Η επιστροφή των «θεσμών» και η σφαγή των αμνών

Η επιστροφή των «θεσμών» και η σφαγή των αμνών

Του Βασίλη Γεώργα

Στις Βρυξέλλες η Ελλάδα υπέστη χθες για πολλούς έναν «πανωλεθρίαμβο». Η κυβέρνηση που επί μακρόν υπερασπίστηκε μεγαλοφώνως  τη θέση πως δεν θα πάρει «ούτε ένα ευρώ νέα μέτρα» αποδέχτηκε επί της ουσίας να διαπραγματευτεί τους όρους ενός σκληρού 4ου μνημονίου με άγνωστες απολήξεις, μόνο και μόνο για να επιτρέψουν πίσω στην Αθήνα τα τεχνικά κλιμάκια των δανειστών και να αποφευχθεί έτσι ο άμεσος κίνδυνος πλήρους κατάρρευσης των συζητήσεων, ανεξέλεγκτης  αναζωπύρωσης της συζήτησης για το Grexit και εκτροχιασμού της οικονομίας.

Η χθεσινή συμφωνία είναι επί της ουσίας μια «μη συμφωνία» που προσφέρει χρόνο στην Ευρώπη και το ΔΝΤ αλλά παρατείνει την αβεβαιότητα στην Ελλάδα και δημιουργεί σοβαρές προκλήσεις επικοινωνιακής και πολιτικής διαχείρισης των νέων μέτρων που ανέλαβε να νομοθετήσει η κυβέρνηση. Μεταφέρει προσωρινά το μέτωπο μιας παρ' ολίγον  πολιτικής πυρκαγιάς από το ευρωπαϊκό εκλογικό τερέν της Ολλανδίας, της Γαλλίας και της Γερμανίας, στο ελληνικό έδαφος και την απλώνει στα πόδια της ελληνικής κυβέρνησης η οποία καθυστερώντας, όχι μόνο δεν κέρδισε τίποτα από όλα όσα υποσχέθηκε για το χρέος και την ποσοτική χαλάρωση, αλλά φορτώθηκε με απείρως δυσκολότερα μέτρα και μεταρρυθμίσεις συγκριτικά με όσα έχει ψηφίσει μέχρι σήμερα.

Ενώ τα μέτρα που έρχονται θα είναι μόνιμα, η χθεσινή λύση που έδωσε το Eurogroup είναι απόλυτα προσωρινή. Δημιουργεί μεν προϋποθέσεις ώστε να γίνουν πολλά πράγματα πολύ γρήγορα και  πριν το καλοκαίρι η Ελλάδα να είναι σε θέση να εκμεταλλευτεί την ένταξη των ομολόγων στο QE και να πορευτεί σε ένα καλύτερο οικονομικό κλίμα. Αλλά από την άλλη είναι μια πολιτικά εξαιρετικά δύσκολη εξίσωση. Κανείς δεν μπορεί να βάλει το χέρι του στη φωτιά ότι η συμμαχία των ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ θα μπορέσει να σηκώσει το βάρος της ψήφισης μιας νέας –της δεύτερης σε δύο χρόνια- μείωσης του αφορολόγητου ορίου και των συντάξεων, ακόμη και αν η εφαρμογή των μέτρων αυτών το 2019 θα αναληφθεί ως υποχρέωση της επόμενης κυβέρνησης που θα προκύψει από τις εκλογές.

Το σημαντικότερο δεν είναι αυτό.  Ακόμη και αν με τις αναγκαίες πολιτικές υποχωρήσεις το ψαλίδι στο αφορολόγητο και τις συντάξεις εγκριθεί από τη Βουλή, θα πρέπει οι επόμενοι μήνες να αποτελέσουν περίοδο οργασμικής εφαρμογής μεταρρυθμίσεων και αναπτυξιακών πρωτοβουλιών, προκειμένου όταν έρθει το πλήρωμα του χρόνου για την υλοποίηση των μέτρων, η οικονομία να έχει κάνει πολλά βήματα μπροστά ώστε να περιοριστεί ο υφεσιακός τους αντίκτυπος που είναι αναμφισβήτητος. Το μεγάλο στοίχημα που έχει μπροστά της η σημερινή κυβέρνηση είναι ακριβώς αυτό. Να μπορέσει να γυρίσει σελίδα στην οικονομία και να καλύψει το χαμένο έδαφος και την παράταση της αβεβαιότητας, με μεγάλη ταχύτητα. Από την μέχρι σήμερα εμπειρία, έχει αποδειχθεί ότι το βάρος δίνεται στην επικοινωνιακή διαχείριση και όχι στην αποτελεσματικότητα των πολιτικών, και αυτό συνιστά ρίσκο για την επόμενη μέρα.  

Το γεγονός πως τα κλιμάκια των δανειστών θα επιστρέψουν  στην Αθήνα την ερχόμενη εβδομάδα δεν σημαίνει ότι μια συμφωνία θα κλείσει σε εύλογο χρονικό διάστημα. Είναι τόσες πολλές οι παράμετροι που πρέπει κανείς να συνεκτιμήσει και τόσο σύνθετα τα θέματα που παραμένουν ανοιχτά, ώστε τεχνικά θεωρείται εξαιρετικά δύσκολο να υπάρχει το λεγόμενο «staff level agreement» πριν τον Μάιο. Πολιτικά, και καθώς η ευθύνη των αποφάσεων για το χρόνο και τον τρόπο υλοποίησης, βρίσκεται πλέον αποκλειστικά στα χέρια της ελληνικής κυβέρνησης, οποιαδήποτε πρόβλεψη μπορεί να αποδειχθεί εσφαλμένη.

Τα πράγματα γίνονται κατά πολύ δυσκολότερα από τη στιγμή που το πακέτο της χθεσινής συμφωνίας για το πλαίσιο πάνω στο οποίο θα διεξαχθούν οι διαπραγματεύσεις της δεύτερης αξιολόγησης (ασφαλιστικό-φορολογικό-εργασιακό), δεν περιλαμβάνει κανένα ουσιαστικό αντισταθμιστικό όφελος προς την Ελλάδα, παρά μόνο υποσχέσεις για μειώσεις στη φορολογία υπό τον όρο ότι θα επιτευχθούν και υπερκεραστούν οι υψηλοί στόχοι για τα πρωτογενή πλεονάσματα του 3,5%.

Αντίθετα η συζήτηση για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους μετατέθηκε τελεσίδικα για το 2018 και σε κάθε περίπτωση για πιο βολικό πολιτικά χρόνο, μετά τον σχηματισμό κυβέρνησης στη Γερμανία.

Αυτό με τη σειρά του δημιουργεί εύλογα ερωτήματα αφενός για το αν θα εκπληρωθούν βραχυπρόθεσμα οι προϋποθέσεις ώστε η ΕΚΤ να συμπεριλάβει τα ελληνικά ομόλογα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης με μόνη την «εγγύηση» συμμετοχής του ΔΝΤ που με τη σειρά του θα διεκδικήσει δεσμεύσεις του Eurogroup, και αφετέρου για το κατά πόσο οι αγορές θα δείξουν την επιδιωκόμενη εμπιστοσύνη τόσο στην Ελλάδα όσο και στους θεσμούς, ότι στο τέλος της ημέρας θα βρεθεί μια λύση η οποία δεν θα οδηγεί σε νέο αναγκαστικό πρόγραμμα χρηματοδότησης της οικονομίας ή σε άλλα χειρότερα σενάρια.

Το Eurogroup καλωσορίζει την κοινή κατανόηση ανάμεσα στις ελληνικές αρχές και τους θεσμούς

Οι θεσμοί (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ΕΚΤ, ΔΝΤ και ESM), καθώς και ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος, ενημέρωσαν το Eurogroup για την πορεία της β'' αξιολόγησης του προγράμματος οικονομικής προσαρμογής της Ελλάδος, όπου τα κύρια εκκρεμή ζητήματα συμπεριλαμβάνουν τη μεσοπρόθεσμη δημοσιονομική στρατηγική (2018 και μετά), καθώς και τις μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας. αναφέρεται στο επίσημο ανακοινωθέν μετά τη σημερινή συνεδρίαση του Eurogroup.

Το Eurogroup καλωσορίζει την κοινή κατανόηση ανάμεσα στις ελληνικές αρχές και τους θεσμούς, η οποία επιτρέπει την επιστροφή της αποστολής των τεχνικών κλιμακίων στην Αθήνα ώστε να ξαναρχίσουν τις εργασίες για την επίτευξη συμφωνίας σε επίπεδο τεχνικών κλιμακίων (staff level agreement), πάνω σε πολιτικές μεταρρυθμίσεις στο πλαίσιο της β'' αξιολόγησης του προγράμματος. Η συμφωνία σε επίπεδο τεχνικών κλιμακίων αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχημένη ολοκλήρωση της αξιολόγησης και κατά συνέπεια για την παροχή οικονομικής υποστήριξης, καταλήγει η ανακοίνωση. 

(Φωτογραφία: SOOC)