Η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας από τη Scope Ratings σε «BBB» με σταθερό outlook, βασίζεται σε δύο κυρίως λόγους σύμφωνα με το Bloomberg: Την ισχυρή ανάπτυξη, αλλά και τη σημαντική πρόοδο της Ελλάδας στη μείωση του χρέους.
Όπως σημειώνεται στο δημοσίευμα, η Ελλάδα έχει αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών με τις αποδόσεις των κρατικών ομολόγων να διαπραγματεύονται κάτω από τα ιταλικά και περίπου στο ίδιο επίπεδο με τα γαλλικά. Ακόμη, υπογραμμίζεται ότι μετά την πανδημία, η Ελλάδα έχει καταφέρει να μειώσει σημαντικά το χρέος της, ενώ πλέον αναμένει ότι η αναλογία του δανεισμού προς το ΑΕΠ θα μειωθεί περαιτέρω στο 133% έως το 2028 από το υψηλό του 2020 όταν είχε αγγίξει το 212%.
«Μείωση του δημόσιου χρέους, βελτιωμένη ανθεκτικότητα του τραπεζικού συστήματος και ισχυρότερη τάση ανάπτυξης οδηγούν στην αναβάθμιση», αναφέρονται ακόμα από τη Scope ως λόγοι που συνετέλεσαν στην αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας Παράλληλα, στο δημοσίευμα επισημαίνεται πως ο οίκος αξιολόγησης εκτιμά ότι η κυβέρνηση θα συνεχίσει να εστιάζει στη δημοσιονομική σύνεση ώστε να επιτύχει και να διατηρήσει αυξημένους στόχους στα πρωτογενή πλεονάσματα ενόψει και των επόμενων εθνικών εκλογών χωρίς να επηρεαστεί απρόβλεπτες κρίσεις.
Το Bloomberg υπενθυμίζει ότι τον Αύγουστο του 2023, αμέσως μετά την επανεκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη, η Scope ήταν η πρώτη που απέδωσε στην Ελλάδα επενδυτική βαθμίδα, ένα καθεστώς που είχε απωλέσει το 2010 όταν εισήχθη σε πρόγραμμα διάσωσης από το χρέος. Την κίνηση αυτή ακολούθησε ένας γύρος αναβαθμίσεων από πολλούς οίκους αξιολόγησης εκτός της Moody's κάτι που ενδεχομένως να αλλάξει μετά από αυτή την εξέλιξη.
«Το δημόσιο χρέος που παραμένει αυξημένο και οι διαρθρωτικές οικονομικές αδυναμίες παραμένουν πιστωτικοί περιορισμοί», τονίζει ωστόσο η Scope. Επίσης, στο δημοσίευμα υπενθυμίζεται πως η κυβέρνηση Μητσοτάκη τον Νοέμβριο αποκάλυψε την πρόθεσή της να συνεχίσει να αποπληρώνει τα δάνεια διάσωσης νωρίτερα από ό,τι προβλεπόταν από τα χρονοδιάγραμμα. Το σχέδιο προβλέπει πρόωρη αποπληρωμή τουλάχιστον 5 δισ. ευρώ το 2025 των μακροπρόθεσμων υποχρεώσεων που λήγουν από το 2033 έως το 2042, όπως είχε αναφέρει ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης σε εκδήλωση του Bloomberg στην Αθήνα.
Η κυβέρνηση έχει επίσης δεσμευτεί να συνεχίσει να επιτυγχάνει υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα - ένα μέτρο των εσόδων μείον τις δαπάνες, εξαιρουμένων των πληρωμών τόκων - στοχεύοντας σε ένα βιώσιμο ποσοστό περίπου 2,5% του ΑΕΠ τα επόμενα χρόνια. Οι χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας είναι επίσης χαμηλές, με το υπουργείο Οικονομικών να στοχεύει να συγκεντρώσει έως και 8 δισ. ευρώ μέσω νέων ομολόγων το 2025, καταλήγει το διεθνές πρακτορείο.