Υπερτριπλάσιες θα μπορούσαν να είναι σήμερα οι ελληνικές εξαγωγές και να διαμορφώνονται σε 100 δισ.ευρώ αντί για 35 δισ.ευρώ, τόνισε ο πρόεδρος της Ελληνικής Παραγωγής-Συμβούλιο Βιομηχανιών για την Ανάπτυξη, Μιχάλης Στασινόπουλος, σε ομιλία του, κατά τη διάρκεια εκδήλωσης - παρουσίασης μελέτης του ΙΟΒΕ με θέμα «Ο τομέας μεταποίησης στην Ελλάδα: Νέες προκλήσεις και προοπτικές βιώσιμης ανάπτυξης στο εξελισσόμενο ευρωπαϊκό και παγκόσμιο περιβάλλον».
Ο κ. Στασινόπουλος τόνισε ότι τα τελευταία χρόνια γίνονται, μεν, προσπάθειες αλλά όχι και αλλαγές για να ενισχυθεί ο πυλώνας της μεταποίησης. Όπως χαρακτηριστικά είπε , «η κατά κεφαλή παραγωγικότητα της ελληνικής βιομηχανίας είναι πολύ χαμηλή σε σχέση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Το γεγονός αυτό δεν σχετίζεται με την εργατικότητα και την αποδοτικότητα των εργαζομένων. Έχει να κάνει με τη μικρή εγκατεστημένη παραγωγική δυναμικότητα και τη δυναμική της βιομηχανικής έντασης. Για να αυξηθεί το ΑΕΠ και να συγκλίνουμε με τις άλλες χώρες της ΕΕ πρέπει να ενισχυθεί η βιομηχανική παραγωγή, επεσήμανε. Το να αποφασίσει η χώρα να μπει σε έναν ενάρετο κύκλο αύξησης της παραγωγής αγαθών δεν είναι κάτι ουτοπικό ή κάτι που ανήκει πια στο παρελθόν. Είναι το μέλλον».
Αναφερόμενος ο κ. Στασινόπουλος στο δίλημμα που - πολλές φορές λανθασμένα προβάλλεται - τουρισμός ή βιομηχανία και πως η Ελλάδα δεν μπορεί να τα έχει και τα δύο, ο κ. Στασινόπουλος επικαλέστηκε το παράδειγμα της Πορτογαλίας. Μιας χώρας με ίδιο πληθυσμό με την Ελλάδα, η οποία έχει περίπου τα ίδια τουριστικά έσοδα με εμάς αλλά ταυτόχρονα έχει διπλάσιες εξαγωγές σε σχέση με την Ελλάδα.
Παρά το γεγονός ότι οι δικές μας εξαγωγές έχουν υπερδιπλασιαστεί σε σχέση με το 2009, την αρχή της κρίσης, η συμβολή της βιομηχανίας στο ΑΕΠ είναι στο 9,1%, ποσοστό που μας κατατάσσει στους ουραγούς (24η θέση) στην ΕΕ. Ο κ. Στασινόπουλος στην ομιλία του ζήτησε για άλλη μια φορά την επανασύσταση Υπουργείου Βιομηχανίας, λέγοντας πως «αναζητούμε έναν συνομιλητή που να έχει τη συνολική ευθύνη για τη μεταποίηση».
Σκρέκας: Στόχος η επαναβιομηχάνιση
Από την πλευρά του ο υπουργός Ανάπτυξης κ. Κώστας Σκρέκας επεσήμανε την βασική προτεραιότητα της κυβέρνησης για στήριξη της βιομηχανίας με τελικό στόχο την επιτάχυνση της επαναβιομηχάνισης της χώρας μας. Ο κ. Σκρέκας χαρακτήρισε μύθο το ότι η Ελλάδα δεν παράγει, υπογραμμίζοντας ότι αυτό αποτυπώνεται στην αύξηση των εξαγωγών, στην αύξηση των επενδύσεων στη μεταποίηση και τη βιομηχανία, στην αύξηση των νέων θέσεων εργασίας που δημιουργούνται και στην αύξηση της συμβολής της μεταποίησης στο ΑΕΠ.
Ο κ. Σκρέκας αναφέρθηκε στη μεγάλη πρόοδο που έχει πραγματοποιηθεί τα τελευταία χρόνια με την αναβίωση της ναυπηγοεπισκευαστικής βιομηχανίας, την ενίσχυση της βιομηχανίας μετάλλου, δομικών υλικών, καθώς και τις εξαιρετικές επιδόσεις της βιομηχανίας φαρμάκου, παρά τις δυσκολίες που δημιουργεί το αυξημένο κόστος ενέργειας. Ακόμη, ο υπουργός Ανάπτυξης προανήγγειλε νέες πρωτοβουλίες της κυβέρνησης για την ενίσχυση της μεταποίησης για την κινητοποίηση επενδύσεων και τη χρηματοδότηση εξωστρεφών, ανταγωνιστικών επιχειρήσεων.
Η μελέτη
Τη μελέτη παρουσίασαν ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ, Καθηγητής Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, κ. Νίκος Βέττας και ο Επικεφαλής Μικροοικονομικής Ανάλυσης και Πολιτικής του ΙΟΒE, κ. Svetoslav Danchev. Εισαγωγικά, ο κ. Βέττας διέκρινε ανάμεσα στις τάσεις των τελευταίων ετών στην εγχώρια μεταποίηση, που είναι κατά κύριο λόγο θετικές, και στη μεγάλο πρόοδο που ακόμη πρέπει να γίνει, με επείγοντα βήματα και σε περιβάλλον προκλήσεων.
Σύμφωνα με τη μελέτη η συμμετοχή της Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας (ΑΠΑ) του τομέα μεταποίησης στο ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας αυξήθηκε σε 9,1% το 2022 και αποτελεί το υψηλότερο επίπεδο από το 2008.Αντίστοιχα, η συμμετοχή της μεταποίησης στην εγχώρια απασχόληση έφτασε στο 10,0% το 2022, από 9,6% το 2019 και 8,9% το 2014 (Διάγραμμα 1). Η διεύρυνση της συνεισφοράς της Μεταποίησης στην εγχώρια οικονομία σημειώθηκε παρά τις μεγάλες προκλήσεις που διαμόρφωσαν η πανδημία και η ενεργειακή κρίση.
Πολύ θετική είναι και η πορεία των εξαγωγών των προϊόντων μεταποίησης τα τελευταία χρόνια. Χωρίς τα πετρελαιοειδή, η αξία των εξαγωγών μεταποιητικών προϊόντων αυξήθηκε σε €29,1 δισ. το 2022, από €19,2 δισεκ. το 2019 και €11,7 δισ. το 2009.
Ως αποτέλεσμα, οι εξαγωγές των μεταποιητικών προϊόντων, ακόμα και χωρίς τα πετρελαιοειδή, έχουν κατακτήσει τα τελευταία χρόνια την πρωτιά στις κατηγορίες εισπράξεων του ισοζυγίου αγαθών και υπηρεσιών, με 28,9% των συνολικών εισπράξεων, μπροστά από τις μεταφορές (23,2%) και τις ταξιδιωτικές εισπράξεις (17,5%).
Η πρόοδος επιβεβαιώνεται και σε σύγκριση με το συνολικό μέγεθος της οικονομίας, με τις εξαγωγές των προϊόντων μεταποίησης να αυξάνονται έντονα, από 5,7% του ΑΕΠ το 2008 σε 14,1% του ΑΕΠ το 2022 (Διάγραμμα 2). Ωστόσο, παρά τη μεγάλη πρόοδο, η Ελλάδα συνεχίζει να υστερεί σημαντικά και παραμένει πολύ χαμηλά συγκρινόμενη με χώρες με παρόμοιο πληθυσμό.
Σε ό,τι αφορά τις μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η βιομηχανία και ειδικότερα ο τομέας της μεταποίησης, σύμφωνα με τη μελέτη αυτές συνοψίζονται στην πράσινη μετάβαση, στη στρατηγική αυτονομία, απαραίτητη σε καιρούς σημαντικών γεωπολιτικών εξελίξεων, στο κόστος ενέργειας, στον ψηφιακό μετασχηματισμό, την καινοτομία και το ανθρώπινο δυναμικό καθώς και στην ανάγκη χρηματοδότησης και ύπαρξης κανονιστικού πλαισίου επενδύσεων.