Του Βασίλη Γεώργα
Ανοιχτό αφήνει το ενδεχόμενο τροποποιήσεων σε συγκεκριμένες διατάξεις του Αναπτυξιακού Νόμου μέχρι την ψήφισή του την ερχόμενη εβδομάδα ο υπουργός Οικονομίας ώστε να τύχουν ευνοϊκότερης μεταχείρισης οι επενδυτές με εκκρεμή επενδυτικά σχέδια. Οι όποιες αλλαγές όμως θα είναι περιορισμένου βεληνεκούς και δεν απομακρύνουν τον κίνδυνο να μείνουν χιλιάδες επενδύσεις ανολοκλήρωτες και να απενταχθούν από τους προηγούμενους Αναπτυξιακούς Νόμους, επιστρέφοντας πίσω τυχόν προκαταβολές των επιχορηγήσεων. Το θέμα αφορά πάνω από 6.500 επενδυτικά σχέδια τα περισσότερα εκ των οποίων εφόσον ολοκληρωθούν, δικαιούνται θεωρητικά συνολικές επιχορηγήσεις άνω των 6,4 δισ. ευρώ.
Υπό την πίεση των αντιδράσεων από τις νέες ρυθμίσεις εσπευσμένου «διακανονισμού» των παλαιότερων επενδύσεων του 2004 και του 2011 που κόλλησαν στον βάλτο της κρίσης, ο Γ. Σταθάκης άφησε χθες από τη Βουλή να εννοηθεί ότι δεν αποκλείεται να δοθεί η δυνατότητα αποπληρωμής των παλαιότερων σχεδίων σε μικρότερο χρόνο από τα επτά χρόνια που προβλέπεται. Απέκλεισε ωστόσο κάθε σκέψη να δοθεί μεγαλύτερο περιθώριο πέραν τις 31ης Δεκεμβρίου 2016 για την ολοκλήρωση του 50% των έργων ώστε οι επιχειρήσεις να διασφαλίσουν την επιχορήγηση και να έχουν τη δυνατότητα να ολοκληρώσουν τα επενδυτικά τους σχέδια μέχρι τα μέσα του 2018.
Η κατάργηση της δυνατότητας προκαταβολής του 50% της επιχορήγησης σε ενταγμένες προτάσεις των προηγούμενων επενδυτικών νόμων με την κατάθεση εγγυητικής επιστολής, και η αντικατάστασή της με ρύθμιση που προβλέπει ότι ο επενδυτής θα πάρει μόλις το 1/7 της προβλεπόμενης επιδότησης με την υποβολή αιτήματος ελέγχου ολοκλήρωσης του 50% του έργου, έχει προκαλέσει σημαντικά προβλήματα σε επιχειρήσεις που βρίσκονται πολύ κοντά στο να ολοκληρώσουν το ήμισυ ή και μεγαλύτερο μέρος της επένδυσης αλλά διαπιστώνουν τώρα ότι δεν θα μπορέσουν να πληρωθούν εγκαίρως. Αρκετοί επενδυτές, ειδικά εκείνοι που υλοποίησαν επενδύσεις σε ενεργειακά έργα (φωτοβολταϊκά, βιομάζα κλπ.) επισημαίνουν ότι η κατάργηση της προκαταβολής σε περιβάλλον μειωμένης ρευστότητας και χρηματοδότησης από τις τράπεζες, θα περιορίσει τις δυνατότητες ολοκλήρωσης των έργων και σε πολλές περιπτώσεις θα οδηγήσει σε αναγκαστική εγκατάλειψη επενδύσεων ή στην πώληση έτοιμων επενδυτικών σχεδίων με χαμηλά τιμήματα σε όσους έχουν την απαιτούμενη ρευστότητα να τα ολοκληρώσουν (funds, κλπ).
«Στην ουσία καταργείται η έννοια της προκαταβολής που συνίσταται στο ότι ο επενδυτές ζητάει να χρηματοδοτηθεί έναντι της επιχορήγησης καταθέτοντας εγγυητική επιστολή. Από τη στιγμή που σύμφωνα με το νέο νόμο η προκαταβολή πέφτει από το 50% στο 1/7 της επιχορήγησης και αυτό υπό την προϋπόθεση ότι θα παραδοθούν και τα αντίστοιχα παραστατικά υλοποίησης, παύει να λειτουργεί υποστηρικτικά και οδηγεί σε επί τα χείρω αλλαγή των όρων με τους οποίους συμφωνήθηκε η επιχορήγηση της επένδυσης», λέει στέλεχος εταιρείας αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο κατάθεσης ομαδικών προσφυγών.
Προβλήματα φαίνεται να προκύπτουν και από το γεγονός ότι πολλές εταιρείες έχουν ήδη λάβει μέρος της προκαταβολής και θα κληθούν να την επιστρέψουν εντόκως εφόσον δεν προλάβουν τις προθεσμίες για να συνεχίσουν τα έργα. Το ερώτημα είναι τι θα συμβεί σε περιπτώσεις εκείνες που τα κεφάλαια έχουν ήδη γίνει μέρος της επένδυσης και δεν υπάρχουν για να επιστραφούν σε περίπτωση ανάκλησης της απόφασης υπαγωγής.