Η γραφειοκρατία, σύμφωνα με τη διοίκηση της Quest, ευθύνεται για την καθυστέρηση υλοποίησης του επενδυτικού πλάνου, όπως αναφέρθηκε κατά τη διάρκεια ενημέρωσης των αναλυτών. Παράλληλα, η εταιρεία εκτιμά πως στις αρχές του 2022 αναμένεται να ενταθούν οι ελλείψεις που παρατηρούνται σε προϊόντα της, όπως της Apple και της Xiaomi.
Όπως αναφέρθηκε παρατηρούνται καθυστερήσεις στις παραδόσεις προϊόντων, απόρροια της κρίσης στις εφοδιαστικές αλυσίδες. Η διοίκηση του ομίλου άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να προχωρήσει σε εξαγορές εταιρειών και να επεκταθεί σε νέες δραστηριότητες. Παράλληλα, επισημάνθηκε πως διαθέτει την τεχνογνωσία να αναλάβει IT έργα για data centers, καθώς άλλωστε διαθέτει δικό της. Σχετικά με την είσοδο στον FTSE 25 η διοίκηση δηλώνει ικανοποιημένη με αυτή την εξέλιξη, επισημαίνοντας πως το πρώτο τρίμηνο του 2022 θα ληφθούν αποφάσεις για το ενδεχόμενο διάσπασης της μετοχής, προκειμένου να αυξήσει την εμπορευσιμότητά της.
Σε ό,τι αφορά στον επενδυτικό σχεδιασμό, αυτός περιλαμβάνει την ολοκλήρωση της εξαγοράς της ΓΕ Δημητρίου, για την οποία αναμένεται η απόφαση του δικαστηρίου στις αρχές του 2022 για την εξυγίανσή της.
Οι επενδύσεις που θα γίνουν είναι ύψους 25 εκατ .ευρώ, ενώ αναμένεται έως τέλος του έτους να επενδυθούν 5-6 εκατ. ευρώ για την ολοκλήρωση του hub στο Αιγάλεω, που θα εξυπηρετεί την ACS. Επιπροσθέτως για το ίδιο έργο, προβλέπονται επενδύσεις ύψους 6-9 εκατ. ευρώ το 2022.
Σε ό,τι αφορά στον κλάδο της ενέργειας αναμένεται να υπάρξουν επενδύσεις ύψους 6 εκατ. ευρώ , εκ των οποίων τα 1-2 εκατ. ευρώ επενδύονται έως τέλος του έτους. Το σύνολο των επενδύσεων για το 2021 αναμένεται να ανέλθει σε 20-25 εκατ. ευρώ.
Ο όμιλος διαθέτει σημαντική ρευστότητα 300 εκατ. ευρώ, την οποία αναμένεται να αξιοποιήσει για την υλοποίηση του τρέχοντος και μελλοντικού επενδυτικού σχεδιασμού, καθώς επίσης και στην απορρόφηση των κραδασμών στις εφοδιαστικές αλυσίδες.
Σε ενοποιημένη βάση οι πωλήσεις της Quest στο εννεάμηνο του έτους ανήλθαν τα 669,3 εκατ. ευρώ, τα κέρδη EBITDA στα 57,9 εκατ. ευρώ και τα κέρδη προ φόρων στα 120,1 εκατ. ευρώ, επιτυγχάνοντας αύξηση 39,9% στις πωλήσεις, 35,4% στη λειτουργική κερδοφορία (EBITDA), 59,1% στα προ φόρων κέρδη (ΕΒΤ) και πενταπλασιασμό στα καθαρά μετά φόρων κέρδη (ΕΑΤ) από συνεχιζόμενες δραστηριότητες.
Παράλληλα, ο όμιλος ολοκλήρωσε τη διαδικασία πώληση της συμμετοχής της στην εταιρεία Cardlink A.E. η οποία απέφερε έκτακτα κεφαλαιακά κέρδη 85 εκατ. ευρώ στη μητρική εταιρεία και 75,8 εκατ. ευρώ στον Όμιλο.