Της Μαίρης Βενέτη
Η χτεσινή μέρα ήταν εξαιρετικά πλούσια σε ανακοινώσεις μακροοικονομικού ενδιαφέροντος.
Όπως υποστηρίζουμε πάντα, η παρακολούθηση και η αξιολόγηση των μακροοικονομικών ειδήσεων, μας εξασφαλίζει τη δυνατότητα να αφουγκραστούμε τον παλμό της οικονομίας, αλλά και τις μελλοντικές επιδόσεις των χρηματαγορών.
Θα ξεκινήσουμε από τα πρακτικά της συνεδρίασης της ΕΚΤ στις 10 Απριλίου που δημοσιεύτηκαν μόλις χτες το πρωί. Το βασικό συμπέρασμα που προκύπτει από την προσεχτική ανάγνωση των πρακτικών είναι ότι η οικονομική ανάπτυξη στην ευρωζώνη είναι ακόμη πιο αδύναμη από ότι φοβόντουσαν οι υπεύθυνοι χάραξης νομισματικής πολιτικής.
Όπως άλλωστε αναφέρεται χαρακτηριστικά: «Αναγνωρίστηκε ότι κάποια πρόσφατα στοιχεία αποδείχθηκαν πιο αδύναμα από ότι αναμένονταν. Υπάρχει σήμερα κάπως λιγότερη εμπιστοσύνη στο βασικό σενάριο (για την ανάπτυξη) και το εύρος των άλλων δυνητικών αποτελεσμάτων έχει διευρυνθεί....Οι διεθνείς προοπτικές υπόκεινται στον κίνδυνο της κλιμάκωσης της εμπορικής διαμάχης και της αβεβαιότητας που αφορά την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ».
Κρατώντας τις σημαντικές αυτές παρατηρήσεις από τους αξιωματούχους της ΕΚΤ, προχωράμε τώρα στις ανακοινώσεις της μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρωζώνης.
Η Ομοσπονδιακή Στατιστική Υπηρεσία επιβεβαίωσε ότι το ΑΕΠ της Γερμανίας αυξήθηκε 0,4% σε τριμηνιαία βάση και 0,7% σε ετήσια. Οι δαπάνες μάλιστα των νοικοκυριών στη Γερμανία το πρώτο τρίμηνο της χρονιάς ενισχύθηκαν με τον πιο γρήγορο ρυθμό των τελευταίων οκτώ ετών.
Η ιδιωτική κατανάλωση κινήθηκε ανοδικά κατά 1,2% σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο, καταγράφοντας τη μεγαλύτερη άνοδο από το 2011. Οι επενδύσεις στις κατασκευές αυξήθηκαν 1,9% σε τριμηνιαία βάση.
Οι εξαγωγές αυξήθηκαν περισσότερο από τις εισαγωγές τους πρώτους τρεις μήνες της χρονιάς.
Μέχρι εδώ όλα καλά, αλλά ας μην ξεχνάμε ότι τα παραπάνω στοιχεία αφορούν το ανέφελο πρώτο τρίμηνο του 2019, πριν ξεσπάσει η νέα εμπορική εμπλοκή, η οποία έχει αρχίσει να εμφανίζει χαρακτηριστικά χιονοστιβάδας.
Ακριβώς για αυτόν το λόγο άλλωστε, οι ανακοινώσεις Απριλίου και Μαΐου ήταν σαφέστατα πιο μίζερες.
Για παράδειγμα, το κλίμα μεταξύ των επενδυτών στη Γερμανία τον Μάιο επιδεινώθηκε περισσότερο από ότι αναμενόταν, υποδηλώνοντας ότι πέφτουν οι τόνοι στη μεγαλύτερη ευρωπαϊκή οικονομία, παρά την ισχυρή ανάπτυξη του πρώτου τριμήνου.
Ο δείκτης επίσης του ερευνητικού ινστιτούτου Ifo υποχώρησε στις 97,9 μονάδες, από 99,2 τον προηγούμενο μήνα και ενώ αναμενόταν να φτάσει στις 99,1.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκαν και οι ανακοινώσεις για την Ευρωζώνη.
Η δραστηριότητα των επιχειρήσεων αυτόν τον μήνα μπορεί να κινήθηκε ανοδικά, αλλά όχι όσο αναμενόταν. Η πίεση προήλθε από τη συρρίκνωση της μεταποίησης που έφτασε να επηρεάζει και τον τομέα υπηρεσιών.
Σύμφωνα με τα προκαταρκτικά στοιχεία της IHS Markit, ο δείκτης ΡΜΙ- ένας από τους βασικούς δείκτες για την οικονομική υγεία- αυξήθηκε στις 51,6 μονάδες αυτόν τον μήνα από 51,5 τον Απρίλιο.
Η ανάπτυξη στον κλάδο υπηρεσιών επιβραδύνθηκε, με τον ΡΜΙ στις 52,5 μονάδες από 52,8.
Είναι προφανές ότι οι ριπές δασμών από τον Τραμπ έχουν ήδη αρχίσει να λειτουργούν σαν σαράκι για την ευρωπαϊκή οικονομία, ενώ είναι θέμα χρόνου να αρχίσουν να διαβρώνουν και την οικονομία των ΗΠΑ.
Γιατί μπορεί προς το παρόν η χτεσινές ανακοινώσεις από το υπουργείο Εργασίας των ΗΠΑ όσον αφορά τις νέες αιτήσεις για επίδομα ανεργίας να ικανοποίησαν τον Αμερικανό Πρόεδρο, όμως στο παγκόσμιο χωριό οι οικονομίες είναι συγκοινωνούντα δοχεία.
Εν ολίγοις, αν τραβήξει και άλλο το σκοινί του εμπορίου, κάποια στιγμή τα άσχημα macro θα χτυπήσουν το καμπανάκι και για την αμερικανική οικονομία.