Ένα από τα χαρακτηριστικά του έκτακτου QE Πανδημίας (PEPP) που θα συμπεριλάβει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στο νέο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων που θα «τρέξει» μετά τον Μάρτιο του 2022, είναι η επιλεξιμότητα των ελληνικών ομολόγων. Αυτό εκτιμά σε νέα έκθεσή της η Capital Economics, στην οποία αναλύει τις κινήσεις της ΕΚΤ για το νέο έτος.
Το σημαντικότερο ζήτημα αυτή τη στιγμή στην Ευρώπη είναι ότι τον ερχόμενο Μάρτιο λήγει το PEPP και οι αγορές ομολόγων θα γίνονται μόνο μέσω του κανονικού QE –που εφαρμόστηκε για πρώτη φορά το 2015 – στο οποίο τα ελληνικά ομόλογα δεν συμμετέχουν γιατί ακόμη έχουν χαμηλή αξιολόγηση.
Η ΕΚΤ δέχεται ως επιλέξιμα μόνο τα ομόλογα με αξιολόγηση – έστω ενός από τους τέσσερις μεγάλους οίκους (S&P, Moody’s, Fitch, DBRS) -στην «επενδυτική βαθμίδα. Επομένως από τον Απρίλιο που θα έχει λήξει το PEPP, τα ελληνικά ομόλογα κινδυνεύουν να μείνουν «γυμνά».
Οι ελληνικοί τίτλοι συμπεριλήφθηκαν κατ’ εξαίρεση στο PEPP λόγω των έκτακτων συνθηκών της πανδημίας. Αυτή η εξαίρεση θα μεταφερθεί, σύμφωνα με την Capital Economics, σε όποιο πρόγραμμα τρέξει από τον Απρίλιο καθώς θα δοθεί εκ νέου waiver στην Ελλάδα.
«Αν η Ελλάδα μείνει εκτός APP από τον Απρίλιο, αυτό δεν θα ήταν απαραιτήτως καταστροφικό για τα ελληνικά ομόλογα, αφού από το τέλος του 2019 οι αποδόσεις των ελληνικών τίτλων έχουν υποχωρήσει στο επίπεδο των ιταλικών», σημειώνει η Capital Economics.
Όμως δεδομένου ότι η Ελλάδα διαθέτει πολύ υψηλότερο χρέος και ότι γενικότερα οι αποδόσεις των ομολόγων ανεπτυγμένων οικονομιών θα πάρουν την ανιούσα, ο αποκλεισμός των ελληνικών ομολόγων θα οδηγήσει σε διεύρυνση του spread με τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά.
«Αυτό θα ήταν ένα λάθος που η ΕΚΤ θα ήθελε να αποφύγει», προσθέτει ο οίκο. Σε κάθε περίπτωση, καταλήγει η CE, με την S&P να δίνει στην Ελλάδα θετικό outlook, η εξαίρεση των ελληνικών τίτλων από τους κανονισμούς της ΕΚΤ δεν θα κρατήσει για πολύ, υποδεικνύοντας ότι η αναβάθμιση στην επενδυτική βαθμίδα θα έρθει σύντομα.