Του Θεόδωρου Σεμερτζίδη
Το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα δέχεται το τελευταίο χρονικό διάστημα νέο πλήγμα, έπειτα από την απόφαση της Μεγάλης Βρετανίας να αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αιτία υπήρξε αυτή τη φορά η κεφαλαιακή επάρκεια της Deutsche Bank, καθώς το επαπειλούμενο πρόστιμο ύψους $14 δισ. που προτίθεται να της επιβάλει το αμερικανικό υπουργείο δικαιοσύνης, για την πώληση ενυπόθηκων δανείων πριν το 2008, δημιουργεί για την τράπεζα νέες κεφαλαιακές ανάγκες.
Εξάλλου η θυγατρική της γερμανικής τράπεζας στις ΗΠΑ είχε «κοπεί» από τα stress test της FED πριν από μερικούς μήνες, δημιουργώντας νέους προβληματισμούς για την κεφαλαιακή της κατάσταση. Πέραν όμως των μοχλευμένων χρηματοοικονομικών προϊόντων που αποτελούν μια βραδυφλεγή βόμβα στους ισολογισμούς της Deutsche Bank κι όχι μόνο, υπάρχει ακόμη ένα σημαντικό πρόβλημα για τις ευρωπαϊκές τράπεζες, κι αυτό δεν είναι άλλο από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (Non Performing Loans).
Σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, τα «κόκκινα» δάνεια στην Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκονται πάνω από τα €900 δισ., εκ των οποίων τα €100 δισ. στην Ελλάδα. Πραγματικά τρομακτικό ποσοστό εάν υπολογίσει κανείς το μέγεθος της Ελληνικής οικονομίας, η οποία αποτελεί το 1,5% της ευρωζώνης, κατέχοντας το 11% των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Η Ελλάδα βρίσκεται στη δεύτερη θέση όσο αφορά τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στο σύνολο των δανείων με 47%, πίσω από την Κύπρο με 49%, και αρκετά πάνω από την τρίτη Σλοβενία η οποία διαθέτει το 20% των μη εξυπηρετούμενων δανείων στο σύνολο των δανείων της χώρας, όπως παρατηρούμε στο παρακάτω γράφημα.
Πηγή γραφήματος: Hellenic Shipping News
Στην προσπάθεια τους να μειώσουν κατά 40% το ποσοστό των NPLs οι τράπεζες έως και το 2019, φαίνεται να δείχνουν διατεθειμένες να πουλήσουν ένα μέρος αυτών σε ξένα funds τα οποία εξειδικεύονται στη διαχείριση δανείων. Σύμφωνα με πρόσφατα δημοσιεύματα, οι προσφορές των εκάστοτε ενδιαφερόμενων funds για κάθε ευρώ είναι κοντά στα €0,20, τιμή ιδιαίτερη χαμηλή η οποία δεν λύνει όμως το κεφαλαιακό πρόβλημα των τραπεζών, καθώς σε μια τέτοια περίπτωση θα πρέπει να αναζητήσουν νέα κεφάλαια. Εύκολα μπορεί να κατανοήσει ο καθένας μας, πως με τιμή €0,20 για κάθε ευρώ τα κέρδη των εν λόγο funds από τη διαχείριση των δανείων που θα αγοράσουν θα είναι τεράστια.
Εύλογο αποτελεί το ερώτημα, πως για ποιο λόγο οι τράπεζες δεν δίνουν το δικαίωμα στον δανειολήπτη να αγοράσει (στην ουσία εξοφλήσει) σε υψηλότερες τιμές, για παράδειγμα στα €0,50 του ευρώ το δάνειο του; Σε αυτή την περίπτωση η λογική οδηγεί στη σημαντική μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, στην ενίσχυση της κεφαλαιακής βάσης των τραπεζών, καθώς και στην επιστροφή ενός μέρους των καταθέσεων που έχουν φύγει στο εξωτερικό, προκειμένου για την εξόφληση του δανείου.
Την απάντηση στο παραπάνω ερώτημα έδωσε πριν λίγες ημέρες, ο κ. Γιούνκερ σε ερώτηση δημοσιογράφου του ΑΝΤ1, λέγοντας πως η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είχε καμία ανάμιξη όσο αφορά το συγκεκριμένο θέμα, και πως ήταν απόφαση της κυβέρνησης. Κι εδώ δημιουργούνται νέα ερωτήματα, όπως εάν η απάντηση του κ. Γιούνκερ έχει δόση αλήθειας, καθώς κι εάν έχει, για πιο λόγο η ελληνική κυβέρνηση αποφάσισε να μη δώσει αυτό το δικαίωμα στον δανειολήπτη και να βάλει στο παιχνίδι τα funds τα οποία από τη διαχείριση των δανείων θα αποκομίσουν σημαντικά κέρδη;
Εξάλλου πρόσφατη είναι η συμφωνία των Alpha Bank και Eurobank με το αμερικανικό fund ΚΚR όσο αφορά τη διαχείριση δανείων, με τις ελληνικές τράπεζες όμως μέχρι στιγμής να μην έχουν προβεί σε σημαντικό ποσοστό πώλησης μη εξυπηρετούμενων δανείων. Αξίζει να σημειωθεί, πως σύμφωνα με την έκθεση της BlackRock “Asset Quality Review and Credit Loss Projection Methodology” που συντάχθηκε κατόπιν εντολής της Τράπεζας της Ελλάδος για την κατάσταση των τραπεζών κατά τα έτη 2012-2013 και δημοσιεύθηκε στις 5 Μαρτίου του 2014, το ύψος των μη εξυπηρετούμενων δανείων ανέρχονταν στο ύψος των €70,11 δισ. Έπειτα από τρία χρόνια τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια έχουν εκτοξευθεί σε πάνω από €100 δισ., καταγράφοντας μια αύξηση της τάξεως του 42% περίπου.
Ποια όμως μπορεί να είναι η λύση απέναντι στο πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων; Κατά κοινή ομολογία η λύση έγκειται στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, και της σταδιακής επιστροφής των καταθέσεων που έχουν φύγει τα προηγούμενα χρόνια στο εξωτερικό, ενισχύοντας την καταθετική βάση των τραπεζών, δίνοντας τους έτσι τη δυνατότητα να χορηγήσουν περισσότερα δάνεια. Εάν και στη παρούσα φάση τα παραπάνω ακούγονται αστεία, αποτελούν τη μόνη ορθή λύση στο πρόβλημα των »κόκκινων» δανείων, ενώ η πώληση (εξόφληση) αυτών στους κατόχους τους σε τιμή υψηλότερη των funds ενέχει κινδύνους ως προς το ποσοστό αποπληρωμής αυτών, καθώς και του ύψους των κεφαλαίων που θα προκύψουν, δεδομένου ότι αρκετά από τα επιχειρηματικά δάνεια κατά ένα μεγάλο ποσοστό δεν πρόκειται ποτέ να αποπληρωθούν ποτέ, είτε γιατί ένα σημαντικό μέρος των επιχειρήσεων έχει αναστείλει τη λειτουργία της, είτε γιατί οι επιχειρηματίες έχουν φροντίσει να μεταβιβάσουν την προσωπική τους περιουσία σε τρίτα πρόσωπα ή σε φορολογικούς παραδείσους.
Πέραν όμως του καθαρά οικονομικού σκέλους του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων, στη λύση θα πρέπει να υπολογιστούν και κάποιοι κοινωνικοί παράγοντες έτσι ώστε να υπάρξει κοινωνική δικαιοσύνη, όπως:
Να γίνει κατηγοριοποίηση των δανειοληπτών ακινήτων ανάλογα με το πόσο συνεπής ήταν προ κρίσης. Δηλαδή εάν κάποιος προτού χάσει την δουλειά του ή προτού του γίνει μείωση στο μισθό του ήταν συνεπής προς την εξόφληση των δόσεων του δανείου του, τότε να του γίνεται μία άτοκη παράταση πέντε ετών ώσπου να βρει δουλειά και να συνεχίσει να αποπληρώνει κανονικά τις υποχρεώσεις του απέναντι στην τράπεζα. Εάν όμως κάποιος δανειολήπτης δεν ήταν συνεπής ως προς τις υποχρεώσεις του απέναντι στην τράπεζα στην προ κρίσης εποχή, τότε η τράπεζα να προβαίνει σε πλειστηριασμό του ακινήτου ή σε κατάσχεση οποιονδήποτε κινητών αξιών. Η παραπάνω κατηγοριοποίηση μπορεί να γίνει με βάσει την κίνηση των λογαριασμών του, των πιστωτικών καρτών του, του Ε9 ώστε να διαπιστωθεί εάν επιδιδόταν σε άσωτη ζωή ή όχι. Θα πρέπει να σημειώσουμε εδώ, ότι είναι διάχυτη η άποψη σε ένα μεγάλο μέρος (δυστυχώς) δανειοληπτών να μην πληρώνουν τις υποχρεώσεις τους απέναντι στο κράτος και στις τράπεζες με την ελπίδα ότι με την χρεοκοπία ή την αλλαγή νομίσματος θα τους διαγραφούν τα χρέη. Αυτή την άποψη άλλωστε καλλιέργησε όλα τα προηγούμενα χρόνια η νυν κυβέρνηση, αποδεικνύοντας για ακόμη μία φορά αναποτελεσματική όσο αφορά τα λεγόμενα της όσο ήταν αντιπολίτευση.
Όσο αφορά τα καταναλωτικά δάνεια, θα πρέπει να τονιστεί ότι υπάρχουν δύο κατηγορίες δανειοληπτών: Στην πρώτη ανήκουν αυτοί που έπαιρναν καταναλωτικό δάνειο για να πληρώσουν άλλο δάνειο που είχαν (ρολάρισμα χρέους) και στην δεύτερη κατηγορία ανήκουν αυτοί που λάμβαναν δάνειο για να προβούν σε άσωτη ζωή (πχ ταξίδια, κατανάλωση κα). Και στις δύο περιπτώσεις θα πρέπει να δοθεί μία παράταση (όπως γίνεται και σήμερα) ενός έτους και μετά από αυτό το χρονικό διάστημα να επανεξετάζεται το καταναλωτικό δάνειο.
Στην περίπτωση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, ένα μεγάλο ποσοστό των δανείων έχει ήδη χαθεί καθώς χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις έχουν κλείσει. Εδώ θα πρέπει να γίνει έλεγχος του επιχειρηματία μήπως τα χρήματα που έλαβε δεν τα επένδυσε στην επιχείρηση του, αλλά τα οικειοποιήθηκε. Κι εδώ θα πρέπει να γίνει έλεγχος στους τραπεζικούς του λογαριασμούς, στις πιστωτικές του κάρτες και στο Ε9.
Στην περίπτωση των εταιρειών leasing, factoring και ναυτιλιακών δανείων, θα πρέπει να γίνει ενδελεχής έλεγχος καθώς πολλές από τις εταιρίες αυτές ελέγχονται και για ξέπλυμα μαύρου χρήματος. Οι περισσότεροι εκ των ιδιοκτητών των εταιρειών αυτών έχουν «φορτωμένους» προσωπικούς λογαριασμούς και από τους οποίους μπορεί το ελληνικό δημόσιο είτε να προβεί σε κατάσχεση είτε να φορολογήσει τα φυσικά πρόσωπα ώστε να τα αναγκάσει να καταβάλουν τον αντίστοιχο φόρο, μιας και οι διαδικασίες περί κατασχέσεων λογαριασμών είναι χρονοβόρες και στην περίπτωση των offshore εταιρειών είναι σχεδόν αδύνατο να λάβεις χρήματα από αυτές. Με τους εφοπλιστές μπορεί να συμφωνήσει το ελληνικό δημόσιο είτε να προβούν στην αποπληρωμή μέρους ή του συνόλου των δανείων τους, ώστε να εισρεύσουν στις τράπεζες χρήματα, είτε να συμφωνήσει μέσα σε μια τριετία να προβούν σε σημαντικές επενδύσεις στους κλάδους των υπηρεσιών, τουρισμού κα. Τέλος μπορεί το κράτος να επιβάλλει και την αύξηση των πληρωμάτων τους από Έλληνες ναυτικούς μειώνοντας κατά αυτό τον τρόπο και την ανεργία που μαστίζει και τους Έλληνες ναυτικούς.
Σε κάθε περίπτωση το Α και το Ω όσο αφορά τη λύση στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια αποτελεί η ανάπτυξη της οικονομίας, καθώς χωρίς αυτήν η όποια λύση εφαρμοστεί θα συνεχίζει να διογκώνει το πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων, διατηρώντας την κοινωνική αδικία, με τις τράπεζες να συνεχίζουν να αναζητούν νέα κεφάλαια στην προσπάθεια τους να ενισχύσουν την κεφαλαιακή τους βάση.