Οι τιμές των τροφίμων «τρέχουν» με διψήφιο ποσοστό άνω του 11% κάτι που έχει να καταγραφεί εδώ και τουλάχιστον 2-3 δεκαετίες. Οι τιμές των καυσίμων ακρίβυναν κατά μέσο όρο κατά 60% σε σχέση με πέρυσι και τέτοια ετήσια ανατίμηση δεν έχει σημειωθεί ποτέ στα χρονικά. Ποτέ επίσης τα νοικοκυριά δεν είχαν να αντιμετωπίσουν τόσα πολλά πληθωριστικά μέτωπα ταυτόχρονα: Και φυσικό αέριο, και αμόλυβδη και ηλεκτρικό ρεύμα και τρόφιμα και οικοδομικά υλικά και μηχανήματα. Αν όμως καλούσε κάποιος το νοικοκυριό να δηλώσει ποιο είναι σήμερα το μεγαλύτερο πρόβλημα που καλείται να αντιμετωπίσει, το νοικοκυριό θα απαντούσε: Η αβεβαιότητα για την επόμενη ημέρα.
Είναι προφανές το πρόβλημα που δημιουργεί στα νοικοκυριά και στα οικονομικά τους η ακρίβεια. Ειδικά όταν χτυπάει είδη πρώτης ανάγκης όπως τα καύσιμα, η ηλεκτρική ενέργεια και τα τρόφιμα. Ένα κύμα ακρίβειας που μεταμορφώνεται σε «λερναία ύδρα» καθώς εκεί που πάει να κλείσει το ένα μέτωπο με θυσίες (π.χ επιδοτήσεις 3,2 δισ. ευρώ για να αντιμετωπιστούν οι ανατιμήσεις στο ρεύμα) ξεφυτρώνει ένα άλλο με τα καύσιμα εξίσου επώδυνο. Καθώς δεν είναι μόνο το ποσό που πληρώνουμε για το ρεζερβουάρ. Είναι και ότι το καύσιμο έγινε το βασικό επιχείρημα πολλών επαγγελματιών για να προχωρήσουν σε ανατιμήσεις και στο τελευταίο προϊόν.
Ιδού λοιπόν το μεγάλο πρόβλημα: το νοικοκυριό, ο επαγγελματίας, δεν γνωρίζουν τι τους περιμένει τον επόμενο μήνα. Δεν αισθάνονται καν βέβαιοι για τη διαθεσιμότητα βασικών αγαθών. Μόλις χθες ανώτατο στέλεχος της παγκόσμιας επιτροπής ενέργειας μιλούσε για το ενδεχόμενο να υπάρξουν ελλείψεις στα καύσιμα κίνησης μέσα στο καλοκαίρι. Δεν αναφερόταν στην Ελλάδα συγκεκριμένα ούτε ξεκαθάριζε σε ποιες ευρωπαϊκές χώρες θα μπορούσαν να προκύψουν τέτοια προβλήματα. Ωστόσο, τέτοιες δηλώσεις, σε συνδυασμό με το ανοικτό μέτωπο του ρωσικού φυσικού αερίου από το οποίο εξαρτάται και η ηλεκτροδότηση σε ποσοστό άνω του 40% δημιουργούν ανασφάλεια.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα; Παραγγελίες που έκλεισαν πριν από μήνες με εντελώς διαφορετικές τιμές (π.χ αντικαταστάσεις κουφωμάτων, ενεργειακές αναβαθμίσεις ακινήτων, ξυλουργικές εργασίες κλπ) έχουν μείνει τώρα στον «πάγο» καθώς οι συνεχείς ανατιμήσεις έριξαν έξω τους αρχικούς προϋπολογισμούς και έβαλαν το εξής δίλημμα το τραπέζι: Ποιος θα πληρώσει τη διαφορά; Ο πελάτης που είχε συμφωνήσει μια τιμή ή ο επαγγελματίας που συνειδητοποιεί τώρα ότι αν παραδώσει το έργο με τις προηγούμενες τιμές μπορεί να… μπει μέσα;
Αυτή θα είναι και η αγωνία της επόμενης ημέρας για την ελληνική οικονομία: Πόσο οι εξαιρετικά υψηλές τιμές θα επηρεάσουν την οικονομική δραστηριότητα. Οι ενδείξεις για μια πολύ καλή τουριστική σεζόν, δημιουργούν αισιοδοξία. Μένει να επιβεβαιωθεί στην πράξη.