Και τώρα τι θα γίνει με το λεγόμενο Fed put, που πολλοί θεωρούσαν τη σανίδα ασφαλείας που στήριζε τη χρηματιστηριακή αγορά; Mέχρι πρόσφατα επικρατούσε η άποψη ότι η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ θα στήριζε την αγορά μετοχών σε φάσεις ξεπουλήματος με μειώσεις επιτοκίων η αναβάλλοντας αυξήσεις στο κόστος δανεισμού.
Η ιστορία έχει δείξει ότι αυξήσεις επιτοκίων δεν είναι πιθανές όταν η χρηματιστηριακή αγορά πέφτει 10% από τα υψηλά της. Αυτή τη φορά όμως η Fed πιθανότατα δεν θα κάνει κίνηση για να στηρίξει τις μετοχές για τους εξής λόγους.
Πρώτον, ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ τρέχει με ετήσιο ρυθμό 7% που δυσκολεύει την κεντρική τράπεζα της μεγαλύτερης οικονομίας του κόσμου από το να μην προβεί σε σύσφιξη της νομισματικής της πολιτικής.
Το Fed funds επιτόκιο είναι στο χαμηλό όριο του εύρους και η Fed δεν μπορεί να το μειώσει. Μπορεί να επιβραδύνει τη διαδικασία του λεγόμενου tapering, της απόσυρσης του προγράμματος αγοράς ομολόγων, αλλά και αυτό είναι απίθανο αν κρίνει κανείς από τις διαθέσεις των αξιωματούχων της. Επιπρόσθετα, η κεντρική τράπεζα δέχεται πολιτικές πιέσεις να τιθασεύσει τον πληθωρισμό και όχι να σώσει τη χρηματιστηριακή αγορά.
Όσοι πίστευαν ότι η Fed θα έσπευδε να βοηθήσει στην πτώση των χρηματιστηριακών αγορών με μια τελευταίας στιγμής αναβολή των αυξήσεων επιτοκίων θα αισθάνονται απογοητευμένοι. Το ερώτημα βέβαια παραμένει: πόσο πρέπει να πονέσει η χρηματιστηριακή αγορά πριν η Fed ενεργοποιήσει το παραδοσιακό της put;
Tο put της Fed ενεργοποιήθηκε σε προηγούμενα selloff, πιο πρόσφατα στις αρχές του 2019 όταν η νευρική αντίδραση του χρηματιστηρίου την έπεισε να αναβάλλει το ξεκίνημα ενός κύκλου ανοδικών επιτοκίων.
Σήμερα, μετά από χρόνια πολύ φθηνού χρήματος, το διακύβευμα είναι μεγάλο. Γύρω στο 1 τρισ δολάρια. τοποθετήθηκε σε μετοχές παγκοσμίως πέρυσι, ρευστότητα που ξεπέρασε το σύνολο των εισροών τα τελευταία 19 χρόνια και η χρηματιστηριακή αγορά των ΗΠΑ διπλασίασε την αξία της από τον Μάρτιο του 2020.
Οι εκτιμήσεις δίνουν και παίρνουν. Με βάση την ιστορία, στην Evercore ISI Research εκτιμούν ότι ο δείκτης S&P 500 θα πρέπει να πέσει 23,8% από την πρόσφατη κορυφή του για να ενεργοποιηθεί η Fed. Άλλοι χρηματιστηριακοί οίκοι, όπως η Janus Henderson, θεωρούν ότι το put θα επανέλθει αν η διόρθωση υπερβεί το 15%. Ωστόσο, αυτή τη φορά η ανάγκη να ελεγχθεί ο πληθωρισμός που βρίσκεται σε υψηλό 40ετίας μπορεί να αλλάξει την εξίσωση.
Η Fed θα ανεχθεί ένα ξεπούλημα στη χρηματιστηριακή αγορά έως ένα βαθμό πριν αισθανθεί ότι πρέπει να το επιβραδύνει. Για τους επενδυτές εγείρει το ερώτημα πόσο θα αφήσει την αγορά να πέσει, 20%, 25%;
Oι απώλειες για τους δείκτες S&P 500 και Nasdaq στη νέα χρονιά είναι 9% και 12% αντίστοιχα. Με το να επιβραδύνει τη σύσφιξη της νομισματικής της πολιτικής η Fed θα ρίσκαρε μεγαλύτερες αυξήσεις επιτοκίων αν της ξέφευγε ο πληθωρισμός και θα αντέκρουε την άποψη της ότι η οικονομία των ΗΠΑ έχει ανακάμψει ταχύτερα από ότι αναμενόταν.
Στη Morgan Stanley η εκτίμηση είναι ότι η Fed δεν πρόκειται να φοβηθεί με τον πληθωρισμό σε τόσο υψηλά επίπεδα και οι αγορές πρέπει να το χωνέψουν.
Τα ξεπουλήματα στις χρηματιστηριακές αγορές μπορούν να σφίξουν τις χρηματοοικονομικές συνθήκες, να επηρεάσουν την κατανάλωση, την αποταμίευση και τις επενδύσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Ως εκ τούτου δεν είναι εξελίξεις στις οποίες οι νομισματικές αρχές είναι αδιάφορες.
Σύμφωνα με δείκτες της Goldman Sachs και της ίδιας της Fed, οι χρηματοοικονομικές συνθήκες πράγματι σφίγγουν αλλά από ιστορικά πολύ χαλαρά επίπεδα. Τα στοιχεία που χρησιμοποιούν οι δείκτες αυτοί δεν δείχνουν μεγάλο stress. Oι αποδόσεις των ομολόγων έχουν ανέβει αλλά όσον αφορά στα διετή και 10ετη ομόλογα των ΗΠΑ βρίσκονται στα προ-πανδημίας επίπεδα και αν αφαιρεθεί ο πληθωρισμός η κίνηση τους κρίνεται πολύ ήπια.
Οι πραγματικές αποδόσεις στα αμερικανικά και τα γερμανικά 10ετη ομόλογα παραμένουν χαμηλότερα από τα επίπεδα που ήταν για μεγάλο μέρος του 2021 και 2020. Το premium στα ομόλογα χαμηλής διαβάθμισης που είναι πιο ευαίσθητα σε πτωτικές φάσεις της χρηματιστηριακής αγοράς παραμένει χαμηλό σε σύγκριση με το που ήταν πριν ξεσπάσει η πανδημία.
Υπάρχει βέβαια και η διαφορετική άποψη που θεωρεί ότι οι αγορές οδηγούν τις οικονομίες και κατά συνέπεια δυσκολεύουν τους αξιωματούχους στο να ανεχθούν μεγάλο ξεπούλημα στις αγορές μετοχών. Η αύξηση των τιμών πετρελαίου και η επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης της προσφοράς χρήματος που εισρέει στις οικονομίες σφίγγουν τις χρηματοοικονομικές συνθήκες.
Μια διόρθωση της τάξης του 10% στη χρηματιστηριακή αγορά δεν αποτελεί πρόβλημα αλλά πολύ μεγαλύτερη πτώση θα δυσκόλευε τα σχέδια της Fed. Σύμφωνα με την BMO Capital Markets, η αδυναμία της χρηματιστηριακής αγοράς θα αποτρέψει μια αύξηση επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης τον Μάρτιο που μερικοί φοβούνται.
Ωστόσο, η Fed μάλλον θα προχωρήσει ακάθεκτη με τις επιτοκιακές αυξήσεις καθώς είναι πολύ νωρίς στη διαδικασία του ανοδικού κύκλου για να ανησυχήσει λόγω του άγχους της αγοράς.