Την ερχόμενη Τρίτη 7/9 η ΕΛΣΤΑΤ θα δημοσιεύσει τα προκαταρκτικά στοιχεία για το ΑΕΠ β’ τριμήνου. Στοιχεία που θα δώσουν μία πρόγευση της πορείας που θα ακολουθήσει η ελληνική οικονομία φέτος. Ο συνολικός ρυθμός ανάπτυξης του 2021 θα κρίνει πολλά και κυρίως τις ελαφρύνσεις σε φόρους εισφορές και άλλα μέτρα που θα ενισχύσουν περαιτέρω την οικονομική δραστηριότητα τα επόμενα χρόνια. Μέτρα που θα έχουν έναν ακόμη σκοπό: να περιορίσουν τον σημαντικό αντίκτυπο των ανατιμήσεων σε προϊόντα και υπηρεσίες εξαιτίας της μεγάλης αύξησης του ενεργειακού κόστους και των τιμών σε τρόφιμα και πρώτες ύλες διεθνώς.
Τα καλά μαντάτα έρχονται από το μέτωπο του τουρισμού και από το γεγονός ότι η εγχώρια αγορά επιδεικνύει μία αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα, μετά την πρωτοφανή ύφεση του 2020 (8,2%) που προκάλεσε η πανδημία. Είναι τόσο ενθαρρυντικά τα στοιχεία αυτά που αρμοδίως εκτιμάται ότι προβλέψεις όπως του ΔΝΤ που κάνουν λόγο για ανάπτυξη 3,8% το 2021, θα διαψευστούν πανηγυρικά, ενώ πλέον ο πήχης ανεβαίνει έως και άνω του 5%.
Η αναπτυξιακή έκρηξη στο δεύτερο εξάμηνο του 2021 αναμένεται να δώσει περαιτέρω ώθηση και στην ανάπτυξη του 2022, αφού θα ξεκινήσει από υψηλότερη βάση. Έτους που από το σύνολο των αναλυτών, επενδυτικών οίκων και διεθνών οργανισμών, θεωρείται ότι θα είναι αυτό που θα τρέξει με τον υψηλότερο ρυθμό. Υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι δεν θα υπάρξει κάποια δυσάρεστη εξέλιξη με κάποιο πιο ανθεκτικό στα εμβόλια στέλεχος του κορονοϊού.
Τι μας δείχνει όμως ότι τα θεμέλια της ανάπτυξης ισχυροποιούνται;
- Ο δείκτης οικονομικού κλίματος έχει εκτιναχθεί στο δεύτερο υψηλότερο επίπεδο από το 2007, στις 111,2 μονάδες, όταν το ιστορικό υψηλό είναι στις 120,7 μονάδες και σημειώθηκε τον Ιούλιο του 2000. Η εμπιστοσύνη στην αγορά ενισχύεται και οι συνθήκες βελτιώνονται συνεχώς, παρά το γεγονός ότι η πανδημία δεν έχει τελειώσει, γεγονός που υποδεικνύει ότι αναμένεται νέα μεγάλη ώθηση στην οικονομική δραστηριότητα όταν θα φανεί το τέλος αυτής της πρωτοφανούς σε επίπεδο αβεβαιότητας περιόδου.
- Οι συνθήκες χρηματοδότησης είναι πιο ευνοϊκές από ποτέ. Το κόστος δανεισμού για το ελληνικό δημόσιο είναι σε επίπεδα που ενδεχομένως δεν θα ξαναδούμε τις επόμενες δεκαετίες. Την περασμένη Τετάρτη η Ελλάδα δανείστηκε για 5 χρόνια με μηδενικό επιτόκιο και για 30 χρόνια με επιτόκιο 1,675%. Το εξαιρετικά χαμηλό κόστος δανεισμού θα περάσει σταδιακά και στην οικονομία όσο θα ανοίγουν οι στρόφιγγες ενώ δεν αναμένεται να αυξηθούν τα επιτόκια τα επόμενα χρόνια, τουλάχιστον όχι τόσο που να αλλάζουν τις πολύ ευνοϊκές χρηματοδοτικές συνθήκες.
- Οι επενδύσεις που είτε υλοποιούνται είτε βρίσκονται στα σκαριά δίνουν ελπίδες ότι μπορεί να κλείσει σε μεγάλο βαθμό το τεράστιο επενδυτικό κενό που εμφανίζει παραδοσιακά η ελληνική οικονομία. Ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου ως ποσοστό του ΑΕΠ την περίοδο 2000-2019 διαμορφώθηκε στο 10% για την Ελλάδα, με τη χώρα μας να καταλαμβάνει την τελευταία θέση στην Ευρώπη. Πρώτη ήταν η Ιρλανδία με 46% και προτελευταίο το Λουξεμβούργο με 17%. Το επενδυτικό κενό οφείλεται κατά τα δύο τρίτα του σε επενδύσεις που δεν έγιναν στον ιδιωτικό τομέα την τελευταία δεκαετία. Επομένως, αν τρέξει ομαλά το Σχέδιο 2.0 για την αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης τότε μπορούν να ενεργοποιηθούν συνολικά κεφάλαια άνω των 70 δισ. ευρώ. Μοιάζει απίστευτο όμως η ελληνική οικονομία ίσως δει τα επόμενα χρόνια τις επενδύσεις να τρέχουν με ρυθμούς που είχαμε να δούμε εδώ και δεκαετίες.
Η δυναμική ανάπτυξη βρίσκεται στο πρώτο της στάδιο, όμως το θέμα είναι ότι ξεκίνησε. Μένει να δούμε να εφαρμόζονται οι κατάλληλες πολιτικές και μεταρρυθμίσεις έτσι ώστε να συνεχιστεί αυτή η πορεία και το κυριότερο να φτάσουν οι θετικές επιπτώσεις στην πραγματική οικονομία, να δημιουργηθούν χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας και να αυξηθεί το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών.