Η προστασία του κλίματος είναι υπόθεση της πολιτικής και του καθενός από εμάς. Ή μήπως και των κεντρικών τραπεζών; διερωτάται σε δημοσίευμά της η Deutche Welle και αναφέρει πως όλο και περισσότερα πιστωτικά ιδρύματα φαίνεται να στρέφονται στα «πράσινα» ομόλογα.
Η είδηση πέρασε στα «ψιλά»: Τον Ιανουάριο η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών (BIS) με έδρα τη Βασιλεία της Ελβετίας εξέδωσε ένα νέο χαρτοφυλάκιο «πράσινων» ομολόγων.
Πρόκειται για μία σημαντική εξέλιξη καθώς η BIS δεν είναι μία τράπεζα όπως όλες οι άλλες, δεν απευθύνεται σε ιδιώτες, αλλά παρέχει χρηματοοικονομικές υπηρεσίες σε 63 κεντρικές τράπεζες και διεθνείς οργανισμούς, συμβάλλοντας στην καλύτερη διαχείριση της ρευστότητας και των αποθεμάτων τους σε χρυσό.
Από κανέναν δεν εκλέγονται και σε κανέναν δεν είναι υπόλογοι οι συμμετέχοντες στην BIS. Οι συναντήσεις τους, σε τακτά χρονικά διαστήματα, στη Βασιλεία αποπνέουν συνήθως μία αύρα μυστηρίου. Σε αυτές τις συναντήσεις αναλύονται οι διεθνείς οικονομικές εξελίξεις και ενισχύεται ο συντονισμός στην πολιτική των κεντρικών τραπεζών ανά τον κόσμο. Είναι προφανές ότι οι αποφάσεις της BIS έχουν ισχυρή επιρροή στις διεθνείς αγορές.
Ενισχύεται η ζήτηση για πράσινα ομόλογα
Η παρέμβαση της BIS στοχεύει, μεταξύ άλλων, στη στήριξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, καθώς και επενδυτικών σχεδίων που συμβάλλουν στην καλύτερη διαχείριση της ενέργειας. Ήδη το 2019 η Τράπεζα της Βασιλείας είχε εκδώσει «πράσινο» ομόλογο σε δολάρια. Σήμερα διαχειρίζεται συνολικά δύο δισεκατομμύρια δολάρια σε «πράσινα» ομόλογα για λογαριασμό κεντρικών τραπεζών, ποσό που αναμένεται να αυξηθεί σημαντικά στο μέλλον. Ασφαλώς η προστασία του κλίματος και του περιβάλλοντος δεν αποτελεί την κύρια προτεραιότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος, επισημαίνει ο γενικός διευθυντής της BIS Αουγκουστίν Κάρστενς, μιλώντας πρόσφατα στη γερμανική εφημερίδα Frankfurter Allgemeine Zeitung (FAZ). Από την άλλη πλευρά: «Εάν μπορεί και αυτός να συνεισφέρει στην προστασία του περιβάλλοντος, χωρίς να αλλοιωθεί η βασική λειτουργία του, ας συνεισφέρει».
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) έχει ήδη ανακοινώσει την πρόθεσή της να συμμετάσχει στο πράσινο χαρτοφυλάκιο της BIS. Σχετικές αποφάσεις αναμένονται στο πρώτο εξάμηνο του 2021. Δεν λείπουν ωστόσο οι συζητήσεις ως προς τη σκοπιμότητα του εγχειρήματος. Τη Δευτέρα η επικεφαλής της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ ανακοίνωσε την ίδρυση μίας νέας πτέρυγας για την κλιματική αλλαγή με δέκα συνεργάτες, εντός της ΕΚΤ, η οποία θα συνθέσει δημιουργικά τις μέχρι τώρα εισηγήσεις. Αναμφισβήτητο είναι πάντως ότι τα «πράσινα» ομόλογα, που διατίθενται στις αγορές από το 2007, καταγράφουν όλο και μεγαλύτερη ζήτηση. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της διεθνούς ΜΚΟ Climate Bonds Initiative, το 2020 οι επενδύσεις σε «πράσινα» ομόλογα έφτασαν το ποσό-ρεκόρ των 269 δισεκατομμυρίων δολαρίων, ενώ οι προβλέψεις για το 2021 κάνουν λόγο για μία αγορά 450 δις. Μέχρι στιγμής πάντως, επισημαίνει ο Γιαν Πίτερ Κράνεν, καθηγητής Οικονομικών στο πανεπιστήμιο της Φρανκφούρτης, τα «πράσινα» ομόλογα αποτελούν μόλις το 5% της παγκόσμιας αγοράς ομολόγων.
Αμφιβολίες για τις οικολογικές προδιαγραφές των ομολόγων
Πόσο βιώσιμος είναι όμως ο «πράσινος» χαρακτήρας των ομολόγων; Επ' αυτού δεν λείπουν οι επιφυλάξεις. Πρόσφατη έκθεση της BIS επισημαίνει ότι οι επιχειρήσεις που εκδίδουν τα ομόλογα αυτά δεν διακρίνονται απαραίτητα για τις χαμηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. «Η πράσινη ετικέτα αφορά συνήθως συγκεκριμένα projects και όχι τη συνολική δραστηριότητα της εταιρείας, κατά συνέπεια η μείωση εκπομπών σε ένα επενδυτικό σχέδιο μπορεί να αντισταθμίζεται από μία αύξηση ρυπαντών σε άλλον τομέα της επιχείρησης», αναφέρεται στη σχετική μελέτη.
Πάντως και το γερμανικό Δημόσιο σκοπεύει να μπει στη συνεχώς αναπτυσσόμενη αγορά των «πράσινων» ομολόγων και μάλιστα το συντομότερο δυνατόν. Ο σχετικός προγραμματισμός προβλέπει, για πρώτη φορά, την έκδοση 30ετούς ομολόγου μέσα στο 2021. Μία πρώτη δοκιμή έγινε τον περασμένο Σεπτέμβριο με την έκδοση δεκαετούς ομολόγου, το οποίο προσείλκυσε το ενδιαφέρον των επενδυτών, ενώ ακολούθησε ένα πεντατές ομόλογο τον Νοέμβριο. Με τα έσοδα από το ομολογιακό δάνειο η γερμανική κυβέρνηση θέλει να χρηματοδοτήσει, μεταξύ άλλων, νέα συστήματα διαχείρισης της κυκλοφορίας και ευρεσιτεχνίες μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα στην αυτοκινητοβιομηχανία. Σημειώνεται πάντως ότι η Γερμανία άργησε να «μπει στο παιχνίδι». Το 2016 η Πολωνία ήταν η πρώτη χώρα που εξέδωσε «πράσινο» ομόλογο ύψους 750 εκατομμυρίων δολαρίων, ενώ το παράδειγμά της ακολούθησαν ήδη Γαλλία, Βέλγιο, Ιρλανδία, Ολλανδία και Δανία.