Για όσους γνωρίζουν πράγματα και καταστάσεις στη Φρανκφούρτη η διατήρηση των ελληνικών ομολόγων στα προγράμματα παροχής ρευστότητας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ακόμη και μετά τη λήξη του QE Πανδημίας (PEPP), θεωρείται δεδομένη.
Το Liberal.gr έχει ενημερώσει εγκαίρως τόσο για την πρόθεση της Κριστίν Λαγκάρντ να διασφαλίσει ευνοϊκές συνθήκες χρηματοδότησης για όλες τις χώρες-μέλη, ανεξάρτητα από το αν αξιολογούνται με την «επενδυτική βαθμίδα», όσο και για τα σχέδια εφαρμογής ενός νέου «υβριδικού» προγράμματος μετά τον Μάρτιο του 2022.
Παράγοντες με βαθιά γνώση των διαδικασιών και των διεργασιών στα κεντρικά γραφεία της ΕΚΤ, μεταφέρουν νεότερες πληροφορίες, σύμφωνα με τις οποίες η απόφαση για συνολική αντιμετώπιση της κατάστασης χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η αξιολόγηση των χωρών-μελών, είναι ειλημμένη.
Εκτιμάται, μάλιστα, ότι μέσα στους επόμενους μήνες (όχι τον Σεπτέμβριο), η Γαλλίδα επικεφαλής της ΕΚΤ θα προβεί στις σχετικές ανακοινώσεις, αφού λάβει και την επίσημη έγκριση του διοικητικού συμβουλίου της ευρωτράπεζας.
Με άλλα λόγια, η ΕΚΤ θα συνεχίσει να… ψωνίζει ελληνικά ομόλογα για όσο διαρκέσουν οι αγορές ομολόγων, είτε μέσω του PEPP και του APP, είτε μέσω ενός νέου υβριδικού προγράμματος που θα έχει τα χαρακτηριστικά του APP και τις ευελιξίες του PEPP (όπως το waiver για την Ελλάδα). Επομένως, οι ελληνικοί τίτλοι θα συνεχίσουν να είναι ελκυστικοί για τους επενδυτές, αφού η ΕΚΤ εκτιμάται ότι θα συνεχίσει να «μαζεύει» τα κρατικά ομόλογα της Ευρωζώνης για πολύ καιρό ακόμη.
Αναλυτές δηλώνουν με σιγουριά ότι τα ελληνικά ομόλογα θα συμμετέχουν στις πράξεις της ΕΚΤ μέχρι να αναβαθμιστεί η ελληνική οικονομία σε «επενδυτική βαθμίδα» και δεν θα χρειάζεται πλέον το waiver. Όσο για την αναβάθμιση από τους οίκους αξιολόγησης, αυτή αναμένεται μέσα στο 2022, πάντα σε συνάρτηση με τις εξελίξεις στο μέτωπο της πανδημίας.
Ακόμα όμως και χωρίς τις πλάτες της ΕΚΤ, η ελληνική οικονομία έχει κάνει τεράστια βήματα προόδου. Η πορεία που ξεκίνησε η ελληνική οικονομία εδώ και περίπου τρία χρόνια και επιταχύνθηκε από το φθινόπωρο του 2019 θα οδηγούσε με ακρίβεια την αξιολόγηση της χώρας στην επενδυτική βαθμίδα, την κατηγορία αξιολογήσεων που θέτουν ως βασική προϋπόθεση οι μεγαλύτεροι θεσμικοί επενδυτές του πλανήτη για να τοποθετήσουν τα χρήματά τους.
Όμως η πανδημία λειτούργησε ανασταλτικά, αν και όχι όσο αναμενόταν, αφού η Ελλάδα ήταν από τις λίγες χώρες παγκοσμίως που είχε… την πολυτέλεια να δει την πιστοληπτική της ικανότητα να αναβαθμίζεται κατά τη διάρκεια της πανδημίας, μίας περιόδου που χαρακτηρίστηκε από την πιο ακραία αβεβαιότητα των τελευταίων δεκαετιών.
Χθες, όλα τα ελληνικά ομόλογα, ανεξαρτήτως διάρκειας, κατέγραψαν ιστορικά χαμηλά, σε μία ακόμη απόδειξη ότι η παρουσία της ΕΚΤ μπορεί να κρατήσει σε πολύ χαμηλά επίπεδα το κόστος δανεισμού. Η απόδοση του 10ετούς υποχώρησε στο 0,554% για πρώτη φορά στην ιστορία, ενώ του 5ετούς έφτασε στο -0,218% επίσης για πρώτη φορά. Η απόδοση του 15ετούς έγραψε ιστορικό χαμηλό στο 0,688%, του 20ετούς στο 0,749% και του 25ετούς στο 0,90%.
Μία ακόμη αξιοσημείωτη εξέλιξη είναι η άνοδος του spread. Όχι του spread που είχαμε συνηθίσει να βλέπουμε στα ύψη και αφορούσε στη διαφορά μεταξύ των αποδόσεων των ελληνικών και των γερμανικών ομολόγων, αλλά στο spread μεταξύ των ελληνικών και των ιταλικών τίτλων. Σε ολόκληρη την καμπύλη των αποδόσεων, το spread με τα ιταλικά ομόλογα είναι αρνητικό. Διαμορφώνεται στις 12 μ.β. για τα 5ετή ομόλογα, είναι σχεδόν μηδενικό στα 10ετή, ανεβαίνει στις 36 μ.β. στα 15ετή και στις 53 μ.β. στα 20ετή.
Η Ελλάδα λοιπόν έχει χαμηλότερο κόστος δανεισμού από την Ιταλία, μία χώρα που αξιολογείται στην επενδυτική βαθμίδα και θεωρείται μία από τις ισχυρότερες και σημαντικότερες οικονομίες της Ευρώπης, παρά τα δεδομένα δομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει εδώ και δεκαετίες.
Αυτό δείχνει ότι οι αγορές έχουν δώσει ήδη την πολυπόθητη αναβάθμιση στο ελληνικό αξιόχρεο, ακόμη και αν αυτό έχει επιτευχθεί κυρίως λόγω της συμμετοχής των ελληνικών τίτλων στο PEPP. Όπως και να’ χει, στο εξής τα ελληνικά ομόλογα δεν θα αντιμετωπίζονται ως «σκουπίδια» αλλά ως «κανονικοί» τίτλοι μιας «κανονικής» οικονομίας της Ευρωζώνης.