Η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας έκρινε ομόφωνα ότι η παραγραφή των φορολογικών αξιώσεων είναι πενταετής και οι συνεχείς παρατάσεις παραγραφής είναι αντισυνταγματικές.
Η απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ κρίνει ως αντισυνταγματικές τις συνεχείς παρατάσεις και αυτό είναι μια εξέλιξη που τινάζει στον αέρα τους ελέγχους της λίστας «Λαγκάρντ», «Μπόγιαρνς», «Λουξεμβούργου» και γενικότερα όλων των λιστών στις οποίες είχε επενδύσει η κυβέρνηση όχι μόνο για φορολογικούς αλλά και για πολιτικούς λόγους.
Το αξιοσημείωτο είναι ότι οι οικονομικοί εισαγγελείς έχουν «γυρίσει» τους ελέγχους πίσω από το 2002, ζητώντας συνεχώς στοιχεία από την ΤτΕ και άλλες αρχές για όλες τις συναλλαγές που έγιναν έκτοτε μέχρι και το 2012. Αντίθετα η φορολογική διοίκηση γνωρίζοντας ότι δεν μπορεί να διενεργεί ελέγχους πέραν τον πέντε ετών, προσδιορίζει τις έρευνές της σε βάθος τριετίας, κρίνοντας ότι αυτοί οι έλεγχοι θα έχουν μεγαλύτερο φορολογικό αποτέλεσμα σε σχέση με τις λίστες.
Ειδικότερα, η Ολομέλεια του ΣτΕ, με πρόεδρο τον Νικόλαο Σακελλαρίου και εισηγητή τον σύμβουλο Επικρατείας, Κωνσταντίνο Νικολάου, έκρινε με την υπ΄ αριθμ. 1738/2017 απόφασή της, ότι είναι αντισυνταγματική η συνεχής παράταση παραγραφής των φορολογικών αξιώσεων.
Η Ολομέλεια του ΣτΕ ασχολήθηκε με το θέμα της συνταγματικότητας της παραγραφής μετά την υπ΄ αρθμ. 675/2017 απόφαση του Β΄ Τμήματος του ίδιου δικαστηρίου (με πρόεδρο την αντιπρόεδρο Μαίρη Σάρπ) που παρέπεμψε το όλο θέμα προς οριστική κρίση στην Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου.
Αναλυτικότερα, οι σύμβουλοι Επικρατείας αναφέρουν, ότι ενόψει της συνταγματικής αρχής της αναλογικότητας (άρθρο 25 του Συντάγματος) «η παραγραφή πρέπει να έχει εύλογη διάρκεια, ενόψει μάλιστα του ότι πλέον διευκολύνεται η διαδικασία ελέγχου τόσο λόγω των σύγχρονων ηλεκτρονικών μεθόδων ελέγχου όσο και λόγω του γεγονότος ότι πολλά δεδομένα που αφορούν την πάσης φύσεως οικονομική δραστηριότητα των φορολογουμένων (πχ εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, τόκους καταθέσεων, κλπ) εισάγονται στο σύστημα ηλεκτρονικής υποβολής των δηλώσεων φόρου εισοδήματος, χωρίς να χρειάζονται καμία ενέργεια εκ μέρους των φορολογουμένων, έτσι δεν δικαιολογείται ο καθορισμός μακρού χρόνου παραγραφής πέραν των χρονικών ορίων που όριζαν οι προϊσχύουσες διατάξεις, σε χρόνο κατά τον οποίο η φορολογική διοίκηση δεν διέθετε τα εργαλεία αυτά».
Ακόμη, η Ολομέλεια του ΣτΕ αναφέρει, ότι «οι συνεχείς παρατάσεις παραγραφής των φορολογικών αξιώσεων, αντίκειται στην αρχή της ασφάλειας δικαίου, διατάξεις του άρθρου 78 του Συντάγματος (που απορρέει από την αρχή του κράτους δικαίου), γιατί παρατείνουν την προθεσμία παραγραφής φορολογικών αξιώσεων του Δημοσίου».
Δηλαδή, οι συνεχείς παρατάσεις παραγραφής παραβιάζουν τις συνταγματικές αρχές της αναλογικότητας, του κράτους δικαίου και της αρχής της ασφάλειας δικαίου, όπως και το άρθρο 78 του Συντάγματος περί φορολογίας.
Επίσης, αναφέρεται ότι παρατείνεται διαδοχικώς ο χρόνος παραγραφής φορολογικών αξιώσεων του Δημοσίου λίγο πριν από την λήξη, είτε της αρχικής παραγραφής, είτε της προηγούμενης παρατάσεως αυτής, ώστε η θεσπιζόμενη με το άρθρο 84 παρ. 1 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος ως κανόνας πενταετής παραγραφή να φαίνεται ότι δεν έχει πλέον σε καμία περίπτωση εφαρμογή για τις φορολογικές υποχρεώσεις που γεννήθηκαν κατά τις χρήσεις στις οποίες αφορούν.
Σε άλλο σημείο της απόφασης αναφέρεται, ότι για την επιβολή φορολογικών επιβαρύνσεων απαιτείται να εφαρμόζεται προθεσμία παραγραφής, η οποία πρέπει να ορίζεται εκ των προτέρων και να είναι επαρκώς προβλέψιμη από τον φορολογούμενο. Η παραγραφή αυτή, πρέπει επίσης, να έχει συνολικά, εύλογη διάρκεια, δηλαδή να συνάδει προς την αρχή της αναλογικότητας, ενώ η μεταβολή της με την πρόβλεψη επιμηκύνσεως είναι δυνατή μόνον υπό τις προϋποθέσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 78 του Συντάγματος, δηλαδή με διάταξη θεσπιζόμενη το αργότερο το επόμενο της γενέσεως της φορολογικής υποχρεώσεως έτος.