Η ταχέως αναπτυσσόμενη οικονομία της Ιρλανδίας θα μπορούσε να συρρικνωθεί ξαφνικά εάν η Βρετανία εγκαταλείψει την Ευρωπαϊκή Ένωση χωρίς μια συμφωνία, μια προοπτική που έχει γίνει πιο πιθανή, δήλωσε σήμερα ο πρωθυπουργός Λίο Βαράντκαρ.
Η οικονομία της Ιρλανδίας θεωρείται η πιο ευπαθής μεταξύ των υπόλοιπων κρατών-μελών της ΕΕ αναφορικά με το Brexit, γεγονός που οδήγησε την κυβέρνηση να παρουσιάσει σήμερα δύο στρατηγικές για τον προϋπολογισμό του 2020, μεταξύ των οποίων και ένα σενάριο για Brexit χωρίς συμφωνία που προβλέπει την ενδεχόμενη επιστροφή σε δημοσιονομικό έλλειμμα προκειμένου να απορροφηθεί το σοκ.
Σε αυτές τις προβλέψεις, το υπουργείο Οικονομικών της Ιρλανδίας επανέλαβε την άποψή του ότι ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ θα επιβραδυνθεί κάπου μεταξύ του 0 και του 1% το 2020 εάν η Βρετανία φύγει από το μπλοκ χωρίς συμφωνία αργότερα φέτος, αντί να καταγραφεί ρυθμός ανάπτυξης 3,3% που είναι η πρόβλεψη στην περίπτωση που η γειτονική χώρα εξασφαλίσει ένα συντεταγμένο Brexit.
Ωστόσο, ο Βαράντκαρ προειδοποίησε ότι αυτό θα μπορούσε να είναι χειρότερο.
«Σε ένα σκληρό Brexit χωρίς συμφωνία --στην οποία περίπτωση δεν θα έχουμε να ανησυχούμε για υπερθέρμανση της οικονομίας-- θα επιβραδυνθεί με ταχείς ρυθμούς, ακόμα και θα συρρικνωθεί», δήλωσε σε ετήσιο συνέδριο για τον προϋπολογισμό, προσθέτοντας ότι θα παρουσιάσει ένα επικαιροποιημένο σχέδιο έκτακτης ανάγκης για την περίπτωση ενός Brexit χωρίς συμφωνία τον επόμενο μήνα, όπου θα παρουσιάζονται οι μελλοντικές κινήσεις της κυβέρνησης.
Η Μαρτίνα Λόλες, μέλος του δημοσιονομικού συμβουλίου της Ιρλανδίας, συμφώνησε λέγοντας στο συνέδριο ότι η ζημιά στην περίπτωση μη συμφωνίας «θα μπορούσε να είναι ακόμα χειρότερη από το χειρότερο σενάριο που παρουσιάζεται», καθώς όσοι κάνουν προβλέψεις δεν γνωρίζουν πού μπορεί να προκύψουν πρόσθετα προβλήματα.
Ο Βαράντκαρ δήλωσε ότι μια έκβαση χωρίς συμφωνία θα αποτελέσει ιδιαίτερα πρόκληση για τη Βόρεια Ιρλανδία, της οποίας τα σύνορα με την Ιρλανδία και ο τρόπος της μελλοντικής της διαχείρισης έχει αποδειχθεί το πιο επίμαχο σημείο στη σχεδιαζόμενη αποχώρηση της Βρετανίας.
Σε ξεχωριστές της δηλώσεις, η υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της Ιρλανδίας Χέλεν ΜακΈντι επανέλαβε ότι η διαφιλονικούμενη λύση του "backstop", που στόχο έχει να αποτρέψει την επιστροφή των συνοριακών ελέγχων, δεν μπορεί να είναι με αυθαίρετο τρόπο χρονικά περιορισμένη και πρέπει να παραμείνει σε ισχύ «για όσο χρειαστεί και όχι για περισσότερο».
Με τον Μπόρις Τζόνσον, που θεωρείται φαβορί για να διαδεχθεί την Τερέζα Μέι στην πρωθυπουργία της χώρας, να τάσσεται υπέρ της αλλαγής ή της εγκατάλειψης της λύσης του backstop, η ΜακΈντι δήλωσε ότι μένει να φανεί πώς ένας νέος πρωθυπουργός θα αντιμετωπίσει επί της ουσίας το θέμα ύστερα από μια θορυβώδη προεκλογική εκστρατεία για την ηγεσία του Συντηρητικού κόμματος.
Ο Βαράντκαρ δήλωσε ότι και αυτός περιμένει να δει τι θα γίνει. «Νομίζω ότι πρέπει να έχουμε υπόψιν ότι υπάρχει σε εξέλιξη μια μάχη για την ηγεσία. Πολύ συχνά χρησιμοποιούνται μεγάλα λόγια σε καμπάνιες, ο κόσμος κάνει εκστρατεία με ποίηση και κυβερνά με πρόζα, άρα θα δω τι έχει να πει ο νέος πρωθυπουργός μόλις αναλάβει τα καθήκοντά του», δήλωσε.
Σε κάθε περίπτωση, ο Βαράντκαρ δήλωσε νωρίτερα σήμερα σε δημοσιογράφους, ότι θα είναι απόφαση της Βρετανίας εάν θα αποχωρήσει με ή χωρίς συμφωνία, και όχι της ΕΕ. «Εναπόκειται πάντα στο Ηνωμένο Βασίλειο να ανακαλέσει το Άρθρο 50 (της ευρωπαϊκής Συνθήκης της Λισαβόνας για να παραμείνει στο μπλοκ) ή να επιδιώξει μια παράταση για τους σκοπούς ενός δεύτερου δημοψηφίσματος, εάν αποφασίσουν κάτι τέτοιο. Η μη συμφωνία θα είναι πάντα μόνο βρετανική απόφαση».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Φωτογραφία AP