Τι φέρνει το εκλογικό αποτέλεσμα σε τράπεζες και οικονομία
Shutterstock
Shutterstock

Τι φέρνει το εκλογικό αποτέλεσμα σε τράπεζες και οικονομία

Ξεκάθαρες προοπτικές σε οικονομία και αγορά διανοίγει το εκλογικό αποτέλεσμα και επαναφέρει απαιτητικά στο προσκήνιο τον τραπεζικό κλάδο καθώς μία σειρά από ζητήματα στα οποία έχει γίνει πολύ σημαντική προεργασία και ανέμεναν το «πράσινο φως», παίρνουν τώρα θέση στη γραμμή της αφετηρίας για τη συνέχεια. Πρόκειται για σοβαρά θέματα που θα δημιουργήσουν ένα νέο τοπίο και συνδέονται με την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, η οποία είναι και ο πλέον σημαντικός στόχος για το σύνολο της ελληνικής οικονομίας. 

Περιλαμβάνουν την έναρξη της αποεπένδυσης του ΤΧΣ από τον τραπεζικό κλάδο και την περαιτέρω εξυγίανση του τραπεζικού κλάδου με μείωση των κόκκινων δανείων και στις μικρότερες τράπεζες και αύξηση της πιστωτικής επέκτασης στο δεύτερο εξάμηνο με αξιοποίηση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης. Πλέον το τοπίο έχει ξεκαθαρίσει και οι προσανατολισμοί της οικονομικής πολιτικής είναι γνωστοί και προτάσσουν εδραίωση πολιτικών, φιλικών σε επενδύσεις και εκσυγχρονισμό του δημοσίου, δημιουργία δομών ανάπτυξης και μείωση της ανεργίας.

Επίσης, με την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας που θα επιτρέψει χαμηλότερο κόστος δανεισμού για το ελληνικό δημόσιο καθώς η αγορά προεξοφλεί ήδη μερικώς αυτήν την εξέλιξη με την πτώση των επιτοκίων στα ελληνικά ομόλογα, πολύ κοντά πλέον σε απόδοση με τα ισπανικά και με καλύτερη απόδοση από των ιταλικών.

Ανοίγει έτσι ο δρόμος για χαμηλότερο κόστος δανεισμού και από τις τράπεζες, όπως και για επενδυτικά κέρδη, καθώς τράπεζες και Αμοιβαία Κεφάλαια, κατέχουν τίτλους του δημοσίου οι οποίοι αποδεικνύονται προσοδοφόροι. Την ίδια στιγμή οι ελληνικές τράπεζες σχεδιάζουν εκδόσεις δικών τους ομολόγων κυρίως για ενίσχυση των κεφαλαίων MREL, ειδικά τώρα, μετά τις εκλογές και την ιδιαίτερα επιτυχή έκδοση της Alpha Bank προεκλογικά. Οι Τράπεζα Πειραιώς, ΕΤΕ και Eurobank, παίρνουν τώρα σειρά σε ένα ευνοϊκό περιβάλλον, παρά το γεγονός ότι αναμένονται αυξήσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ.

Αλλά κι αυτό ακόμα μπορεί να λειτουργήσει υποστηρικτικά καθώς οι αγορές πρέπει να αξιολογήσουν το γεγονός ότι η ΕΚΤ βρίσκεται κοντά στην κορύφωση του κύκλου αυξήσεων των επιτοκίων και συνεπώς θα πρέπει να αποκτήσουν τα πλέον προσοδοφόρα ομόλογα με τις μέγιστες δυνατές αποδόσεις, πριν αυτά σταθεροποιηθούν για να αρχίσουν ίσως και από τον επόμενο χρόνο να μειώνονται. Οι αγορές προεξοφλούν κι αν αρχίσουν να βλέπουν την κορύφωση τότε η επόμενη προσδοκία που θα έχουν είναι η αντίθετη κίνηση της μείωσης των επιτοκίων.

Ξεκάθαρα θετικές Standard & Poor’s και Moody’s

Στο μεταξύ πολύ θετικά είναι τα σχόλια των μεγαλύτερων οίκων αξιολόγησης Standard & Poor’s και Moody’s, μετά τις εκλογές, που κάνουν ουσιαστικά νύξη για επικείμενη αναβάθμιση του αξιόχρεου. 

Η Standard & Poor’s  θυμίζει, ότι  η επόμενη προγραμματισμένη αναθεώρηση της πιστοληπτικής μας αξιολόγησης της Ελλάδας θα πραγματοποιηθεί στις 20 Οκτωβρίου 2023» και αναφέρει ότι οι δεύτερες ελληνικές εκλογές εξαλείφουν τους κινδύνους πολιτικού αδιεξόδου. Τα αποτελέσματα των μεταρρυθμίσεων και τα δημοσιονομικά αποτελέσματα θα αποτελέσουν βασικά κριτήρια για την επόμενη απόφασή μας σχετικά με την αξιολόγηση της Ελλάδας, αναφέρει.

Η Moody’s από την πλευρά της αναφέρει ότι, «η εκλογική νίκη του κόμματος της Νέας Δημοκρατίας είναι πιστωτικά θετική κατά την άποψή μας, διότι ανοίγει το δρόμο για μια ακόμη τετραετία υπό τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, η οποία θα διασφαλίσει τη συνέχεια στις δημοσιονομικές και οικονομικές πολιτικές». Και οι δύο οίκοι αναφέρονται στις μεταρρυθμίσεις και περιλαμβάνουν τον τραπεζικό κλάδο. Η αναβάθμιση του ελληνικού χρέους συμβαδίζει με αναβάθμιση των τραπεζών και αυτή συνδέεται με τη σειρά της με την περαιτέρω μείωση των κόκκιων δανείων στον τραπεζικό κλάδο.

Στις κατευθύνσεις αυτές κινούνται επίσης και σημαντικά ελληνικά «επενδυτικά σπίτια» με report που εξέδωσαν, όπως η  Eurobank Equities, η Axia και η Alpha Finance, οι οποίες κάνουν λόγο για αναμενόμενο re-rating, για το πλέον ξεκάθαρο investment case των τελευταίων 17 ετών και για τον θετικό καταλύτη, που αποτελεί το Investment Grade, ανοίγοντας το δρόμο για την είσοδο κεφαλαίων ξένων επενδυτών σε ελληνικά assets, στα οποία μέχρι τώρα δεν μπορούσαν να εμπλακούν λόγω της έλλειψης επενδυτικής βαθμίδας, ανεξάρτητα από βραχυχρόνια κατοχύρωση κερδών.

Όλοι οι οίκοι αναφέρονται στις εξελίξεις στον τραπεζικό κλάδο αναμένοντας κινήσεις για την ενίσχυσή του. Οι σημαντικότερες εξελίξεις που αναμένονται είναι η μείωση των κόκκινων δανείων με την επέκταση του σχεδίου Ηρακλής ή με την υιοθέτηση ενός σχεδίου «Ηρακλής ΙΙΙ», που θα περιλάβει και τα χρέη των μικρότερων τραπεζών διότι δεν παύουν να αποτελούν κόκκινα δάνεια του τραπεζικού κλάδου και η εξυγίανσή τους θα ενισχύσει τις ΜμΕ αφού σε αυτές εστιάζουν οι μικρότερες τράπεζες διαχέοντας την ανάπτυξη σε όλο το φάσμα της οικονομίας.

Τα σχέδια του ΤΧΣ και  η πλήρης εξυγίανση του τραπεζικού κλάδου  

Η άλλη πολύ σημαντική εξέλιξη είναι η αποεπένδυση του δημοσίου από τις τράπεζες με το ΤΧΣ να έχει ήδη προετοιμάσει τη διαδικασία εισόδου ιδιωτών επενδυτών στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα καθορίζοντας τους κανόνες για τη διάθεση μετοχικών μεριδίων στις τράπεζες, με βάση και τους κανόνες που επιβάλλουν οι εποπτικές αρχές στην Ευρώπη. Η αποεπένδυση που θα μπορούσε να κάνει αρχή με το μικρότερο μερίδιο της Eurobank, μπορεί να ενισχυθεί στην πορεία με ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας.

Υπενθυμίζεται ότι το ΤΧΣ διαθέτει αυτή τη στιγμή το 40,3% της Εθνικής Τράπεζας, το 27% της Τράπεζας Πειραιώς και το 9% της Alpha Bank. Διαθέτει επίσης το 1,4%, της Eurobank, η οποία όπως εξήγησε πρόσφατα ο Διευθύνων Σύμβουλος της τράπεζας Φωκίων Καραβίας, έχει ήδη λάβει την έγκριση του SSM για την επαναγορά αυτού του ποσοστού και έχει ήδη συγκεντρώσει το ποσό που θα διαθέσει και σε διαφορετική περίπτωση προόριζε για μέρισμα στους μετόχους φέτος, από τα περυσινά κέρδη.

Πόσο σημαντικός είναι ο ρόλος των τραπεζών στη συνέχεια και πόσο συνδέονται με τις αναμενόμενες εξελίξεις και την ανάκτηση του αξιόχρεου αποδεικνύει και η παρουσία κλιμακίου της Moody’s τις προηγούμενες ημέρες στην Αθήνα καθώς επισκέφθηκαν την ΤτΕ ενώ συνομίλησαν με πολλούς οικονομικούς παράγοντες.

Η Moody’s η οποία ετοιμάζει την αξιολόγησή της την οποία θα δημοσιοποιήσει στις 15 Σεπτεμβρίου, δεν είναι πάντως ο οίκος από τον οποίο αναμένεται η κρίσιμη αναβάθμιση για την ανάκτηση του αξιόχρεου. Ο οίκος άργησε να παρακολουθήσεις τις εξελίξεις στην Ελλάδα και παρόλο που αναμένεται να μας αναβαθμίσει, το πιθανότερο είναι να μειώσει την απόσταση της αξιολόγησής του από αυτή των άλλων οίκων καθώς στα επίπεδα αυτά δεν εμφανίζεται επαρκώς ενημερωμένος, με ρίσκο να χάσει τις περαιτέρω εξελίξεις.

Υπάρχουν αρκετοί αναλυτές που δεν αποκλείουν μάλιστα πριν τις 15 Σεπτεμβρίου και τη Moody’s, να υπάρξει θετική αξιολόγηση η οποία θα δίνει την επενδυτικής βαθμίδα στην ελληνική οικονομία. Μέχρι τότε θα έχει ανακοινωθεί η αξιολόγηση των οίκων Scope τον Αύγουστο και στις 8 Σεπτεμβρίου είναι προγραμματισμένη η αξιολόγηση του καναδικού οίκου DBRS.

Αν λοιπόν δεν έχει γίνει το πολυπόθητο βήμα μέχρι τις 8 Σεπτεμβρίου, τότε τα κρίσιμα ραντεβού τοποθετούνται στους εναπομείναντες οίκους με το μεγαλύτερο κύρος τη Standard & Poor’s στις 20 Οκτωβρίου και τη Fitch στις 2 Δεκεμβρίου.