Η προχθεσινή ομιλία του πρωθυπουργού στη Θεσσαλονίκη, ήταν πραγματικά ξεχωριστή. Ήταν μια ομιλία που απευθύνθηκε κατά πρώτον στους νέους που αναζητούν ευκαιρίες στη ζωή τους, κατά δεύτερον στην κοινωνία που είναι καταπονημένη από την υγειονομική κρίση και φοβισμένη απέναντι στον κίνδυνο των πληθωριστικών πιέσεων και κατά τρίτον στην επιχειρηματικότητα που περνάει σε μια νέα φάση.
Χθες στο άρθρο με τίτλο: «Το μήνυμα της ΔΕΘ: Υψηλότερα εισοδήματα με μείωση φόρων», παρουσιάστηκε φιλοσοφία της κυβέρνησης για αύξηση των εισοδημάτων, μέσω της μείωσης της φορολογίας.
Παράλληλα στο άρθρο με τίτλο: «Μια βαθιά πολιτική ομιλία», η Βίβιαν Ευθυμιοπούλου, ανέλυσε την ομιλία του πρωθυπουργού με όρους πολιτικής και κατέληγε στο συμπέρασμα ότι η ομιλία του πρωθυπουργού ήταν η σημαντικότερη που έχει εκφωνήσει εδώ και καιρό, γιατί για πρώτη φορά εξαγγελίες και οικονομικές παροχές είναι σχεδιασμένες με τρόπο που να συγκροτούν ένα πολιτικό αφήγημα, με την οικονομία στην υπηρεσία της πολιτικής.
Πέρα όμως της φιλοσοφίας και του πολιτικού μηνύματος της ομιλίας του πρωθυπουργού, ποιο ήταν άραγε το μήνυμα για την επιχειρηματικότητα, τους επενδυτές και την αγορά;
Ας δούμε την εγχώρια επιχειρηματικότητα.
Το μέτρο της μείωσης της φορολογικής κλίμακας από το 24% στο 22% είναι ένα οριζόντιο μέτρο για όλες τις επιχειρήσεις, ανεξαρτήτως μεγέθους ή δραστηριότητας.
Το μέτρο τη μείωσης του μη μισθολογικού κόστους, αφορά και πάλι το σύνολο των επιχειρήσεων, αφού επιτρέπει σε όλες τις επιχειρήσεις να αμείβουν καλύτερα τους εργαζόμενους.
Το δε τρίτο μέτρο, που αφορά τη γενναία μείωση των φορολογικών συντελεστών των νέων εταιρικών σχημάτων που θα προκύψουν από συγχωνεύσεις μικρών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων, προσφέρει ένα κίνητρο, που αποτελεί ταυτόχρονα μια σανίδα σωτηρίας, για μια σειρά επιχειρήσεων. Μια σειρά επιχειρήσεων, που έχουν ένα δύσκολο επιχειρηματικό παρελθόν, ένα αμφίβολο παρόν και ένα δυσοίωνο μέλλον. Μια σειρά επιχειρήσεων, που θα πρέπει να εκσυγχρονιστούν, να αγκαλιάσουν την καινοτομία και να ενώσουν τις δυνάμεις τους για να σταθούν στο νέο ευρωπαϊκό επιχειρηματικό περιβάλλον, που γίνεται ακόμα πιο ανταγωνιστικό.
Είναι προφανές ότι η εγχώρια επιχειρηματικότητα, αντιμετώπισε θετικότατα τις εξαγγελίες και τα μέτρα, που ανακοινώθηκαν στη ΔΕΘ.
Ας δούμε την επενδυτική κοινότητα και τις αγορές.
Η αλήθεια είναι ότι οι αγορές και οι επενδυτές έχουν ήδη εγκρίνει τις πολιτικές της κυβέρνησης, βάζοντας τη δική τους υπογραφή πάνω στο τραπέζι. Και αυτή η υπογραφή δεν είναι άλλη από το σύνολο των κεφαλαίων, που έρχονται και τοποθετούν στις αγορές ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου, στις μετοχές των εισηγμένων εταιρειών στο Χρηματιστήριο Αθηνών και στην πραγματική οικονομία, μέσω του κύματος εξαγορών που παρατηρείται από το 2019 μέχρι σήμερα, με πιο πρόσφατη την αγορά του 49% του ΔΕΔΔΗΕ από τον παγκόσμιο στρατηγικό παίκτη στο χώρο της ενέργειας Macquarie, έναντι 2,1 δισ. ευρώ.
Επομένως οι επενδυτές και η αγορά, γνωρίζοντας το θετικό κλίμα και τις θετικές εκτιμήσεις όλων των αναλυτών και των αξιολογητών και έχοντας ήδη πάρει το βάπτισμα του πυρός μέσω της συμμετοχής τους στο εγχώριο επιχειρηματικό γίγνεσθαι, είδαν τις εξαγγελίες στη ΔΕΘ μέσα από ένα άλλο πρίσμα.
Γνωρίζοντας ότι στη ΔΕΘ, ο πρωθυπουργός απευθυνόταν κυρίως στους Έλληνες πολίτες, άρχισαν να αποκρυπτογραφούν τη σχέση κόστους - οφέλους ανάμεσα στα μέτρα και στην προσδοκώμενη ανάπτυξη, καθώς και τον βαθμό ρίσκου που εμπεριέχουν αυτά, για να παραμείνει η χώρα στην τροχιά της.
Μέτρα ύψους περίπου 1 δισ. ευρώ αφορούν τη φετινή χρονιά και είναι ήδη υπολογισμένα, με ποσοστό ανάπτυξης της οικονομίας στο 3,6%. Οπότε η εκτίμηση για ανάπτυξη 5,9% αφήνει πιθανά νέα μεγαλύτερα περιθώρια. Τα υπόλοιπα μέτρα κόστους περίπου 2,4 δισ. ευρώ, αφορούν το οικονομικό έτος 2022 και σημαντικό μέρος αυτών έχει ήδη προϋπολογιστεί. Ας μην λησμονούμε ότι ο προϋπολογισμός του 2022 θα έχει έλλειμμα κοντά στο μηδέν.
Οπότε για το 2021 και 2022 τα πράγματα είναι ασφαλή. Τι γίνεται όμως με το 2023 και το 2024; Η Ελλάδα είναι δεσμευμένη κατά τη διάρκεια εκείνης της διετίας να παρουσιάσει πρωτογενή πλεονάσματα 2% και 2,8%, αντιστοίχως. Και με δεδομένο ότι το ΑΕΠ του 2021 θα κλείσει πέριξ των 176 δισ. ευρώ, τα ποσοστά αυτά θα αντιστοιχούν σε σημαντικά απόλυτα μεγέθη.
Οι εξαγγελίες του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ και τα μέτρα για τη επιχειρηματικότητα δεν θα πρέπει να αντιμετωπιστούν στατικά. Τα μέτρα αυτά θα λειτουργήσουν δυναμικά, από κοινού όχι μόνο με τις μεταρρυθμίσεις, τις ιδιωτικοποιήσεις και τον ψηφιακό μετασχηματισμό, αλλά και με τους πόρους από το Ταμείο Ανάπτυξης.
Έτσι δεν θα έχουμε απλά μια παρωδική έκρηξη του συμπιεσμένου ελατηρίου, όπως αρκετοί χαρακτήρισαν το 16,2% της αύξησης του ΑΕΠ. Θα έχουμε μια συνεχή αύξηση του ΑΕΠ, καθώς οι ευρωπαϊκοί πόροι, τα ιδιωτικά κεφάλαια, οι τραπεζικές χρηματοδοτήσεις, τα νέα μέτρα φοροελαφρύνσεων, οι μεταρρυθμίσεις και οι ψηφιακές παρεμβάσεις, θα στηρίξουν πρωτοφανείς ρυθμούς ανάπτυξης, που η χώρα δεν έχει δει για αρκετό καιρό.
Η Ελλάδα έχει την τελευταία μεγάλη της ευκαιρία να επανέλθει με επαρκή και διεκδικητικό τρόπο στην ευρωπαϊκή οικονομία και στο ευρωπαϊκό επιχειρείν. Οι εξαγγελίες του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ, προσανατολίζονται σε αυτήν την κατεύθυνση. Ίσως κάποιοι να περίμεναν στη Θεσσαλονίκη, να βγάλει ο πρωθυπουργός από το καπέλο του, τον λαγό των εκπλήξεων. Δεν είναι όμως έτσι τα πράγματα. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έβγαλε τη λίστα με τα μέτρα, που θα φέρουν το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα για όλους μας. Και οι αγορές μαζί με τους επενδυτές, έλαβαν το μήνυμα.