διαφωνεί με αυτούς που υποστηρίζουν ότι η παγκόσμια οικονομία θα ανακάμψει λόγω της επικείμενης εμπορικής συμφωνίας ΗΠΑ-Κίνας και των μέτρων ενίσχυσης της κινεζικής οικονομίας. Ο οίκος εκτιμά ότι τα προβλήματα στο παγκόσμιο εμπόριο δεν οφείλονται αποκλειστικά στην άνοδο του προστατευτισμού και γι' αυτό το λόγο δεν αναμένει σημαντική ανάκαμψη του εμπορίου.
Στο μεταξύ, αυξάνονται οι φωνές προς την Άνγκελα Μέρκελ να… ανοίξει τα ταμεία για να δώσει ώθηση στην οικονομία ενώ οι Γερμανοί βιομήχανοι προειδοποιούν πως τα χειρότερα για τη γερμανική οικονομία δεν είναι πίσω αλλά μπροστά μας και ζητούν από την καγκελάριο να δώσει κίνητρα για «πράσινες» επενδύσεις και να μειώσει τους φόρους για τις επιχειρήσεις πριν είναι πολύ αργά…