Με αφορμή την πανδημία και στη συνέχεια λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, πολλές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ακολούθησαν μια επεκτατική δημοσιονομική πολιτική, που στόχο είχε να προστατεύσει τα ευάλωτα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις. Έτσι δόθηκαν (και δίνονται) πολλές επιδοτήσεις σε διάφορες κοινωνικές ομάδες, με βασικό κριτήριο το ύψος του εισοδήματος. Η διατήρηση όμως των επιδοτήσεων για μεγάλο χρονικό διάστημα, ενέχει έναν κίνδυνο, τη δημιουργία μιας προσοδοθηρικής συμπεριφοράς: «Εφόσον παίρνω επιδότηση όταν έχω χαμηλό (επίσημο) εισόδημα, γιατί να προσπαθήσω να το αυξήσω; Μήπως με συμφέρει ο συνδυασμός επιδότησης και μαύρης εργασίας;» Έτσι παγιώνεται μια αντίληψη, με βασικό χαρακτηριστικό τα αντιπαραγωγικά κίνητρα.
Στον αντίποδα, αυτοί που δημιουργούν υψηλά εισοδήματα, φορολογούνται υπέρμετρα λόγω της υψηλής προοδευτικότητας του φορολογικού συστήματος. Στην περίπτωση αυτή ο φόρος δημιουργεί στρέβλωση, λειτουργεί δηλαδή ως τιμωρία. Και είναι άδικος: Ένας φορολογούμενος με ετήσιο φορολογητέο εισόδημα 120.000 ευρώ πληρώνει 70 φορές περισσότερο φόρο από τον φορολογούμενο που δηλώνει 12.000 ευρώ εισόδημα. Πρέπει να είναι έτσι; Ασφαλώς όχι. Μήπως έχει έρθει η ώρα, σήμερα λόγω πληθωρισμού και ακρίβειας, να σκεφτούμε εντελώς διαφορετικά; Έξω από το κουτί; Μήπως να ξαναδούμε την ιδέα του ενιαίου φορολογικού συντελεστή (flat tax) που επανέφερε στη δημόσια συζήτηση ο Τάσσος Αβραντίνης με το βιβλίο του «Ενιαίος φορολογικός συντελεστής»;
Είμαι βέβαιος, ότι η καθιέρωση του ενιαίου φορολογικού συντελεστή σε συνδυασμό με την απλοποίηση συνολικά του φορολογικού συστήματος της χώρας, όπως έχει αποδειχθεί άλλωστε σε όσες χώρες εφαρμόστηκε, θα ενθάρρυνε την παραγωγή, θα ενίσχυε τα κίνητρα δημιουργίας και πλουτισμού των ανθρώπων, θα απλοποιούσε τις φορολογικές διαδικασίες, θα περιόριζε τη φοροδιαφυγή και φοροαποφυγή και θα αποκαθιστούσε τη φορολογική δικαιοσύνη.
Η θέσπιση ενιαίου φορολογικού συντελεστή, π.χ. 20%, συνιστά επιβράβευση και όχι τιμωρία της οικονομικής δραστηριότητας. Επιβραβεύοντας τους πιο παραγωγικούς πολίτες, το μέτρο θα ενθάρρυνε τη νόμιμη απόκτηση πλούτου, τις επενδύσεις και την αποταμίευση. Για την οικονομία η αντικατάσταση του συστήματος της προοδευτικής φορολογίας με έναν ενιαίο φορολογικό συντελεστή, σε συνδυασμό βεβαίως με άλλες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, θα είχε ως αποτέλεσμα την εντυπωσιακή αύξηση του εγχωρίου προϊόντος, την πρόσβαση των επιχειρήσεων σε τραπεζικό δανεισμό και επενδυτικά κεφάλαια, νέες επενδύσεις, την αποτελεσματικότερη είσπραξη του φόρου εισοδήματος και την ενίσχυση της φορολογικής συνείδησης των πολιτών. Επιπλέον, η απλοποίηση του συστήματος θα εξοικονομούσε τεράστιους πόρους για τους πολίτες και το Δημόσιο.
Η ιδέα του flat tax θα βοηθούσε την προς τα εμπρός κίνηση του πιο δυναμικού επιχειρηματικού, στελεχιακού αλλά και επιστημονικού δυναμικού της χώρας σε μια φάση όπου η ανάκαμψη θα δώσει τη θέση της σε μια βιώσιμη ανάπτυξη.
Είναι λάθος να πιστεύουμε ότι ο ενιαίος φορολογικός συντελεστής θα ευνοήσει τους ήδη πλούσιους, όπως μονότονα ισχυρίζονται αυτοί που δεν θέλουν να αλλάξει τίποτε στη χώρα. Οι πραγματικά ευνοημένοι από μια τέτοια ριζοσπαστική μεταρρύθμιση θα είναι οι ταλαντούχοι, προκομένοι, εργατικοί, ικανοί και δημιουργικοί άνθρωποι από τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα του πληθυσμού, των οποίων σήμερα οι προσπάθειες υπονομεύονται και εμποδίζονται, μεταξύ άλλων και, από τη φορολογία.
* Ο Παναγιώτης Λιαργκόβας είναι Πρόεδρος του ΚΕΠΕ και του Εθνικού Συμβουλίου Παραγωγικότητας, Καθηγητής Πανεπιστημίου Πελοποννήσου