ΠΑΣΟΚ - ΣΥΡΙΖΑ: Κολλημένοι με τους φόρους
Shutterstock
Shutterstock

ΠΑΣΟΚ - ΣΥΡΙΖΑ: Κολλημένοι με τους φόρους

Και ξανά στο τραπέζι η συζήτηση για τη φορολόγηση των μερισμάτων και των γονικών παροχών αυτή τη φορά με πρωτοβουλία του ΠΑΣΟΚ.

Υιοθετώντας τις προτάσεις που εδώ και μήνες έχει καταθέσει ο ΣΥΡΙΖΑ, το συγκεκριμένο κόμμα θέλει να υιοθετήσει κλίμακα με φορολογικούς συντελεστές 5-15% (5% για τις πρώτες 50.000 ευρώ, 10% για τα κέρδη από 50 έως 100.000 ευρώ και 15% για τα κέρδη από 100.000 ευρώ και πάνω) αλλά και να περιορίσει το απαράδεκτα υψηλό αφορολόγητο των γονικών παροχών (σ.σ είναι σήμερα 800.000 ευρώ). Οι δύο αυξήσεις φόρων προβάλλονται ως «κοινωνικά δίκαιοι» (το ίδιο άλλωστε έλεγε και ο κ. Κατρούγκαλος για την σύνδεση των ασφαλιστικών εισφορών με το δηλωθέν εισόδημα στους αυτοαπασχολούμενους).

Το επιχείρημα ότι δεν μπορεί να φορολογείται μια επιχείρηση με κέρδη εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ με τον ίδιο συντελεστή που φορολογείται μια επιχείρηση με κέρδη μερικών δεκάδων χιλιάδων ευρώ είναι εύηχο. Ωστόσο, όσοι το υιοθετούν θα πρέπει να παρακολουθούν και τη διεθνή πραγματικότητα αλλά και τις λεγόμενες ελαστικότητες των φόρων.

Το να επιβληθεί φορολογικός συντελεστής 15% στα μερίσματα, είχε δοκιμαστεί και στο παρελθόν από τον ΣΥΡΙΖΑ. Και που οδήγησε; Στο να «βουλιάξουν» τα διανεμόμενα κέρδη των επιχειρήσεων. Οι εταιρείες, ειδικά οι μεγάλες, αρνούνταν να μπουν στη διαδικασία διανομής κερδών όταν είχαν ήδη πληρώσει φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων 29% συν προκαταβολή 80-100% επί αυτού του φόρου.

Μετά, ο νομοθέτης (τότε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ) ήθελε οι μέτοχοι να δώσουν και 15% φόρο μερισμάτων και έως 12% εισφορά αλληλεγγύης. Και αν η Ελλάδα ήταν μόνη της στο παγκόσμιο στερέωμα, κάτι θα μπορούσε να γίνει. Όμως ο παγκόσμιος φορολογικός ανταγωνισμός που καλά κρατεί (επιχειρήσεις, ειδικά πολυεθνικές, αλλάζουν έδρες και χώρες και για πολύ πιο ασήμαντες αφορμές από την υπερφορολόγηση) δεν αφήνει και πολλά περιθώρια για πειραματισμούς.

Άλλωστε, μερικές ερωτήσεις να κάνει όποιος εισηγείται τον αυξημένο φόρο μερισμάτων στην ΑΑΔΕ, θα λάβει την απάντηση για το πόσο εύκολο είναι στους μεγάλους «παίκτες» να μεταφέρουν τα κέρδη από τη μια χώρα στην άλλη μέσω ηλεκτρονικών τιμολογίων για δικαίωματα royalties κλπ. Και σε τελική ανάλυση, για πόσα χρήματα θα πρέπει να γίνει όλο αυτό; Περισσότερα από 50 εκατ. ευρώ επιπλέον δεν πρόκειται να εισπραχθούν και αυτό υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα καταρρεύσουν τα φορολογητέα κέρδη (κάτι που συνέβη στο παρελθόν και μπορεί να γίνει και πάλι).

Όσο για τον φόρο των γονικών παροχών, αυτό και αν είναι ιδεοληψία. Για την απόκτηση ενός ακινήτου, ο γονιός έχει ήδη φορολογηθεί πολλαπλά. Έχει πληρώσει φόρο εισοδήματος για να βρει τα χρήματα να αγοράσει το ακίνητο, έχει πληρώσει φόρο μεταβίβασης, ΕΝΦΙΑ κλπ.

Γιατί θα πρέπει να πληρώσει και για να το μεταβιβάσει στο παιδί του; Και αν το πρόβλημα είναι το όριο των 800.000 ευρώ που θέσπισε η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, που προτείνεται να μπει ο πήχης; Και για να πληρώσει ποιος; Αυτοί που έχουν ακίνητα μεγάλης αξίας δεν περιμένουν τον φόρο γονικών παροχών.

Περνούν τα ακίνητα σε εταιρείες και αλλάζουν χέρια οι μετοχές. Ακόμη και αυτοί που δεν θέλουν να μπλέκουν με εταιρείες, έχουν τη δυνατότητα να σπάνε τις περιουσίες σε μερίδια και να αποφεύγουν και πάλι τον φόρο. Να γιατί ο φόρος γονικών παροχών δεν απέδωσε ποτέ ουσιαστικά χρήματα στην Ελλάδα και αυτοί ακόμη που πλήρωναν ήταν οι μικρομεσαίοι που δεν ήξεραν τα… κόλπα.