Με το lockdown να συνεχίζεται τουλάχιστον και την πρώτη εβδομάδα του Μαρτίου, το δίμηνο Απρίλιο-Μαΐου καθίσταται ζωτικής σημασίας για δεκάδες χιλιάδες επιχειρήσεις.
Μετά από 12 ολόκληρους μήνες πανδημίας και εξαιρετικά μειωμένης οικονομικής δραστηριότητας, πολλές επιχειρήσεις βρίσκονται αντιμέτωπες με τον αφανισμό. «Αν ανοίξουμε μέσα στην άνοιξη και οι εμβολιασμοί φέρουν αποτέλεσμα, τότε είναι πιθανό να επιβιώσουμε, αλλά και πάλι με τη στήριξη του κράτους για πολύ καιρό ακόμη», σημειώνουν παράγοντες της αγοράς.
Το κόστος του lockdown είναι δυσβάσταχτο. Σύμφωνα με τον καθηγητή Παναγιώτη Πετράκη, η ζημιά για το ΑΕΠ υπολογίζεται στα 1,2 δισ. ευρώ μηνιαίως, ενώ το δημοσιονομικό κόστος μπορεί να ξεπεράσει ακόμα και τα 3 δισ. ευρώ.
Πέρα όμως από τους αριθμούς κινδυνεύουμε να δούμε ένα τεράστιο κύμα λουκέτων και μια νέα στρατιά ανέργων (τρομακτική η ζημιά στους κλάδους ψυχαγωγίας και θεαμάτων), ενώ και η ψυχολογία στην αγορά πολύ δύσκολα θα βελτιωθεί ακόμα και όταν τελειώσει η πανδημία.
Θα είναι το τρίμηνο Απριλίου-Ιουνίου το πρώτο θετικό για το ΑΕΠ μετά από ένα χρόνο; Υπάρχει ισορροπία μεταξύ των «θέλω» της οικονομίας και των «πρέπει» της πανδημίας;
Σκεφτείτε μόνο το εξής: Αν δεν λειτουργήσει πολύ καλύτερα από πέρσι η ελληνική τουριστική βιομηχανία, έστω από τον Ιούλιο και μετά, τότε η ελληνική οικονομία κινδυνεύει να βιώσει για δεύτερη φορά σε λίγα χρόνια την απόλυτη καταστροφή.
Διότι στην περίπτωση που το ΑΕΠ κινηθεί στα ίδια… βάθη με το 2020 (ύφεση έως και 12%), η ελληνική οικονομία θα έχει χάσει μέσα σε δύο χρόνια περίπου όσα έχασε αθροιστικά στα χρόνια της 8ετούς κρίσης της περασμένης δεκαετίας, όταν απώλεσε πάνω από το 25% του ΑΕΠ. Κατά την περασμένη κρίση η ελληνική οικονομία μίκρυνε κατά το 1/4 και πριν προλάβει να σηκώσει κεφάλι έχει χάσει ήδη το 1/10 του ΑΕΠ εξαιτίας της πανδημίας.
Η αγορά έχει φτάσει στα όριά της καθώς αυτό το… ιδιότυπο lockdown που δεν ρίχνει τα κρούσματα αλλά κρατάει κλειστή την αγορά απειλεί τη βιωσιμότητα χιλιάδων επιχειρήσεων, παρά το γεγονός ότι προκαλεί μικρότερη ζημιά στο ΑΕΠ σε σύγκριση με πέρσι.
Τα έσοδα της καλοκαιρινής περιόδου και ευρύτερα του τουρισμού συντηρούν ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της ελληνικής οικονομίας, είτε άμεσα είτε μέσω κλάδων-δορυφόρων και της συνολικής προστιθέμενης αξίας που της δίνει.
Σήμερα αυτό το κομμάτι είναι απόλυτα παγωμένο. «Δεν κινείται τίποτα», όπως χαρακτηριστικά λένε οι επιχειρηματίες του τουρισμού, οι οποίοι με τα σημερινά δεδομένα εκτιμούν ότι θα αρχίσουν να δέχονται τουρίστες με κάπως κανονικούς ρυθμούς από τον Ιούλιο ενώ ελπίζουν ότι το φετινό καλοκαίρι θα είναι καλύτερο από το περσινό. Τα πράγματα είναι ακόμα πιο δύσκολα για τους επαγγελματίες του κλάδου και κυρίως για τους εποχιακούς που έτσι κι αλλιώς δεν είχαν πολλές άμυνες.
Δεν είναι όμως όλα μαύρα καθώς για πρώτη φορά υπάρχει φως στο βάθος του τούνελ. Αρκεί το τούνελ να αποδειχθεί σύντομο…
Η επιτάχυνση των εμβολιασμών και η σημαντική μείωση των νοσούντων από κορονοϊό που χρειάζονται νοσηλεία θα φέρει το μόνιμο άνοιγμα της αγοράς και την ανάκαμψη του τουρισμού. Βέβαια, όσον αφορά τον τουρισμό μάλλον θα πρέπει να κρατάμε μικρό καλάθι καθώς το σενάριο να ανοίξουν φέτος τα σύνορα για όλους δεν συγκεντρώνει πολλές πιθανότητες. Η Μ. Βρετανία και το Ισραήλ είναι οι δύο χώρες που σήμερα φαίνεται ότι θα πρωταγωνιστήσουν φέτος, ενώ πολύ δύσκολα θα κινηθεί καλύτερα ο εσωτερικός τουρισμός.
Αυτό που περιμένει με αγωνία η αγορά είναι να γίνει το πρώτο βήμα. Να δουλέψει χωρίς να φοβάται ότι θα κλείσει την επόμενη εβδομάδα και να δουλέψει με ασφάλεια. Ακόμη και χωρίς τον τουρισμό στα πολύ υψηλά επίπεδα που έχουμε συνηθίσει, η ελληνική οικονομία χρειάζεται μία νότα αισιοδοξίας, η οποία θα έρθει μόνο αν δεν πιέζεται το σύστημα υγείας.
Όλα θα κριθούν έως το τέλος Απριλίου, όταν το πρόγραμμα εμβολιασμού θα έχει τρέξει και θα μπορούν να γίνουν οι πρώτες ασφαλείς εκτιμήσεις για τη συνέχεια. Μέχρι τότε δύσκολα θα δούμε ουσιαστική αλλαγή στην κατάσταση που επικρατεί από τον Νοέμβριο.