Συνεχίστηκε και σήμερα η αύξηση του κόστους δανεισμού της Γερμανίας με το γερμανικό 10ετές ομόλογο να ανεβαίνει ενδοσυνεδριακά στο υψηλότερο επίπεδο της τελευταίων πολλών 10ετιών. Μιλάμε για άνοδο στο κόστος δανεισμού κατά 40 μονάδες βάσης μέσα σε μια 2 συνεδριάσεις γι’ αυτό και οι αναλυτές μιλούν για το μεγαλύτερο sell off στο γερμανικό bund από τον Μάρτιο του 1990 αμέσως μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου.
Οι αγορές βλέπουν «στροφή» στην γερμανική οικονομική πολιτική και πρόθεση αύξησης του δημοσίου χρέους προκειμένου να χρηματοδοτηθούν οι νέοι στρατιωτικοί εξοπλισμοί. Και προφανώς, είναι μια αλλαγή που επηρεάζει ολόκληρη την Ευρώπη. Για τον ίδιο λόγο επομένως βλέπουμε στο 3,92% το ιταλικό 10ετές, στο 3,57% το Γαλλικό και στο 3,66% το ελληνικό.
Οι επενδυτές δεν γνωρίζουν ακόμη πώς θα λειτουργήσει στην πράξη απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να ανοίξει τον δρόμο για τον κρατικό δανεισμό μέσα από τη θέσπιση της ρήτρας διαφυγής ούτε το τελικό ύψος των επενδύσεων που θα γίνουν για την ενίσχυση του ευρωπαϊκού στρατού. Βλέπουν όμως την τάση: να αυξηθεί το κρατικό χρέος (ήδη υψηλό σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες) και αυτό αυτονόητα οδηγεί σε άνοδο των επιτοκίων.
Το θέμα κάθε άλλο παρά αδιάφορους μας αφήνει εδώ στην Ελλάδα. Η αύξηση στο κόστος δανεισμού της χώρας -όσο υψηλότερη η απόδοση του 10ετούς ομολόγου τόσο υψηλότεροι και οι τόκοι που προκύπτουν κατά την επόμενη έκδοση ομολόγου- είναι ίσως το… λιγότερο.
Αφενός διότι με μια και μόνο κίνηση, ο ΟΔΔΗΧ έχει ήδη καλύψει το μισό δανειακό πρόγραμμα της χρονιάς χώρια που η επόμενη έκδοση μπορεί να καθυστερήσει ακόμη και χρόνια λόγω των υψηλών ταμειακών διαθεσίμων. Αφετέρου διότι με τα swaps που έχουν ενεργοποιηθεί για ένα πολύ μεγάλο κομμάτι του χρέους, η αύξηση των επιτοκίων δανεισμού δεν δημιουργεί μόνο ζημιές αλλά και κέρδη.
Το πραγματικό ερώτημα που προκύπτει για την Ελλάδα είναι άλλο. Θα μπει η χώρα και σε ποιο βαθμό σε αυτό το νέο εξοπλιστικό ράλι που προετοιμάζεται; Η χώρα μας δεν ξεκινά από την ίδια αφετηρία με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Ήδη οι δαπάνες για την άμυνα κινούνται στην περιοχή του 3% του ΑΕΠ και ήδη έχουν δρομολογηθεί κοστοβόρες παραλαβές εξοπλισμού: 1,5 δις. ευρώ για φέτος, 2 δις. ευρώ για του χρόνου κλπ.
Η ρήτρα διαφυγής -αν ισχύσει για την Ελλάδα- θα επιτρέψει την περαιτέρω αύξηση των αμυντικών δαπανών χωρίς να τεθεί θέμα μείωσης άλλων δαπανών (σ.σ ας μην παραβλέπουμε τις δηλώσεις Μακρόν που μίλησε ήδη για θυσίες που πρέπει να γίνουν προκειμένου να θωρακιστεί η άμυνα της Ηπείρου).
Το θέμα είναι, πόσο πιο «βαθιά» θα πάμε όσον αφορά στο ύψος των αμυντικών δαπανών και ποιες θα είναι οι επιπτώσεις μιας τέτοιας απόφασης σε άλλους τομείς που επίσης απαιτούν χρηματοδότηση. Από τις πρώτες τοποθετήσεις του Έλληνα υπουργού οικονομικών προκύπτει ότι προς το παρόν τουλάχιστον δεν υπάρχουν διαθέσεις για εντυπωσιακές αλλαγές στο μείγμα της ακολουθούμενης πολιτικής. Το «προς το παρόν» όμως έχει τη σημασία του διότι ζούμε πλέον σε μια περίοδο που το σήμερα δεν έχει καμία σχέση με το χθες.