Γιατί «φοβίζουν» οι αυξήσεις μισθών -  Ο ρόλος του φορολογικού πληθωρισμού

Γιατί «φοβίζουν» οι αυξήσεις μισθών - Ο ρόλος του φορολογικού πληθωρισμού

Ο μέσος μισθός αυξήθηκε στην Ελλάδα στα 1340 ευρώ μεικτά στο τέλος του 2024. Αυτό σημαίνει ότι ο εργοδότης πληρώνει 1639 ευρώ και ο εργαζόμενος εισπράττει 1048 ευρώ. Τα 591 ευρώ καταλήγουν στο κράτος είτε υπό μορφή φόρων είτε υπό μορφή ασφαλιστικών εισφορών. Αυτή είναι η σκληρή πραγματικότητα της αγοράς παρά την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης, τη θέσπιση του εισαγωγικού συντελεστή 9% στη φορολογική κλίμακα και τη μείωση του συντελεστή υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες επί των ημερών της σημερινής κυβέρνησης.

Δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενοι γνωρίζουν πολύ καλά τι γίνεται εκεί… έξω. Τα νούμερα που αποτυπώνονται στις Αναλυτικές Περιοδικές Δηλώσεις του e-EFKA είναι πολύ πιθανό ότι δεν αποτυπώνουν την πραγματικότητα των μισθών. Ναι, μπορεί ήδη να κινούμαστε σε υψηλότερα επίπεδα. Απλώς αυτό δε φαίνεται γιατί ανθούν οι παροχές σε είδος και τα «μαύρα» για όσους εργοδότες έχουν φυσικά τη δυνατότητα να τα πληρώνουν. Ο λόγος είναι πολύ απλός: όταν τα κουπόνια σίτισης (δικαιολογεί η νομοθεσία ακόμη και 7 ευρώ την ημέρα για 22 εργάσιμες ήτοι ένα 150άρι και κάτι) απαλλάσσονται του φόρου και των ασφαλιστικών εισφορών, γιατί ο εργοδότης να περάσει αυτές τις αποδοχές στον μισθό; Με τα κουπόνια, 150 δίνει, 150 του κοστίζουν. Με τον μισθό, αύξηση 150 ευρώ (δηλαδή από τα 1340 ευρώ στα 1490 ευρώ που είναι και ο εθνικός στόχος για το 2027) σημαίνει επιπλέον 183 ευρώ για τον εργοδότη και μόλις 99 ευρώ επιπλέον για τον εργαζόμενο.

Ο κατάλογος των παροχών σε είδος έχει εμπλουτιστεί και μπορεί να περιλαμβάνει κινητό, αυτοκίνητο, επίδομα παιδικού σταθμού, επίδομα γέννησης παιδιού, κάρτα σίτισης κλπ. Και από ότι φαίνεται οι επιχειρήσεις θα προσπαθούν ολοένα και περισσότερο να αποφεύγουν τις μεγάλες ονομαστικές αυξήσεις. Υπάρχει ένας ουσιαστικός λόγος: ο… φορολογικός πληθωρισμός. Από τα 1340 ευρώ και πάνω, πλησιάζουμε στην αλλαγή φορολογικού κλιμακίου. Αυτό σημαίνει ότι η όποια αύξηση (σ.σ ουσιαστικά μια αύξηση που θα φέρει τις ετήσιες αποδοχές πάνω από τα 20.000 ευρώ) θα ενεργοποιήσει και τον υψηλότερο φορολογικό συντελεστή του 28% (αντί για 9% και 22% που είναι οι δύο πρώτοι συντελεστές της κλίμακας).

Το γεγονός ότι τα κλιμάκια στη φορολογική κλίμακα δεν έχουν αλλάξει εδώ και πολλά χρόνια, πλέον αποτελεί πολύ μεγάλο πρόβλημα καθώς το θέμα δεν είναι να αυξάνουν οι ονομαστικές αποδοχές και το εργοδοτικό κόστος αλλά να βελτιώνεται η αγοραστική δύναμη των εργαζόμενων. Για να βελτιωθεί η κατάσταση μια λύση υπάρχει: να βρεθεί δημοσιονομικός χώρος ώστε να χρηματοδοτηθεί η «τιμαριθμική αναπροσαρμογή της φορολογικής κλίμακας». Σε διαφορετική περίπτωση, το ίδιο το κράτος με τους φόρους του θα εξακολουθεί να ροκανίζει το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα για όσους λαμβάνουν τον λεγόμενο «μέσο μισθό».