Του Χρήστου Ν. Κώνστα
Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και Διεθνές Νομισματικό Ταμείο συμφωνούν απόλυτα στη διάγνωση του ελληνικού προβλήματος: Η Ελλάδα βγαίνει «ξυπόλητη στ΄αγκάθια των αγορών». Η Ελλάδα ορθώς βγαίνει στις αγορές αλλά οι αγορές την περιμένουν υποψήφιο θύμα.
Όσο περνάει ο καιρός, η Ελλάδα θα αντικαθιστά το «φθηνό» χρέος των εταίρων της, με «ακριβό» χρέος των αγορών.
Εγκλωβισμένη στο ασφυκτικό πλαίσιο των χαμηλών ρυθμών ανάπτυξης και των εξωπραγματικών δημοσιονομικών δεσμεύσεων, η χώρα είναι καταδικασμένη να ξαναζητήσει βοήθεια από τους εταίρους της.
Έχει δίκιο ο κ. Ψαλιδόπουλος (διορισμένος εκπρόσωπος της χώρας στο ΔΝΤ) ότι το πιο αισιόδοξο σενάριο του ΔΝΤ αντιστοιχεί στο πλέον απαισιόδοξο σενάριο της Κομισιόν.
Μόνο που οι «αγορές» δεν διαβάζουν τις εκθέσεις της Κομισιόν για να πάρουν τις αποφάσεις τους. Διαβάζουν με προσοχή τα κείμενα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του ΔΝΤ των δύο δηλαδή από τους 4 «θεσμούς» που αποφεύγουν να εκτεθούν σε ελληνικό κίνδυνο. Η ΕΚΤ δεν αγοράζει Ελληνικά Ομόλογα, το ΔΝΤ θέλει να πάρει γρήγορα τα λεφτά του πίσω και να ελαχιστοποιήσει την έκθεσή του στην Ελλάδα.
Ποια είναι τα δύο βασικά εμπόδια της χώρας για να σημειώσει ραγδαίους ρυθμούς ανάπτυξης που θα την έβγαζαν από τον φαύλο κύκλο της ύφεσης και των υποχρεώσεων;
Το ΔΝΤ έχει την απάντηση:
- Οι Πολιτικοί και η Δικαιοσύνη
«Με τις εκλογές να πλησιάζουν η κατεύθυνση των μεταρρυθμίσεων είναι αβέβαιη.
Η εξασφάλιση της πολιτικής συναίνεσης εντός της Ελλάδας θα μπορούσε να είναι δύσκολη λόγω των σημαδιών κόπωσης των μεταρρυθμίσεων, της μείωσης της πλειοψηφίας του (κυβερνώντος) συνασπισμού στο Κοινοβούλιο και των προσεχών κοινοβουλευτικών εκλογών του 2019».
Αμέσως μετά καταγράφει τον πρώτο κίνδυνο, στο ηφαίστειο του Ασφαλιστικού:
Μια σειρά από δικαστικές αποφάσεις μπορούν να τινάξουν στον αέρα τη συμφωνία της χώρας με τους πιστωτές της με πρώτο παράδειγμα τις αποφάσεις για τις συντάξεις που «θα μπορούσαν να υπονομεύσουν τη δημοσιονομική εξυγίανση και τη μεσοπρόθεσμη βιωσιμότητα του συνταξιοδοτικού συστήματος».
Κι έτσι φτάνουμε στις αγορές. Οι αγορές θέλουν αριθμούς, δεν πιστεύουν στα ευχολόγια των γραφειοκρατών.
Η Ελλάδα θα ζητά δανεικά όχι με βάση τις εκτιμήσεις του Πιέρ Μοσκοβισί αλλά με βάση την πραγματικότητα των οικονομικών της μεγεθών.
Οι αριθμοί λένε ότι η χώρα, ίσως και να τα καταφέρει να χρηματοδοτείται ομαλά μέχρι τον Δεκέμβριο του 2037 αλλά από 'κει και ύστερα το Χρέος γίνεται βουνό και οι υποχρεώσεις ταφόπλακα στις ελπίδες για επιβίωση:
- Ανάπτυξη
Προβλέπει 2% για το 2018, που θα ενισχυθεί στο 2,4% για το 2019, ενώ θα αρχίσει να εξασθενεί στη συνέχεια, υποχωρώντας στο 2,2% το 2020, σε 1,6% το 2021, 1,2% το 2022 και το 2023. Η χαμηλή ανάπτυξη θα είναι αποτέλεσμα της εφαρμογής των νέων μέτρων (περικοπή συντάξεων και αφορολογήτου), που θα έχουν αντίκτυπο στην κατανάλωση.
- Ανεργία
Για το 2018 προβλέπεται να διαμορφωθεί στο 19,9%, το 2019 στο 18,1%, για να υποχωρήσει στο 16,3% το 2020, στο 15,2% το 2021, στο 14,4% το 2022 και στο 14,1% το 2023. Άρα και μετά το τέλος του μεταμνημονιακού προγράμματος, η ανεργία θα παραμείνει σε διψήφιο αριθμό.
- Πρωτογενή πλεονάσματα
Το ΔΝΤ δέχεται το βασικό σενάριο του πλαισίου ενισχυμένης εποπτείας, το οποίο προβλέπει πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2022. Για το 2023 προβλέπει πρωτογενές πλεόνασμα 3% του ΑΕΠ. Το Ταμείο δεν βλέπει τα υπερπλεονάσματα που έχει ενσωματώσει η ελληνική πλευρά στο Μεσοπρόθεσμο, που θα της δώσουν την ευχέρεια για φοροελαφρύνσεις.
- Χρέος
Για το χρέος προβλέπεται ότι από τα επίπεδα του 188,1% του ΑΕΠ που εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί φέτος, θα υποχωρήσει μετά τα μέτρα ελάφρυνσης του Eurogroup στα 177,1% το 2021, 169,6% του ΑΕΠ το 2020, 162,9% το 2021, 155,3% το 2022 και 151,3% το 2023.
Εσείς αν ήσασταν αγορές που -και για πόσο καιρό- θα βάζατε τα λεφτά σας στην Ελλάδα;