ING: Γιατί η ελληνική οικονομία θα συνεχίσει να υπεραποδίδει
Shutterstock
Shutterstock

ING: Γιατί η ελληνική οικονομία θα συνεχίσει να υπεραποδίδει

Η Ελλάδα θα συνεχίσει μέσα στο 2025 να υπεραποδίδει του μέσου όρου της Ευρωζώνης σε επίπεδο ανάπτυξης του ΑΕΠ, όπως συνέβη και το 2024. Αυτό αναφέρει σε σημερινή της έκθεση η ING, τονίζοντας ότι η ελληνική οικονομία ξεχωρίζει για τις επιδόσεις της, στη μετά την πανδημία εποχή.

Τα αναθεωρημένα στοιχεία του περασμένου Νοεμβρίου δείχνουν ότι οι επενδύσεις και η ιδιωτική κατανάλωση έπαιξαν σημαντικότερο ρόλο σε αυτή την πορεία, απ’ ότι αρχικά είχε εκτιμηθεί. Η επί τα βελτίωση αναθεώρηση τόσο των επενδύσεων σε μηχανολογικό εξοπλισμό όσο και άλλων επενδύσεων, που ευνοούν την υψηλότερη παραγωγικότητα, υποδηλώνει ότι η ελληνική οικονομία θα παραμείνει σε αυτό το επιτυχημένο μονοπάτι για αρκετό καιρό, σημειώνει ο επικεφαλής αναλυτής του οίκου για την Ελλάδα και την Ιταλία, Πάολο Πιτσόλι.

Η ING προβλέπει ότι το ελληνικό ΑΕΠ θα αναπτυχθεί με ρυθμό 1,7% το 2025 και 2% το 2026, με τη δημοσιονομική της θέση να γίνεται ουδέτερη φέτος, αποτελώντας πολύ καλό οιωνό για την ανθεκτικότητα της ανάπτυξης. Το γεγονός αυτό, μάλιστα, δεν θέτει σε κίνδυνο την περαιτέρω πτώση του δείκτη χρέους προς ΑΕΠ, ο οποίος αναμένεται να υποχωρήσει στο 148% το 2025.

Σύμφωνα με τον οίκο, η καλή κατάσταση των δημόσιων οικονομικών της Ελλάδας, αποτελεί στην παρούσα φάση το μεγάλο της συγκριτικό της πλεονέκτημα έναντι πολλών άλλων οικονομιών της Ευρωζώνης. Παρά το γεγονός ότι το δημόσιο χρέος παραμένει υψηλό, περίπου στο 155% το 2024, η Ελλάδα μπορεί ήδη να υπερηφανευτεί για το χαμηλό της έλλειμμα, που διαμορφώθηκε γύρω στο 0,8% του ΑΕΠ το 2024.

Για το 2025, η ιδιωτική κατανάλωση αναμένεται να αποδειχθεί κορυφαίος καταλύτης ανάπτυξης. Η ανθεκτικότητα της αγοράς εργασίας θα συνεχιστεί αλλά ο ρυθμός βελτίωσης της απασχόλησης ενδέχεται να μετριαστεί λόγω της δυσκολίας στο να ξεπεραστούν προβλήματα, όπως η αντιστοίχιση δεξιοτήτων και υφιστάμενα διαρθρωτικά εμπόδια. Παρ’ όλα αυτά η επιβράδυνση του πληθωρισμού κατά τη διάρκεια του έτους θα αποτελέσει αντίβαρο, στηρίζοντας τα πραγματικά εισοδήματα και εντέλει την ιδιωτική κατανάλωση.

Και οι επενδύσεις αναμένεται να αυξήσουν τη συνεισφορά τους στην ανάπτυξη σε σύγκριση με το 2024. Όπως σημειώνει η ING, είναι εύλογο να επιταχυνθεί η υλοποίηση των επενδύσεων που συμπεριλαμβάνονται στο Ταμείο Ανάκαμψης καθώς πλησιάζει η προθεσμία του 2026. Η Ελλάδα έχει λάβει μέχρι στιγμής 18 δισ. ευρώ σε επιδοτήσεις και δάνεια από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης, από τα συνολικά 6 δισ. ευρώ που δικαιούται.