Όταν ο Ντόναλντ Τραμπ άρχισε να τηρεί επιθετική στάση απέναντι στην Κίνα, λίγο αφού ανέλαβε την προεδρία των ΗΠΑ, τον Ιανουάριο του 2017, πολλοί είχαν υποθέσει πως αυτή η πολιτική ήταν σε κάποιο βαθμό προορισμένη για εσωτερική κατανάλωση, δεδομένης της τάσης των ψηφοφόρων του να κατηγορούν την Κίνα (και διάφορους άλλους) για όλα τα δεινά τους. Όπως αποδεικνύεται, η αλήθεια είναι εντελώς διαφορετική. Η σκλήρυνση της στάσης των ΗΠΑ απέναντι στην Κίνα είναι στρατηγική επιλογή της χώρας ανεξάρτητη από την ταυτότητα και την πολιτική τοποθέτηση του προέδρου.
Ο διάδοχος του Τραμπ κρατά την ίδια στάση και σε αρκετούς τομείς έχει προχωρήσει περισσότερο από τον προκάτοχό του, παρά το γεγονός πως διαφωνούν σχεδόν σε όλα τα υπόλοιπα. Ο τομέας των μικροεπεξεργαστών μας δίνει ίσως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα. Ο πόλεμος εναντίον της κινεζικής εταιρείας τηλεπικοινωνιακού εξοπλισμού Huawei ήταν στην ουσία το πρώτο επεισόδιο σε έναν πόλεμο που, όπως φαίνεται, θα κρατήσει για πολύ καιρό και θα είναι πολύ σκληρός.
Εκτός από το κυνηγητό εναντίον της Huawei, η κυβέρνηση Τραμπ επέβαλε και περιορισμούς στις πωλήσεις εξοπλισμού προς τις εταιρείες κινεζικής ιδιοκτησίας που παράγουν μικροεπεξεργαστές ή ασχολούνται γενικά με αυτή τη βιομηχανία. Η κυβέρνηση Μπάιντεν δεν σκέφθηκε ούτε δευτερόλεπτο να πάρει πίσω κάποια από αυτά τα μέτρα και όσο περνά ο καιρός λαμβάνει νέα τα οποία καλύπτουν όλο και μεγαλύτερο κομμάτι της βιομηχανίας μικροεπεξεργαστών.
Πριν δύο μήνες είχαμε δει (O πόλεμος διαρκείας των μικροεπεξεργαστών) πως η αμερικανική πλευρά πιέζει την ολλανδική εταιρεία ASML να σταματήσει τις πωλήσεις σχεδόν όλων των λιθογραφικών της μηχανών σε εταιρείες με έδρα την Κίνα. Υπενθυμίζουμε πως χωρίς τις πανάκριβες λιθογραφικές της ASML είναι αδύνατον για οποιοδήποτε εργοστάσιο να κατασκευάσει μικροεπεξεργαστές προηγμένης αλλά και όχι τόσο προηγμένης τεχνολογίας.
Η απαγόρευση πώλησης στην Κίνα των μηχανών EUV οι οποίες είναι οι κορυφαίες της ASML και χρησιμοποιούνται για την παραγωγή microchips τεχνολογίας αιχμής είναι σε ισχύ εδώ και καιρό αλλά όπως είχαμε δει τον Ιούλιο, η αμερικανική πλευρά θέλει να σταματήσει τις πωλήσεις και των μηχανών DUV που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή πολύ πιο συνηθισμένων microchips. Αν γίνει και αυτό, θα είναι ένα πολύ ισχυρό πλήγμα στην κινεζική βιομηχανία μικροεπεξεργαστών και δεν ήταν καθόλου τυχαία η οργισμένη αντίδραση Κινέζων αξιωματούχων οι οποίοι χαρακτήρισαν την αμερικανική κίνηση ως «τεχνολογική τρομοκρατία».
Η υπόθεση της ASML μας απασχόλησε κάποια στιγμή στις αρχές του Ιουλίου. Την τελευταία μέρα του Αυγούστου, μέσω μίας ανακοίνωσης της Nvidia, μίας από τις πιο γνωστές αμερικανικές εταιρείες κατασκευής μικροεπεξεργαστών, μάθαμε πως η αμερικανική κυβέρνηση ζήτησε από την εταιρεία να σταματήσει άμεσα τις πωλήσεις κάποιων προϊόντων της στην Κίνα. Η κυβέρνηση θεωρεί πως οι μικροεπεξεργαστές Α100, και ακόμα περισσότερο οι Η 100 που θα κυκλοφορήσουν σύντομα, δεν πρέπει να φτάσουν στα χέρια της Κίνας και της Ρωσίας γιατί υπάρχει περίπτωση να χρησιμοποιηθούν από την αμυντική βιομηχανία των δύο χωρών.
Οι μικροεπεξεργαστές αυτών των δύο τύπων χρησιμοποιούνται, όπως μας λέει η ίδια η Nvidia, σε κέντρα ψηφιακής επεξεργασίας δεδομένων (data centers) κυρίως για εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης, ανάλυση δεδομένων και υπολογιστικές εφαρμογές υψηλών επιδόσεων. Παρόμοια «οδηγία» δόθηκε από την κυβέρνηση και στην AMD, επίσης πολύ γνωστή εταιρεία της βιομηχανίας μικροεπεξεργαστών. Η Nvidia δήλωσε πως δεν πουλάει τέτοιους επεξεργαστές στη Ρωσία.
Στην Κίνα όμως πουλάει αρκετούς, με ετήσια αξία πωλήσεων πάνω από ένα δισεκατομμύριο δολάρια. Οι πωλήσεις αυτές προφανώς θα χαθούν για την εταιρεία, η οποία δήλωσε επίσης πως ίσως υποχρεωθεί να μεταφέρει και ένα μέρος των γραμμών παραγωγής των προϊόντων της έξω από την Κίνα. Δεδομένου πως οι πωλήσεις των προϊόντων που απασχόλησαν την αμερικανική κυβέρνηση γίνονται μόνο προς την Κίνα και όχι προς τη Ρωσία, είναι φανερό πως ο βασικός στόχος είναι και πάλι η αποδυνάμωση της κινεζικής βιομηχανίας υψηλής τεχνολογίας.
Φθάνουμε λοιπόν στα νέα που μας ήρθαν από τις ΗΠΑ την Τρίτη που μας πέρασε. Εκείνη την ημέρα, η υπουργός εμπορίου Τζίνα Ραϊμόντο έδωσε συνέντευξη Τύπου στον Λευκό Οίκο με βασικό θέμα το πρόγραμμα στήριξης της αμερικανικής βιομηχανίας μικροεπεξεργαστών. Το πρόγραμμα αυτό προβλέπει την ενίσχυση των επιχειρήσεων που έχουν στο έδαφος των ΗΠΑ εργοστάσια κατασκευής μικροεπεξεργαστών προκειμένου να τα αναβαθμίσουν ή να ανεγείρουν νέα και την ενίσχυση όσων επιχειρήσεων έχουν μέσα στις ΗΠΑ κέντρα έρευνας και ανάπτυξης στο ίδιο αντικείμενο.
Η κυβέρνηση θα διαθέσει περίπου 52 δισεκατομμύρια δολάρια για αυτούς τους σκοπούς. Κατά την αρχική της τοποθέτηση η υπουργός δήλωσε καθαρά πως οι εταιρείες που θα πάρουν χρήματα θα ελεγχθούν εξονυχιστικά και θα τιμωρηθούν αυστηρά αν αποδειχθεί πως θα χρησιμοποιήσουν τα χρήματα για σκοπούς άλλους από αυτούς που προβλέπει το πρόγραμμα. Ανάμεσα σε άλλα, η Ραϊμόντο είπε πως δεν θα επιτρέπεται η χρήση αυτών των χρημάτων για αγορά ιδίων μετοχών των επιχειρήσεων μέσω του χρηματιστηρίου ή για διανομή μερισμάτων στους μετόχους.
Είπε επίσης πως όσες επιχειρήσεις ενισχυθούν μέσω αυτού του προγράμματος δεν επιτρέπεται να θέσουν σε κίνδυνο την ασφάλεια της χώρας, πράγμα που σημαίνει πως δεν θα πρέπει να χρησιμοποιήσουν αυτά τα χρήματα για να επενδύσουν στην Κίνα ούτε για αν αναπτύξουν τεχνολογία αιχμής στην Κίνα, ενώ δεν θα πρέπει να στέλνουν μακριά από τις ΗΠΑ την τελευταία τους τεχνολογία. Απαντώντας σε ερώτηση δημοσιογράφου η υπουργός πως αυτοί οι περιορισμοί που μόλις αναφέραμε θα ισχύουν για δέκα χρόνια από τη στιγμή που κάποια επιχείρηση θα λάβει τη σχετική ενίσχυση.
Επίσης τόνισε πως δεν πρόκειται να ενισχύσουν καμία εταιρεία αν υπάρχει η οποιαδήποτε υπόνοια πως από το επενδυτικό της σχέδιο μπορεί να απειληθεί η εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ (και εμείς προσθέτουμε, να ωφεληθεί η Κίνα). Όταν άλλος δημοσιογράφος επισήμανε πως όλοι αυτοί οι περιορισμοί μπορεί να φοβίσουν τις επιχειρήσεις και να τις κρατήσουν μακριά από το πρόγραμμα, δήλωσε καθαρά πως έχουν ήδη μιλήσει με αυτές και βλέπουν πως όλες είναι έτοιμες να δεχθούν αυτές τις αυστηρές προϋποθέσεις προκειμένου να ενισχυθούν οικονομικά.
Τα συνεχόμενα νέα επεισόδια σαν αυτά που μόλις είδαμε δεν αφήνουν καμία αμφιβολία για τις προθέσεις των ΗΠΑ. Βασικός τους στόχος είναι να υπονομεύσουν όσο πιο αποτελεσματικά γίνεται την κινεζική βιομηχανία μικροεπεξεργαστών και γενικότερα υψηλής τεχνολογίας και να μην αφήσουν τους Κινέζους ούτε να αναπτύξουν τη δική τους τεχνολογία ούτε να αποκτήσουν πρόσβαση στην αμερικανική και κατ’ επέκταση στην δυτικής προέλευσης τεχνολογία.
Αυτό φυσικά το ξέρει πολύ καλά η κινεζική πλευρά, η οποία έχει ξεκινήσει εδώ και χρόνια ένα πολύ μεγάλο πρόγραμμα που έχει σαν στόχο ακριβώς αυτό: Tην ανάπτυξη του τεχνολογικού τομέα της χώρας με ταχείς ρυθμούς έτσι ώστε να μπορέσει σταδιακά να φτάσει στο επίπεδο των ΗΠΑ. Όπως έχουμε δει και στο liberal markets, πολλές κινεζικές επιχειρήσεις αναπτύσσονται πολύ γρήγορα και εκατομμύρια Κινέζοι μηχανικοί και επιστήμονες εργάζονται πυρετωδώς προς αυτή την κατεύθυνση.
Οι πληροφορίες του διεθνούς Τύπου λένε πως πολλές από αυτές σημειώνουν σημαντική πρόοδο και σταδιακά μειώνουν την απόστασή τους από τους προπορευόμενους Αμερικανούς. Εμείς δεν πρόκειται να διακινδυνεύουμε οποιαδήποτε πρόβλεψη για τον νικητή αυτού του πολέμου. Δεν έχουμε όμως αμφιβολία πως αυτή η αντιπαλότητα θα κρατήσει για αρκετά χρόνια και θα μας δώσει την ευκαιρία να ασχοληθούμε με πολλά ακόμα ενδιαφέροντα επεισόδια.