Η ελληνική κυβέρνηση αναθεώρησε τον στόχο της ανάπτυξης για φέτος και από 1,7% ανέβασε τον πήχη στο 2,3%.
Χθες η Κομισιόν, στις εαρινές της προβλέψεις κατέγραψε ποσοστό 2,4% ενώ με τη συμπλήρωση του πρώτου τετραμήνου - δηλαδή των δύσκολων χειμερινών μηνών για ολόκληρο το 2023 καθώς πλέον έχει απομείνει ουσιαστικά μόνο ο Δεκέμβριος - έχουν αναπτερωθεί οι ελπίδες για ακόμη ισχυρότερη ανάκαμψη λόγω και της «βοήθειας» των τιμών ενέργειας.
Στελέχη του οικονομικού επιτελείου μιλούν πλέον ανοικτά για την δυνατότητα ο ρυθμός ανάπτυξης να ξεπεράσει φέτος ακόμη και το 3% καθώς ενδείξεις που έχουν αρχίσει να αποτυπώνονται ξεκάθαρα δεν έχουν προσμετρηθεί σε καμία περίπτωση στις μέχρι τώρα μετρήσεις.
Ποια είναι η νούμερο ένα αλλαγή; Η εξέλιξη της τιμής του φυσικού αερίου και του πετρελαίου. Ο προϋπολογισμός συντάχθηκε με την εκτίμηση ότι η μέση τιμή στο βαρέλι του πετρελαίου θα κυμανθεί στα 90 δολάρια και ότι το φυσικό αέριο θα υποχωρήσει στα 120 ευρώ ανά μεγαβατώρα κατά μέσο όρο.
Ενώ σε λίγες ημέρες ολοκληρώνεται το 5μηνο, το φυσικό αέριο έχει πλέον υποχωρήσει κάτω από τα 35 ευρώ ανά μεγαβατώρα (και σταθερά σε όλο το 5μηνο είναι κάτω από τα 50 ευρώ) ενώ το πετρέλαιο είναι στα 73-75 δολάρια. Μια απλή πράξη δείχνει το όφελος που μπορεί να προκύψει μόνο από το φυσικό αέριο.
Αν οι εισαγωγές φτάσουν στα 55 εκατ. μεγαβατώρες όπως είναι οι εκτιμήσεις, η αξία των εισαγωγών θα πέσει από τα 6,6 δισ. ευρώ που είχε προϋπολογιστεί, στα 1,9 δισ. ευρώ ή και χαμηλότερα. Μιλάμε για διαφορά της τάξεως των 4,7 δισ. ευρώ η οποία αποτυπώνεται κατευθείαν στην αξία των εισαγωγών, στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας, στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών άρα και στο ΑΕΠ.
Αν μάλιστα προστεθεί και η διαφορά του πετρελαίου, το όφελος μπορεί να είναι ακόμη μεγαλύτερο. Προφανώς ουδείς μπορεί να προβλέψει την εξέλιξη της ζήτησης για τα ενεργειακά προϊόντα αλλά όπως και να καλυφθούν οι ενεργειακές ανάγκες της χρονιάς, το βασικό σενάριο αυτή τη στιγμή είναι ότι οι προμήθειες θα γίνουν σε χαμηλότερες τιμές από αυτές που είχαν προϋπολογιστεί.
Μόνο από τη μείωση των τιμών στην ενέργεια μπορούν να προκύψουν επιπλέον δύο μονάδες ανάπτυξης. Και αν επιβεβαιωθούν και οι θετικές ενδείξεις για την πορεία του τουρισμού, το ΑΕΠ θα έχει λαμβάνειν και από το συγκεκριμένο «μέτωπο». Φυσικά, το καθοριστικό στοιχείο θα είναι η πορεία της κατανάλωσης. Προς το παρόν, δεν υπάρχουν ενδείξεις μείωσης ενώ ακόμη και στα τρόφιμα, η «πίεση» είναι περιορισμένη.
Τα στοιχεία για το α’ τρίμηνο που θα ανακοινωθούν τον Ιούνιο αμέσως μετά τις εκλογές θα είναι ενδεικτικά αλλά όχι καθοριστικά για το σύνολο του έτους. Αναλυτές εκτιμούν ότι η χώρα θα καταφέρει να «πιάσει» ένα ποσοστό ανάπτυξης άνω του 3% στο διάστημα Ιανουαρίου-Μαρτίου αν και υπάρχουν αστάθμητοι παράγοντες (επίπτωση από επιδοτήσεις, αποθέματα κλπ).
Το ζητούμενο είναι το τι θα γίνει σε ετήσια βάση. Με ένα καλό καλοκαίρι αλλά και με πολιτική σταθερότητας από τον Ιούλιο και μετά, το σενάριο για ανάπτυξη άνω του 3% και φέτος μοιάζει απολύτως εφικτό.