Ακούστηκε και αυτό από τους εκπροσώπους του ΣΥΡΙΖΑ μέσα σε αυτή την προεκλογική εκστρατεία του κόμματος.
Για να χρηματοδοτηθούν δράσεις που έχουν ενσωματωθεί στο πρόγραμμα του κόμματος θα αναθεωρηθεί το «Ελλάδα 2.0», ώστε να γίνει ανακατανομή των πόρων του προγράμματος. Να καταργηθούν δηλαδή δρομολογημένες δράσεις και να χρηματοδοτηθούν άλλες τις οποίες θα επιλέξει η επόμενη κυβέρνηση.
Ακούγεται εύκολο. Είναι όμως; Υπάρχει ρεαλισμός στη συγκεκριμένη επιχειρηματολογία; Η απάντηση είναι ότι υπάρχει θεωρητικά «παράθυρο» για αλλαγές το οποίο θα παραμείνει ανοικτό έως το τέλος του χρόνου ωστόσο, σε καμία περίπτωση αυτό το παράθυρο δεν επιτρέπει αλλαγές του τύπου να «κοπούν» πράσινες επενδύσεις για να γίνουν 70.000 προσλήψεις ατόμων που θα υποστηρίξουν τις ανάγκες ατόμων με αναπηρία. Αν μπουν τέτοια αιτήματα στο τραπέζι, υπάρχει ο κίνδυνος να χαθεί πολύτιμος χρόνος και τελικά να χάσει η χώρα την ευκαιρία αξιοποίησης των κονδυλίων που υπάρχουν αυτή τη στιγμή πάνω στο τραπέζι, κονδυλίων που μπορούν να φτάσουν αισίως στα 36 δις. ευρώ.
Μετά τις εκλογές, η Ελλάδα θα περιμένει πρώτον να απελευθερωθούν επιδοτήσεις συνολικού ύψους 1,7 δις. ευρώ (η χώρα είναι η 3η στην Ευρώπη που έχει φτάσει να ζητά και 3η εκταμίευση) και δεύτερον να εγκριθεί το αίτημα για αύξηση των κονδυλίων κατά 5 δις. ευρώ ώστε το συνολικό ποσό από τα 31 δις. ευρώ που είναι σήμερα, να ανέβει στα 36 δις. ευρώ.
To αίτημα των χωρών μελών για αναθεώρηση των συμφωνημένων προγραμμάτων θα πρέπει να υποβληθεί και να εξεταστεί μέχρι το τέλος του χρόνου. Στην πραγματικότητα όμως, για να υπάρχουν πιθανότητες εξέτασης των αναθεωρήσεων, οι συζητήσεις θα πρέπει να ξεκινήσουν αμέσως μετά τις δεύτερες κάλπες του Ιουλίου.
Εδώ όμως, οι γνωρίζοντες τον τρόπο λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υποστηρίζουν το εξής: οι όποιες αλλαγές πρέπει να είναι επί συγκεκριμένων δράσεων που έχουν ήδη συμφωνηθεί. Το να έρθει κάποιος και να προσθέσει παρεμβάσεις που δεν υπακούουν στη φιλοσοφία του Ταμείου Ανάκαμψης, σημαίνει ότι θα πρέπει να μπει στη διαδικασία εκ νέου διαπραγμάτευσης με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Ακόμη όμως και αν πειστεί η τελευταία, θα έχουν λόγο και οι κυβερνήσεις όλων των χωρών της ΕΕ καθώς το περιεχόμενο του RRF προέκυψε ύστερα από σκληρές διαβουλεύσεις σε επίπεδο αρχηγών κρατών.
Ο κίνδυνος να χαθεί χρόνος θα ήταν σε μια τέτοια περίπτωση ορατός. Αυτό θα σήμαινε πρώτον απώλεια του «παραθύρου» για διορθωτικές κινήσεις στο υφιστάμενο πρόγραμμα (να μεταφερθούν δηλαδή πόροι από δράσεις που δεν «περπατάνε» σε άλλες που έχουν μεγαλύτερη ζήτηση) και δεύτερον τον κίνδυνο να χαθούν πολύτιμοι πόροι από το συνολικό ποσό που αντιστοιχεί στην Ελλάδα.