Του Θανάση Παπαδή
Πολύ κατώτερη των εξαγγελιών που προηγήθηκαν και των προσδοκιών που καλλιεργήθηκαν, αποδεικνύεται η περιβόητη ρύθμιση των «120 δόσεων» που τελικά θα αποτελέσουν την εξαίρεση και όχι τον κανόνα στις ρυθμίσεις οφειλών.
Ειδικά για τις επιχειρήσεις το μέτρο αποτελεί στην πράξη μια πολιτική πομφόλυγα καθώς στην συντριπτική τους πλειονότητα οι επιχειρήσεις που είναι “κόκκινες” από τα χρέη βρίσκονται ήδη ενταγμένες σε πάγιες ρυθμίσεις εξόφλησης οφειλών σε 12 ή 24 δόσεις. Συνεπώς, όπως λένε άνθρωποι της αγοράς, ο νέος νόμος με τις 6 επιπλέον δόσεις που προβλέπει (18 έως 30 σε εξαιρετικές περιπτώσεις), δεν προσφέρει καμία ανάσα σε χρεωμένες εταιρείες και πρακτικά συνεπάγεται τον αποκλεισμό τους από τη δυνατότητα μιας καλύτερης συνολικής ρύθμισης.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, οι εταιρείες που έχουν υποβάλλει φορολογικές δηλώσεις και ως εκ τούτου θα μπορούσαν να διεκδικήσουν ρύθμιση των ληξιπρόθεσμων οφειλών τους –οι οποίες ξεπερνούν τα 20 δισ. ευρώ- μετά βίας φτάνουν στις 100.000.
Ανακοινώνοντας μόλις 18 δόσεις για τα νομικά πρόσωπα –μόλις έξι περισσότερες από αυτές που είχαν ούτως ή άλλως στη διάθεσή τους οι εταιρείες- πρακτικά η κυβέρνηση στέλνει το ακόλουθο μήνυμα: Αν θέλετε ρύθμιση, ενταχθείτε στον εξωδικαστικό συμβιβασμό. Μόνο που ο εξωδικαστικός συμβιβασμός αποκλείει χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις (καθώς έχει κριτήριο βιωσιμότητας και απαιτεί να υπάρχουν κερδοφόρες χρήσεις) ενώ ακόμη και γι' αυτές που πληρούν τα κριτήρια, οι διαδικασίες είναι εξαιρετικά αργές και βασανιστικές. Απόδειξη ότι μέχρι τώρα, ελάχιστες επιχειρήσεις έχουν ενταχθεί καθώς εκτός από τα χρέη προς την εφορία πρέπει να τακτοποιηθούν ταυτόχρονα και τα χρέη στα ασφαλιστικά ταμεία αλλά και οι οφειλές προς τις τράπεζες.
Η κυβέρνηση, εξάντλησε την ελαστικότητά της στα φυσικά πρόσωπα για καθαρά ψηφοθηρικούς λόγους. Ακόμη και αυτοί βέβαια θα διαπιστώσουν με το που θα ανοίξει η πλατφόρμα ότι οι 120 δόσεις θα είναι όνειρο θερινής νυκτός. Οι περισσότεροι χρωστάνε ποσά έως 2.000 ευρώ. Έτσι, το ελάχιστο ποσό των 30 ευρώ περιορίζει αυτομάτως τον αριθμό των δόσεων το πολύ σε 60-70.
Όσον αφορά στις επιχειρήσεις, πρακτικά δεν αλλάζει τίποτα για τους ακόλουθους λόγους:
1. Όλοι οι βασικοί φόροι από τους οποίους προκύπτουν και τα περισσότερα ληξιπρόθεσμα χρέη των επιχειρήσεων (ΦΠΑ, ΕΝΦΙΑ νομικών προσώπων, φόρος εισοδήματος νομικών προσώπων, παρακρατούμενοι φόροι όπως ο φόρος μισθωτών υπηρεσιών κλπ) μπορούν να τακτοποιηθούν σε 18 δόσεις. Ούτως ή άλλως η πάγια ρύθμιση προέβλεπε 12 δόσεις άρα μικρή η διαφορά. Μάλιστα, για να επιτευχθεί και μια περικοπή των προσαυξήσεων πρακτικά η εφορία ζητάει να καταβληθεί όλο το ποσό της οφειλής μέσα σε χρονικό διάστημα μικρότερο του έτους. Ιδού η κλίμακα όπως αποτυπώνεται στο νομοσχέδιο:
- Το κούρεμα του 80% επιτυγχάνεται αν η οφειλή αποπληρωθεί σε 2 ως 6 μηνιαίες δόσεις.
- Για διαγραφή του 50% των προσαυξήσεων, πρέπει όλο το χρέος να καταβληθεί σε 7 έως 12 δόσεις.
- Αν κάποιο νομικό πρόσωπο ρυθμίσει σε 13 έως 16 δόσεις, γλιτώνει μόνο το 30% των προσαυξήσεων.
2. Αν σε κάποια επιχείρηση έχει βεβαιωθεί οφειλή από έκτακτο φόρο (π.χ ένα πρόστιμο ή από φόρο κληρονομιάς του νομικού προσώπου) μόνο τότε μπορούν να δοθούν 30 δόσεις. Βέβαια για τους έκτακτους φόρους ούτως ή άλλως η πάγια ρύθμιση προσφέρει 24 δόσεις άρα η διαφορά είναι πολύ μικρή. Όσον αφορά στις προσαυξήσεις και στη δυνατότητα περικοπής τους, η κλίμακα περικοπών είναι η εξής:
- Χορηγείται απαλλαγή 85% αν η οφειλή πληρωθεί σε 2 έως 6 δόσεις
- Χορηγείται απαλλαγή 70% αν χρησιμοποιηθούν 7 έως 12 δόσεις
- Χορηγείται απαλλαγή 50% για 13 έως 18 δόσεις
- Δίδεται απαλλαγή 30% για καταβολή του ποσού σε 19 έως 24 δόσεις.
Αυτό που προφανώς δεν γίνεται αντιληπτό από την κυβέρνηση είναι ότι «κουτσουρεμένη» ρύθμιση των ληξιπρόθεσμων οφειλών για τα νομικά πρόσωπα ουσιαστικά εντείνει τα προβλήματα έλλειψης ρευστότητας. Είτε οι επιχειρήσεις θα κρίνουν ότι δεν μπορούν να ανταποκριθούν σε πολύ υψηλές μηνιαίες δόσεις, είτε θα επιδιώξουν να τηρήσουν τη ρύθμιση για να απελευθερώσουν τους δεσμευμένους τραπεζικούς λογαριασμούς και να ανακτήσουν την φορολογική ενημερότητα αφήνοντας πίσω άλλες υποχρεώσεις μεταξύ των οποίων και αυτή της έγκαιρης καταβολής της μισθοδοσίας.