Τον Απρίλιο, το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης υπό την σημερινή του σύνθεση θα καταθέσει στις Βρυξέλλες το πρόγραμμα Σταθερότητας που θα καλύπτει την περίοδο από το 2023 μέχρι το 2026. Θα είναι, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, ένα στεγνό κείμενο το οποίο θα αποτυπώνει το «βασικό σενάριο» για την εξέλιξη των οικονομικών μεγεθών -κυρίως του πρωτογενούς πλεονάσματος αλλά και του ΑΕΠ- χωρίς να υπάρχει πρόταση για άσκηση οικονομικής πολιτικής με συγκεκριμένα μέτρα. Δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά καθώς στο τέλος Απριλίου που θα κατατεθεί το συγκεκριμένο κείμενο στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, θα έχουν ήδη προκηρυχθεί εκλογές. Έτσι, ένας από τους πλέον «καυτούς φακέλους» καθοριστικής σημασίας για την πορεία της χώρας τα επόμενα χρόνια θα περάσει στην επόμενη κυβέρνηση και στο επόμενο οικονομικό επιτελείο.
Τον φθινόπωρο, θα γίνει η μεγάλη διαπραγμάτευση στην Ευρώπη για την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας. Έτσι, μια από τις πρώτες υποχρεώσεις της νέας κυβέρνησης θα είναι να διαπραγματευτεί τους στόχους της οικονομικής πολιτικής που θα πρέπει να επιτευχθούν τα επόμενα (πολλά) χρόνια ακόμη και πέρα από την περίοδο της επόμενης κυβερνητικής θητείας. Προφανώς και οι βασικές αρχές του νέου Συμφώνου Σταθερότητας θα καθοριστούν σε επίπεδο αρχηγών κρατών προς το τέλος του χρόνου.
Όμως, επειδή η κατεύθυνση είναι οι χώρες να έχουν μεγάλο βαθμό «ιδιοκτησίας» των προγραμμάτων που θα πρέπει να υλοποιηθούν, ο ρόλος της επόμενης κυβέρνησης και του επόμενου οικονομικού επιτελείου θα είναι κομβικός. Πρακτικά, λοιπόν ένα από τα πρώτα «καθήκοντα» του επόμενου οικονομικού επιτελείου θα είναι να εξασφαλίσει όσο το δυνατόν πιο «βατούς» δημοσιονομικούς όρους με λογικά πρωτογενή πλεονάσματα αλλά και ένα εφικτό μοντέλο αποκλιμάκωσης της αναλογίας του χρέους ως προς το ΑΕΠ χωρίς να διακυβεύεται σε καμία περίπτωση η αναπτυξιακή πορεία της χώρας καθώς αυτή φέρνει τις νέες θέσεις εργασίας και τα περιθώρια για μειώσεις φόρων και ασφαλιστικών εισφορών.
Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου είναι αναμενόμενο ότι θα ακούσουμε πολλά σε επίπεδο υποσχέσεων. Αυτό που θα πρέπει να έχουν κατά νου οι ψηφοφόροι είναι ότι από το 2024 μετά, όποια και αν θα είναι η διαπραγματευτική δεινότητα της επόμενης κυβέρνησης, το περιβάλλον θα είναι αρκετά πιο «σφικτό». Ρήτρα διαφυγής δεν θα υπάρχει και τα περιθώρια για πρόσθετα μέτρα στήριξης θα είναι πολύ στενότερα. Έτσι, στις μεγάλες υποσχέσεις με τεράστιο δημοσιονομικό κόστος θα πρέπει να κρατάμε μικρό καλάθι. Ούτε απόλυτη ελευθερία στην κατάρτιση του προϋπολογισμού θα υπάρχει ούτε τεράστια δημοσιονομικά περιθώρια.