Όπως γίνεται σχεδόν πάντα τα τελευταία χρόνια, ελάχιστοι επενδυτές και οικονομολόγοι αναλυτές αμφιβάλλουν για το τι θα κάνει αύριο η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, στην τελευταία συνεδρίαση της επιτροπής νομισματικής πολιτικής για το 2024.
Οτιδήποτε άλλο από μία μείωση των επιτοκίων αναφοράς κατά 0,25% θα θεωρηθεί τεράστια έκπληξη, εκτός αν δικαιωθούν οι αναλυτές της JPMorgan που είναι οι μόνοι (όπως αναφέρει το Bloomberg) που περιμένουν μία μείωση κατά 0,50%, ή οι 2 από τους 75 οικονομολόγους που ερωτήθηκαν από το Reuters. Παρά το γεγονός πως έχουν ακουστεί φωνές στον δημόσιο διάλογο, υποστηρίζοντας αυτό το πιο δραστικό βήμα, τα μηνύματα από τη Φρανκφούρτη δείχνουν πως η ηγεσία της ΕΚΤ δεν το θεωρεί απαραίτητο.
Η συζήτηση για την περαιτέρω πορεία των επιτοκίων αναφοράς είναι πάντως, αρκετά ζωηρή και στον διεθνή οικονομικό Τύπο βλέπουμε πάρα πολλά δημοσιεύματα, ρεπορτάζ και άρθρα γνώμης σχετικά με τα επόμενα βήματα της ΕΚΤ και της προέδρου της Κριστίν Λαγκάρντ.
Όπως καταλαβαίνουμε, υπάρχει μία γενική συμφωνία πως μέσα στο 2025 θα δούμε αρκετές ακόμα μειώσεις. Οικονομολόγοι μεγάλων διεθνών τραπεζών, οικονομικοί αναλυτές και εξειδικευμένοι δημοσιογράφοι συμφωνούν πως η ευρωπαϊκή οικονομία είναι αδύναμη και πως η ΕΚΤ θα προσπαθήσει να την τονώσει μειώνοντας σημαντικά τα επιτόκια πιστεύοντας πως ο πληθωρισμός δεν θα αργήσει να φτάσει στο 2% που είναι ο πάγιος στόχος της.
Σε σχετικό άρθρο του Bloomberg από προχθές Δευτέρα, είδαμε πως η πλειοψηφία των αναλυτών εκτιμά πως οι μειώσεις των επιτοκίων κατά 0,25%, θα συνεχιστούν μέσα στο 2025 και οι περισσότεροι από αυτούς περιμένουν πως κάποια στιγμή προς τα μέσα της χρονιάς ή λίγο αργότερα τα επιτόκια αναφοράς θα προσγειωθούν στο 2% ίσως και λίγο χαμηλότερα, από το 3,25% στο οποίο βρίσκονται αυτή τη στιγμή.
Η γενική πεποίθηση, τουλάχιστον μέχρι αυτή την ώρα, είναι πως η ΕΚΤ θα αποφύγει τις πολύ απότομες κινήσεις, εν μέρει γιατί δεν θέλει να ρισκάρει την υπερβολική χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής που μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την αναζωπύρωση των πληθωριστικών πιέσεων.
Μπορεί η Κριστίν Λαγκάρντ να έχει στο νου της και το τι θα γίνει με το Ευρώ, αν τα επιτόκια της Ευρωζώνης μειωθούν πολύ πιο γρήγορα από αυτά των ΗΠΑ. Τυχόν άτακτη υποχώρηση του Ευρώ απέναντι στο δολάριο, θα προκαλούσε σίγουρα πληθωριστικές πιέσεις, κάτι που θυμόμαστε πολύ καλά πως είχε γίνει την άνοιξη και το καλοκαίρι του 2022, όταν το ευρώ είχε χάσει πάρα πολύ έδαφος απέναντι στο αμερικανικό νόμισμα, κάτι που βέβαια είχε γίνει και για τα περισσότερα διεθνή νομίσματα.
Φαίνεται λοιπόν, πως αυτή τη στιγμή η πολιτική των σταδιακών μειώσεων επιτοκίων θεωρείται από τις αγορές ως η πλέον πιθανή στρατηγική της ΕΚΤ τους επόμενους μήνες. Οι καιροί όμως, είναι αρκετά δύσκολοι και δεν είναι φρόνιμο να θεωρούμε τίποτα ως δεδομένο. Ειδικά, όταν σε διεθνές επίπεδο επίκειται η ανάληψη της εξουσίας στις ΗΠΑ από τον Ντόναλντ Τραμπ και την ομάδα του, στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης έρχονται πρόωρες εκλογές και πιθανότατα αλλαγή κυβέρνησης και στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία υπάρχει αυτή τη στιγμή κυβερνητικό κενό.
Μιλώντας για τις ΗΠΑ και την Ευρώπη/Ευρωζώνη, είναι πλέον φανερό πως η οικονομία των ΗΠΑ είναι πολύ πιο ανθεκτική και αναπτύσσεται με υγιείς ρυθμούς τη στιγμή που στην Ευρώπη η κατάσταση είναι πολύ πιο δύσκολη και πολλοί θεωρούν βέβαιη τη διολίσθηση της οικονομίας σε κατάσταση ύφεσης. Παραμένοντας στις ΗΠΑ και στον πρόεδρο Τραμπ, όλοι γνωρίζουμε πως αν πραγματοποιήσει τις υποσχέσεις του για την επιβολή εισαγωγικών δασμών για όλα τα προϊόντα που φθάνουν στις ΗΠΑ από όλον τον κόσμο, η οικονομία της Ευρώπης θα επηρεαστεί, κατά πάσα πιθανότητα, αρκετά αρνητικά.
Μήπως λοιπόν θα πρέπει η ΕΚΤ να προσπαθήσει να προλάβει τις εξελίξεις προχωρώντας σε πιο επιθετικές μειώσεις επιτοκίων για να δώσει περισσότερο οξυγόνο στην Ευρωπαϊκή οικονομία τη στιγμή που υπάρχουν τόσες απειλές; Μήπως θα πρέπει να σκεφθεί περισσότερο τις μειώσεις της τάξης του 0,50%; Ο Francesco Guerrera του Reuters Breakingviews, σε χθεσινό του άρθρο, υποστήριξε πως η αναμενόμενη αυριανή μικρή μείωση στα επιτόκια θα είναι μία λανθασμένη κίνηση.
Όπως έγραψε χαρακτηριστικά, καλό είναι η Κριστίν Λαγκάρντ να σταματήσει να κοιτάζει στον καθρέπτη του «αυτοκινήτου» της, δίνοντας προσοχή στο τι έγινε με τον πληθωρισμό και την οικονομική ανάπτυξη το αμέσως προηγούμενο διάστημα και να δώσει μεγαλύτερη σημασία στο τι βλέπει μπροστά της, δηλαδή μία εικόνα γεμάτη σημαντικούς κινδύνους. Ο Guerrera τόνισε πως τα κάπως υψηλά στοιχεία για τον πληθωρισμό και την ανάπτυξη του Νοεμβρίου ήταν επηρεασμένα, από μη επαναλαμβανόμενους παράγοντες και στην πραγματικότητα η εικόνα είναι πολύ πιο αδύναμη.
Θυμίζοντας την πολύ δυνατή επιθετική μείωση κατά 0,50%, στην οποία προχώρησε τον Σεπτέμβριο η αμερικανική Fed, ο αρθρογράφος του Reuters Breakingviews, τόνισε πως η Κριστίν Λαγκάρντ και οι συνεργάτες της θα πρέπει να κινηθούν με παρόμοιο τρόπο για να μειώσουν τις πιθανότητες να οδηγηθεί η ευρωπαϊκή οικονομία σε ένα αδιέξοδο.
Ό,τι και να λέει ο Guerrera βέβαια, αν το συμβούλιο της ΕΚΤ έχει αποφασίσει τη μείωση κατά 0,25%, δεν πρόκειται να αλλάξει γνώμη τώρα. Μπορεί όμως (έτσι λέμε εμείς τουλάχιστον), να το κάνει στην επόμενη προγραμματισμένη συνεδρίασή του στις 30 Ιανουαρίου, για να υποδεχθεί με δυναμικό τρόπο τον Ντόναλντ Τραμπ και τα όσα θα έχει πει, μέχρι τότε για το ζήτημα των δασμών.
Ένα ακόμα επιχείρημα υπέρ των επιθετικών μειώσεων επιτοκίων νωρίς μέσα στο 2025, είναι το ότι αυτές θα μπορούσαν να βοηθήσουν την προσπάθεια τόνωσης των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, πριν αρχίσουν να γίνονται αισθητές οι συνέπειες της εμπορικής πολιτικής Τραμπ.
Στην περίπτωση μάλιστα, που οι γερμανικές εκλογές φέρουν σημαντική χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής της μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρωζώνης, ο συνδυασμός της με χαμηλό κόστος χρηματοδότησης θα μπορούσε να δώσει ένα γερό «σπρώξιμο» στην οικονομία της Ευρωζώνης. Σχετικά με την οικονομία, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως τυχόν λήξη του πολέμου στην Ουκρανία θα έχει λογικά ευεργετικές συνέπειες, ανεξάρτητα από το τι θα σημαίνει για την ίδια την Ουκρανία.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως το συμβούλιο της ΕΚΤ και η πρόεδρος Λαγκάρντ σκέφτονται και συζητούν όλα αυτά και άλλα τόσα πράγματα. Οι αποφάσεις δεν είναι εύκολες και η Λαγκάρντ έχει αρκετά διλήμματα μπροστά της. Να κινηθεί δυναμικά νωρίς για να αποφύγει μία βύθιση της οικονομίας που θα απαιτεί πολύ μεγαλύτερες δυνάμεις να αναστραφεί; Μήπως αν κινηθεί πολύ επιθετικά θα προκαλέσει σημαντική πτώση του Ευρώ και άνοδο του πληθωρισμού, ειδικά αν δούμε μία δημοσιονομική χαλάρωση στη Γερμανία; Και τι θα γίνει αν τελικά ο Τραμπ πάρει αποφάσεις που δεν θα είναι τόσο επιζήμιες για την Ευρώπη; Μήπως είναι καλύτερο να περιμένει πρώτα τις αμερικανικές κινήσεις και τις πιθανές εξελίξεις στα πολεμικά μέτωπα;
Αυτά και άλλα πολλά θα έχει στο μυαλό της, αύριο το απόγευμα, όταν θα απαντά στις ερωτήσεις των δημοσιογράφων μετά την ανακοίνωση της μείωσης επιτοκίων (μάλλον κατά 0,25%). Θα είναι πολύ χρήσιμο αν αποφασίσει να μοιραστεί μερικά από αυτά με μας, αλλά υποθέτουμε πως αυτό δεν είναι κάτι πολύ πιθανό.