Του Προκόπη Χατζηνικολάου
Μεσίτες, δικηγόροι, λογιστές, συμβολαιογράφοι, ο τραπεζικός κλάδος και οι πάροχοι τραπεζικών εμβασμάτων βρίσκονται στις πρώτες θέσεις ή διαφορετικά αποτελούν τη μεγάλη απειλή για το ξέπλυμα μαύρου χρήματος, όπως προκύπτει από την έκθεση που δημοσιοποίησε το υπουργείο Οικονομικών για την «εκτίµηση εθνικού κινδύνου για τη νοµιµοποίηση εσόδων από εγκληµατικές δραστηριότητες και τη χρηµατοδότηση της τροµοκρατίας».
Σύμφωνα με την έκθεση, «το μέγεθος της παραοικονομίας στην Ελλάδα είναι σχετικά υψηλό συγκριτικά με τις λοιπές αναπτυγμένες χώρες του ΟΟΣΑ. Η παραοικονομία στην Ελλάδα είχε μειωθεί στο 23,6% του ΑΕΠ το 2013, σε σύγκριση με το 24% το 2012, το 25,1% πριν από την κρίση του 2008 και το 28,2% το 2003. Το 2015 στην Ελλάδα, η παραοικονομία άγγιξε το 22,4% του ΑΕΠ, σχεδόν το ένα τέταρτο της οικονομικής δραστηριότητας, που είναι από τα υψηλότερα ποσοστά μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ.
Σήμερα, η παράνομη οικονομική δραστηριότητα εκτιμάται σε λίγο περισσότερο από το 20% του εθνικού εισοδήματος, μείωση που προκλήθηκε από την παρατεταμένη οικονομική κρίση και τις σχετικές μεταρρυθμίσεις, γεγονός που τοποθετεί την Ελλάδα σε υψηλή θέση σε επίπεδο παραοικονομίας μεταξύ των 27 κρατών μελών της ΕΕ, και πάντως σημαντικά υψηλότερη από τον μέσο όρο της ΕΕ. Το 2016, η αξία του ΑΕΠ της Ελλάδας αντιπροσώπευε το 0,31% της παγκόσμιας οικονομίας».
Ο μη χρηματοπιστωτικός τομέας και ειδικότερα ορισμένα από τα επαγγέλματα που εντάσσονται σε αυτόν, συμμετέχουν σε δραστηριότητες που σχετίζονται με υψηλή απειλή για ξέπλυμα χρήματος και ως εκ τούτου, είναι ευάλωτα στον κίνδυνο ξεπλύματος χρήματος, αναφέρεται στην έκθεση.
Ειδικότερα:
- Οι συμβολαιογράφοι, οι δικηγόροι και οι μεσίτες ακινήτων που μεσολαβούν στις αγοραπωλησίες ακινήτων, δύναται να συμμετέχουν στη φοροδιαφυγή, η οποία αποτελεί βασικό αδίκημα του ξεπλύματος χρήματος και χρησιμοποιούνται συχνά ως διαμεσολαβητές για τη νομιμοποίηση εσόδων, προερχόμενων από διαφθορά και παράνομη διακίνηση ναρκωτικών, πολλές φορές και εν αγνοία τους. Τα στοιχεία από τους φορολογικούς ελέγχους έδειξαν ότι οι πραγματικές τιμές πώλησης των ακινήτων ήταν συνήθως και για μεγάλο χρονικό διάστημα, ιδιαίτερα πριν από την οικονομική κρίση, κατά πολύ μεγαλύτερες σε σχέση με την αναγραφόμενη στο συμβόλαιο τιμή, που συνέπιπτε με την αντικειμενική αξία του ακινήτου. Κατά συνέπεια οι αγοραστές κατέβαλαν φόρο κατά πολύ μικρότερο του αναλογούντος.
- Όσον αφορά στους δικηγόρους, συμβολαιογράφους και λογιστές - φοροτεχνικούς, η απειλή για ξέπλυμα χρήματος σχετίζεται με τη συμμετοχή τους στη δημιουργία, τη λειτουργία ή τη διαχείριση εταιρειών, δεδομένου ότι ορισμένες φορές επιχειρείται νομιμοποίηση εσόδων από τα βασικά εγκλήματα (π.χ. διακίνηση ναρκωτικών) μέσω νέων ή υφιστάμενων επιχειρήσεων.
- Οι έμποροι αγαθών υψηλής αξίας χρησιμοποιούνται από εγκληματικές ομάδες για να νομιμοποιήσουν τα έσοδα από παράνομη δραστηριότητα, η οποία αφορά κυρίως σε λαθρεμπόριο ή αδικήματα κατά της ιδιοκτησίας. Το επίπεδο απειλής για τον κλάδο χαρακτηρίζεται ως «Μέσο», τα δε προϊόντα του εγκλήματος, τα οποία προέρχονται κυρίως από εγκλήματα κατά της ιδιοκτησίας νομιμοποιούνται και μέσω των ενεχυροδανειστών.
- Ο τραπεζικός τομέας, αντιμετωπίζει παραδοσιακά σημαντικό επίπεδο απειλής ΞΧ προερχόμενο κυρίως από φοροδιαφυγή, απάτη και διαφθορά, λόγω και της σημασίας του για την εγχώρια οικονομική δραστηριότητα σε σχέση με την αποδοχή καταθέσεων, την χορήγηση δανείων, την διενέργεια ή αποδοχή συναλλαγών πληρωμής και την ποικιλία και εξειδίκευση των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών που παρέχει. Ειδικότερα, διαπιστώθηκε η χρήση του τραπεζικού τομέα σε διάφορα σημαντικά οικονομικά εγκλήματα που διαπράχθηκαν στο παρελθόν (έως το 2009) και είτε κρίθηκαν τελεσίδικα από τη δικαιοσύνη, είτε ξεκίνησε η δικαστική τους διερεύνηση κατά την πενταετία 2012-2016. Επιπλέον, επισημαίνεται ότι σε επίπεδο χρηματοπιστωτικού τομέα, ο τραπεζικός τομέας συνιστά την πηγή των περισσότερων αναφορών ύποπτων συναλλαγών προς την Αρχή, η πλειοψηφία των οποίων αφορά πιθανώς στο αδίκημα της φοροδιαφυγής.
- Πάροχοι υπηρεσιών εμβασμάτων. Το γεωγραφικό εύρος παροχής των υπηρεσιών τους, η χρήση μετρητών και ο περιστασιακός χαρακτήρας των συναλλαγών καθιστούν ελκυστικό τον κλάδο για σκοπούς ΞΧ, ενώ το επίπεδο απειλής για τον κλάδο αυξάνεται περαιτέρω λόγω της εκτεταμένης χρήσης αντιπροσώπων, οι περισσότεροι εκ των οποίων δεν προέρχονται από τον χρηματοπιστωτικό τομέα (π.χ. ιδιοκτήτες μίνι μάρκετ). Επιπλέον, εντός του κλάδου έχει επιβεβαιωθεί η ύπαρξη μοτίβων συναλλαγών που εμπίπτουν στην τυπολογία ύποπτων συναλλαγών. οι πάροχοι υπηρεσιών εμβασμάτων χρησιμοποιούνται από τους εγκληματίες, κυρίως λόγω του ότι οι υπηρεσίες εμβασμάτων είναι εύκολα προσβάσιμες και δεν προϋποθέτουν ιδιαίτερες γνώσεις ή τεχνικές για τη νομιμοποίηση εσόδων.
Βάσει της ανάλυσης των αδικημάτων, οι κύριες απειλές ΞΧ για τον κλάδο των παρόχων υπηρεσιών εμβασμάτων αφορούν σε παράνομα έσοδα από:
1) Παράτυπη μετανάστευση και συνδεόμενα αδικήματα, στα οποία περιλαμβάνεται η πλαστογραφία ταξιδιωτικών εγγράφων 2) Κλοπές, ληστείες και λοιπά αδικήματα κατά της περιουσίας.