Ρεκόρ 80 ετών αναμένεται να καταγράψει η ο ρυθμός ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας το 2021, σύμφωνα με έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας. Διευκρινίζεται ωστόσο ότι η ανάπτυξη θα είναι άνιση, με τις αναπτυσσόμενες οικονομίες να πληρώνουν βαρύ τίμημα για την πανδημία.
Αναλυτικά, οι αναδυόμενες οικονομίες θα εξακολουθήσουν να αγωνίζονται για καιρό προκειμένου να ορθοποδήσουν από το πλήγμα της πανδημίας. Στην εκτίμηση αυτή καταλήγει η Παγκόσμια Τράπεζα στην έκθεσή της για την προοπτική της παγκόσμιας οικονομίας, που δόθηκε χθες Τρίτη στη δημοσιότητα και αναφέρεται σε προβλεπόμενη ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας κατά 5,6% στη διάρκεια του τρέχοντος έτους.
Πρωταθλήτριες ΗΠΑ και Κίνα
Τους υψηλότερους ρυθμούς θα σημειώσουν, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας, αφενός η αμερικανική οικονομία, που θα αυξηθεί κατά 6,8%, και η Κίνα για την οποία προεξοφλεί σημαντική επιτάχυνση με ανάπτυξη 8,5%. Την ίδια στιγμή όμως ο διεθνής πιστωτικός οργανισμός που στηρίζει οικονομικά τον αναπτυσσόμενο κόσμο, εκτιμά ότι ο ρυθμός ανάπτυξης στις χώρες χαμηλού εισοδήματος δεν θα υπερβεί φέτος το 2,9% και θα είναι ο χαμηλότερος των τελευταίων 20 ετών, αν βέβαια εξαιρεθεί η δραματική ύφεση του ταραγμένου 2020.
Παρουσιάζοντας τις εν λόγω προβλέψεις, ο Αγιάν Κόσε, υπεύθυνος για τη σχετική έκθεση και επικεφαλής της ομάδας οικονομολόγων που την εκπόνησε, τόνισε πως «βλέπουμε σαφώς την ιστορία δύο διαφορετικών ανακάμψεων». Προσέθεσε δε με έμφαση πως «είναι οι καλύτεροι καιροί για μια οικονομία σαν των ΗΠΑ για να σημειώσουν ισχυρή ανάπτυξη, αλλά είναι οι χειρότεροι καιροί ως προς το πώς πηγαίνουν οι χώρες χαμηλού εισοδήματος. Πραγματικά, αγωνίζονται».
Η πρόσβαση στα εμβόλια
Διευκρινίζοντας τις αιτίες που κρατούν πίσω τις αναπτυσσόμενες χώρες και τις αναδυόμενες οικονομίες, η έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας υπογραμμίζει ιδιαίτερα το πρόβλημα της μειωμένης πρόσβασης των φτωχών χωρών στα εμβόλια κατά της πανδημίας του κορονοϊού και είναι η βασικότερη αιτία ανησυχίας. Επαναλαμβάνοντας, άλλωστε, επανειλημμένως εκκλήσεις όχι μόνο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας αλλά και πολλών διεθνών πιστωτικών οργανισμών, ο Α. Κόσε κάλεσε τις πλούσιες χώρες να δωρίσουν εμβόλια σε όσες χώρες τα χρειάζονται και δυσκολεύονται να τα διασφαλίσουν.
Στην έκθεσή της η Παγκόσμια Τράπεζα καλεί τις πιστώτριες χώρες να επεκτείνουν περαιτέρω τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους των αναπτυσσόμενων χωρών, επισημαίνοντας ότι πολλές από αυτές δεν διαθέτουν τα αναγκαία περιθώρια για χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής που θα μπορούσε να στηρίξει τις οικονομίες τους και να τις βοηθήσει να εξέλθουν από την κρίση της πανδημίας.
Σημειώνεται ότι από την αρχή της πανδημίας, η Παγκόσμια Τράπεζα έχει επανειλημμένως προτρέψει ισχυρές χώρες να συνάψουν διαφανείς συμφωνίες με τις αναπτυσσόμενες για την εξυπηρέτηση του χρέους τους.
Καμπανάκι για τον πληθωρισμό
Παράλληλα η Παγκόσμια Τράπεζα κάνει μνεία στο διαφαινόμενο πρόβλημα του πληθωρισμού και επισημάνει πως από την αρχή της πανδημίας εμφανίζει ταχύτερο ρυθμό αν συγκριθεί με τον ρυθμό που σημείωνε στη διάρκεια των πέντε τελευταίων παγκόσμιων οικονομικών κρίσεων.
Σύμφωνα, πάντως, με την έκθεση, οι περισσότερες χώρες των οποίων οι κεντρικές τράπεζες έχουν θεσπίσει στόχο για τον πληθωρισμό, θα κατορθώσουν να τον κρατήσουν σε επίπεδα εντός των ορίων του στόχου ή πολύ κοντά στα επίπεδα του στόχου. Στις ΗΠΑ, η ομοσπονδιακή τράπεζα, Federal Reserve, έχει στόχο για ετήσιο πληθωρισμό 2%, όπως άλλωστε και η ΕΚΤ. Τα τελευταία στοιχεία για την ιδιωτική κατανάλωση στις ΗΠΑ φέρουν, πάντως, τον πληθωρισμό να «τρέχει» με 3,6% σε ετήσια βάση, αν και τα στελέχη της Fed υποστηρίζουν ότι η επιτάχυνση του δείκτη θα είναι προσωρινή.
Το πρόβλημα θα είναι σοβαρό στις αναδυόμενες αγορές και στις αναπτυσσόμενες οικονομίες και η Παγκόσμια Τράπεζα εκφράζει την ανησυχία της για επιτάχυνση του πληθωρισμού σε παγκόσμιο επίπεδο που θα περιπλέξει περαιτέρω και θα δυσχεράνει το έργο των κυβερνήσεων, περιορίζοντας σημαντικά τις επιλογές πολιτικής και τα περιθώρια ελιγμών.
Υπάρχει κίνδυνος να μεταδοθεί ο υψηλότερος πληθωρισμός από τις ανεπτυγμένες οικονομίες στον υπόλοιπο κόσμο, που θα κινδυνέψει από διατροφική κρίση αν αυξηθούν οι τιμές των βασικών ειδών διατροφής και προπαντός αν υπάρξουν ελλείψεις τροφίμων.