Για άλλη μια φορά η αντιπαράθεση για την «οροφή» στο δημόσιο χρέος των ΗΠΑ είναι προ των πυλών φέτος και για τις αγορές αποτελεί πηγή ανησυχίας.
Η προθεσμία για την αμερικανική κυβέρνηση να αυξήσει το όριο των $31,4 τρισ. στο χρέος μπορεί να έρθει γρηγορότερα απ' ό,τι αναμένεται εκτιμούν οι αναλυτές και μαζί της το ρίσκο ενός default που θα είχε ευρύτατες συνέπειες στις αγορές.
Την τελευταία δεκαετία οι επαναλαμβανόμενες πολιτικές αντιπαραθέσεις για το όριο χρέους τις περισσότερες φορές έφερναν συμβιβασμό πριν προκληθούν αναταραχές στις αγορές. Όχι πάντοτε όμως. Το 2011 μια παρατεταμένη αντιπαράθεση οδήγησε τον οίκο Standard & Poor’s στην υποβάθμιση της πιστοληπτικής βαθμολογίας των ΗΠΑ για πρώτη φορά, προκαλώντας σεισμικές δονήσεις στις αγορές.
Η ανησυχία φέτος οφείλεται στο ότι το κόμμα των Ρεπουμπλικανών έχει ισχνή πλειοψηφία στο Κογκρέσο, κάτι που μπορεί να δυσκολέψει έναν συμβιβασμό αυτήν τη φορά.
Η «οροφή χρέους» είναι το ανώτατο όριο δανεισμού της αμερικανικής κυβέρνησης για να χρηματοδοτήσει τις ανάγκες της και όταν εξαντλείται δεν μπορεί πλέον να εκδίδει έντοκα γραμμάτια και ομόλογα. Μπορεί να πληρώνει τους λογαριασμούς της μόνο με τους φόρους που εισπράττει. Η οροφή χρέους σήμερα ισοδυναμεί με περίπου το 120% του ΑΕΠ των ΗΠΑ, της μεγαλύτερης οικονομίας του κόσμου.
Σύμφωνα με την υπουργό Οικονομικών των ΗΠΑ Janet Yellen, χωρίς μία αύξηση στο όριο χρέους η κυβέρνηση θα είναι σε θέση να πληρώνει τους λογαριασμούς της μέχρι τον Ιούνιο.
Μερικά από τα έντοκα γραμμάτια των ΗΠΑ ήδη ενσωματώνουν ένα πριμ στις αποδόσεις τους που ενδεχομένως να σχετίζεται με τον κίνδυνο αθέτησης πληρωμών. Η απόδοση στα τρίμηνα έντοκα γραμμάτια έχει φτάσει σε υψηλό 22ετίας στο 5,318%.
Σύμφωνα με τους αναλυτές, η απόδοση των έντοκων γραμματίων δείχνει ότι τα αμοιβαία κεφάλαια διαχείρισης διαθεσίμων και άλλοι επενδυτές σταθερού εισοδήματος αποφεύγουν χρεόγραφα που μπορεί να χτυπηθούν από ένα κυβερνητικό shutdown.
Ήδη τα spreads των CDS (credit default swaps) σε πενταετές χρέος των ΗΠΑ έχουν διευρυνθεί και το κόστος ασφάλισης για το ρίσκο αθέτησης πληρωμών σε χρέος διάρκειας ενός έτους υπερβαίνει τις 100 μονάδες βάσης και είναι υψηλότερο από τα επίπεδα του 2011, τη χρονιά που η πολιτική αντιπαράθεση για το χρέος οδήγησε στην πρώτη υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας των ΗΠΑ.
Ο κίνδυνος ενός default μπορεί να ωθήσει τους επενδυτές να μεταφέρουν κεφάλαια σε μετοχές και ομόλογα άλλων χωρών. Μπορεί επίσης να προκαλέσει φυγή κεφαλαίων σε ασφαλή καταφύγια και παραδόξως να πιέσει τις αποδόσεις των αμερικανικών ομολόγων χαμηλότερα.
Το 2011 το πολιτικό αδιέξοδο στην Ουάσινγκτον για την οροφή χρέους προκάλεσε ξεπούλημα στο χρηματιστήριο και την απώλεια της βαθμολόγησης ΑΑΑ από τον οίκο Standard & Poor’s.
O δείκτης S&P 500 έπεσε 15% στην κρίση του 2011, ενώ οι μετοχές των επιχειρήσεων που είχαν μεγαλύτερη έκθεση στην κυβέρνηση των ΗΠΑ από πλευράς πωλήσεων έκαναν βουτιά 25%, υπενθυμίζει η Goldman Sachs σε έκθεση της.